Επιμένει ο Τζόσεφ Στίγκλιτς στην άποψή του ότι η Ελλάδα δεν θα σωθεί με το μνημόνιο, ούτε όμως και οι δανειστές θα ωφεληθούν από αυτό.

Σε άρθρο του στους New York Times, ο νομπελίστας οικονομολόγος αναλύει γιατί κατά την άποψή του, τα όσα η Τρόικα ζητά από την Ελλάδα δεν βγάζουν κανένα νόημα, για καμία από τις εμπλεκόμενες πλευρές.

«Εχοντας περάσει την τελευταία εβδομάδα στην Αθήνα, μιλώντας σε απλούς πολίτες, νεαρούς και μεγαλύτερους, όπως και σημερινούς ή πρώην αξιωματούχους, κατέληξα στην άποψη ότι αυτό αφορά κάτι παραπάνω από απλά την Ελλάδα και το ευρώ

Κάποιοι από τους βασικούς νόμους που απαιτεί η Τρόικα αφορούν τους φόρους, τις δαπάνες και την ισορροπία ανάμεσα στα δύο και κάποιοι αφορούν τους κανόνες και τους κανονισμούς που επηρεάζουν συγκεκριμένες αγορές. Αυτό που είναι εντυπωσιακό για το νέο πρόγραμμα είναι πως και στα δύο ζητήματα δεν βγάζει κανένα νόημα είτε για την Ελλάδα είτε για τους δανειστές της», γράφει ο Στίγκλιτς. 

«Διαβάζοντας τις λεπτομέρειες, έχω την αίσθηση του déjà vu. Ως επικεφαλής οικονομολόγος στην Παγκόσμια Τράπεζα στα τέλη της δεκαετίας του '90, είδα από πρώτο χέρι στην ανατολική Ασία τις καταστροφικές συνέπειες των προγραμμάτων που επιβάλλονται στις χώρες που στράφηκαν στο ΔΝΤ για βοήθεια. Οχι μόνο από τη λιτότητα, αλλά και από τις λεγόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Υπήρχαν εκατοντάδες όροι, άλλοι μεγάλοι, άλλοι μικροί, πολλοί άσχετοι, κάποιοι καλοί, κάποιοι ξεκάθαρα λάθος και οι περισσότεροι δεν έκαναν τις μεγάλες αλλαγές που πραγματικά απαιτούνταν», σημειώνει ακόμη.

Είτε ή όχι το πρόγραμμα εφαρμοστεί καλά, θα οδηγήσει σε μη βιώσιμα επίπεδα χρέους, όπως μία παρόμοια προσέγγιση έκανε στην Αργεντινή, εκτιμά ο οικονομολόγος. Η μακροπολιτική που απαιτείται από την Τρόικα θα οδηγήσει την Ελλάδα σε βαθύτερη ύφεση. Και για αυτό η Κριστίν Λαγκάρντ είπε ότι χρειάζεται αναδιάρθρωση χρέους, που με την ένα ή τον άλλο τρόπο είναι διαγραφή ενός σημαντικού ποσοστού του χρέους. Το πρόγραμμα της Τρόικα είναι ασυνάρτητο. Οι Γερμανοί λένε ότι δεν θα υπάρξει διαγραφή χρέους και ότι το ΔΝΤ πρέπει να είναι μέρος του προγράμματος. Ομως το ΔΝΤ δεν μπορεί να μετάσχει σε ένα πρόγραμμα στο οποίο τα επίπεδα του χρέους είναι μη βιώσιμα και της Ελλάδας είναι.

«Η λιτότητα ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την τρέχουσα ύφεση στην Ελλάδα. Ομως αυτό το νέο πρόγραμμα χειροτερεύει την πίεση ακόμη περισσότερο: στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% έως το 2018. Αν οι στόχοι δεν επιτευχθούν, όπως είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα γίνει εξαιτίας του σχεδιασμού του ίδιου προγράμματος, επιπλέον δόσεις λιτότητας θα έρθουν αυτόματα. Η υψηλή ανεργία θα οδηγήσει προς τα κάτω τους μισθούς, αλλά η Τρόικα δεν φαίνεται ικανοποιημένη από το ρυθμό πτώσης του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων.

Τίποτα από όλα αυτά δεν βγάζει νόημα ούτε από την πλευρά των δανειστών. Είναι σαν μία φυλακή οφειλετών του 19ου αιώνα. Οπως οι φυλακισμένοι οφειλέτες δεν μπορούν να εξασφαλίσουν εισόδημα για να αποπληρώσουν, η ύφεση που βαθαίνει στην Ελλάδα θα την κάνει ολοένα και λιγότερο ικανή να ξεπληρώσει», τονίζει ακόμη ο Στίγκλιτς.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις χρειάζονται, αλλά πολλές από αυτές που απαιτούνται έχουν λίγη σχέση με την αντιμετώπιση του πραγματικού προβλήματος που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, τονίζει ο οικονομολόγος. Η λογική πίσω από πολλές μεταρρυθμίσεις κλειδιά δεν έχει εξηγηθεί καλά, στον ελληνικό λαό ή τους οικονομολόγους που προσπαθούν να τις κατανοήσουν. Εξαιτίας αυτής της απουσίας εξήγησης, υπάρχει μία διαδεδομένη πεποίθηση στην Ελλάδα ότι συγκεκριμένα συμφέροντα, εντός και εκτός χώρας, χρησιμοποιούν την Τρόικα για να πάρουν αυτό που δεν θα μπορούσαν να πάρουν με πιο δημοκρατικές διαδικασίες.

«Ενα σημαντικό πρόβλημα στην Ελλάδα, σε οικονομία και πολιτική, είναι ο ρόλος μίας ομάδας πλουσίων που ελέγχων τομείς κλειδιά, ανάμεσά τους οι τράπεζες και τα ΜΜΕ, που αναφέρονται συνήθως ως οι Ελληνες ολιγάρχες. Είναι εκείνοι που αντιστάθηκαν στις αλλαγές τις οποίες προσπάθησε να εισάγει ο Γιώργος Παπανδρέου να να αυξήσει τη διαφάνεια και να πιέσει για πιο προοδευτική φορολογική δομή. Οι βασικές μεταρρυθμίσεις, που θα χαλιναγωγούσαν τους Ελληνες ολιγάρχες είναι σε μεγάλο βαθμό εκτός ατζέντας. Κάτι που δεν είναι έκπληξη από τη στιγμή που η Τρόικα κατά καιρούς στο παρελθόν φαινόταν να είναι με το μέρος τους».

Συνήθως, το ΔΝΤ προειδοποιεί για τους κινδύνους της υψηλής φορολογίας, συνεχίζει το άρθρο του Στίγκλιτς.. Ομως, στην Ελλάδα η Τρόικα επιμένει σε υψηλούς συντελεστές φόρου ακόμη και για πολύ χαμηλά εισοδήματα. Ολες οι πρόσφατες ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αναγνωρίσει τη σημασία της αύξησης των φορολογικών εσόδων, όμως η λανθασμένη φορολογική πολιτική μπορεί να βοηθήσει στην καταστροφή μίας οικονομίας.

«Πιστεύω έντονα ότι οι πολιτικές που έχουν επιβληθεί δεν θα έχουν αποτέλεσμα, ότι θα έχουν ως αποτέλεσμα ύφεση χωρίς τέλος, μη αποδεκτά επίπεδα ανεργίας και ενισχυόμενη ανισότητα».

Προς το παρόν η ελληνική κυβέρνηση έχει συμβιβαστεί, καταλήγει ο Τζόσεφ Στίγκλιτς. «Ισως, καθώς η χαμένη πενταετία γίνεται χαμένη δεκαετία, καθώς η πολιτική γίνεται πιο άσχημη και οι αποδείξεις δείχνουν ότι αυτές οι πολιτικές έχουν αποτύχει, η Τρόικα να έρθει στα λογικά της. Η Ελλάδα χρειάζεται αναδιάρθρωση χρέους, καλύτερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και πιο λογικούς στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος. Το πιο πιθανό όμως είναι ότι η Τρόικα θα κάνει ότι και τα προηγούμενα πέντε χρόνια: θα κατηγορήσει το θύμα».