Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανκ Σόιμπλε, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον ανταποκριτή της εφημερίδας Liberation στις Βρυξέλλες,  στο πλαίσιο ενός ντοκιμαντέρ για την Ελλάδα που θα προβληθεί σήμερα στο γαλλο-γερμανικό δίκτυο ARTE, εξέφρασε την πεποίθηση, ότι η Γερμανία δεν επέβαλε απολύτως τίποτε στην Ελλάδα, καθώς η συμφωνία της 13ης Ιουλίου ανάμεσα στη χώρα μας και την Ευρωζώνη υπήρξε αντικείμενο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στους 19 υπουργούς Οικονομικών.

Ακόμη επισημαίνει ότι  η πρόταση για προσωρινή έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν υπήρξε μια γερμανική «υπαγόρευση». Αντιθέτως υποστηρίζει πως αν η ίδια η χώρα μας θεωρούσε πως αυτή θα ήταν η λύση, τότε η Ε.Ε. θα έπρεπε να βοηθήσει την Ελλάδα. .  

Από τις ανεφάρμοστες προεκλογικές υποσχέσεις του Αλέξη Τσίπρα, την πρόταση για προσωρινή έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, το δημοψήφισμα και την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, ο κ. Σόιμπλε υπερασπίζεται την πολιτική που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με τον ίδιο, οι μεταρρυθμίσεις σε μια οικονομία πηγαίνουν μαζί με οδυνηρούς περιορισμούς. 

Η προσωρινή έξοδος από την Ευρωζώνη δεν ήταν γερμανική πρόταση

Ο κ. Σόιμπλε, υποστηρίζει ότι η ιδέα της προσωρινής εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν ήταν μια γερμανική πρόταση. Σύμφωνα με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών 18 υπουργοί Οικονομικών,απαίτησαν από την Ελλάδα να εφαρμόσει τους όρους του προγράμματος βοήθειας, καθώς αυτό το θεωρούσαν δεδομένο.

Παρ όλα αυτά, η Ελλάδα δεν φαινόταν πρόθυμη να εφαρμόσει τους όρους, καθώς πολλές φορές είχε υποσχεθεί την εφαρμογή τους, αλλά δεν τήρησε τις δεσμεύσεις της. Και σε εκείνοι το σημείο έπρεπε να γνωρίζουν αν θα ήταν καλύτερο για την Ελλάδα να φύγει από την Ευρωζώνη για ένα χρονικό διάστημα, μια άποψη που συμμερίστηκαν 15 υπουργοί Οικονομικών. Μόνο η Γαλλία, η Ιταλία και η Κύπρος δεν ήταν σε αυτή τη γραμμή, υπογραμμίζει ο κ. Σόιμπλε, τονίζοντας πως αυτή είναι η αλήθεια και κάθε άλλη κουβέντα είναι είτε προπαγάνδα, στην χειρότερη περίπτωση,  είτε παρανόηση στην καλύτερη. 

Κατά τον υπουργό, χρησιμοποιώντας τα λόγια του Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ είπε πως «οι Έλληνες είναι ένας μεγάλος λαός, αλλά η Ελλάδα δεν είναι κράτος», πως πάντα αναρωτιόταν, όπως και πολλοί οικονομολόγοι, αν η Ελλάδα με αυτήν την οικονομική κατάσταση και ένα δυσλειτουργικό κρατικό τομέα, θα ήταν καλύτερο να αποχωρήσει από το ευρώ για ένα χρονικό διάστημα, ώστε να ανακάμψει οικονομικά και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της, πριν επιστρέψει στην Ευρωζώνη. «Αλλά σε καμία περίπτωση δεν υποστήριξα την αποβολή της Ελλάδας. Είπα απλώς πως αν η Ελλάδα θεωρούσε πως κάτι τέτοιο θα ήταν καλύτερο για τη χώρα και υπήρχαν πολλοί που το υποστήριζαν τότε στην Ελλάδα, τότε θα έπρεπε να τη στηρίξουμε και να τη βοηθήσουμε». 

Σύμφωνα με τον κ. Σόιμπλε,  δεν υπήρξε καμία έκπληξη από την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, καθώς τόσο οι δημοσκοπήσεις, όσο και η διστακτική πολιτική του Αντώνη Σαμαρά τους τελευταίους έξι μήνες πριν τις εκλογές, προεξοφλούσαν την επικράτηση του Αλέξη Τσίπρα, τον οποίον όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας  είχε συναντήσει εκείνη την εποχή στο Βερολίνο. «Είχε έρθει στο Βερολίνο και είχαμε συζητήσει επί μακρόν. Μου είπε πως θεωρούσε την πολιτική μας εσφαλμένη, αλλά ήθελε βεβαίως να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ. Εγώ του απάντησα πως αν υπόσχεται στους ψηφοφόρους πως η Ελλάδα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη χωρίς να εφαρμόσει τους όρους των προγραμμάτων βοήθειας, τότε υπόσχεται κάτι που δεν μπορεί να εφαρμόσει». 

Επιπλέον, αρνείται κατηγορηματικά πως  υπάρχουν ιδεολογικές προκαταλήψεις απέναντι σε ένα αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα και υπογραμμίζει πως παρά τις όποιες ιδεολογικές διαφορές, όταν ένας λαός αποφασίσει να εκλέξει μια κυβέρνηση, τότε αυτή η κυβέρνηση εκπροσωπεί τη χώρα. Αναφορικά με τις προσωπικές επιθέσεις που δέχθηκε ο κ. Σόιμπλε από μερίδα του ελληνικού πολιτικού κόσμου και την παρουσίασή του ως Ναζί, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας υποστηρίζει πως αυτές οι επιθέσεις δεν τον έθιξαν προσωπικά, αλλά του προκάλεσαν δυσπιστία για τους πολιτικούς που προσπαθούν να κερδίσουν ψήφους με μια τέτοια ρητορική.  

«Ο Αλέξης Τσίπρας έλεγε πριν και μετά τις εκλογές, ότι αν η Γερμανία πλήρωνε αποζημιώσεις στην Ελλάδα για τα εγκλήματα και τις καταστροφές που διέπραξαν οι Ναζί κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αυτό θα μείωνε το δημόσιο χρέος. Κάποιος που λέει τέτοιες ανοησίες στον λαό του δεν μπορεί να τηρήσει την υποχρέωσή του, που είναι να πει την αλήθεια. Αυτός ο εθνικισμός, αυτές οι ανεύθυνες κουβέντες θα μπορούσαν να στραφούν μόνο ενάντια σε εκείνους που τις χρησιμοποιούσαν». 

Απαντώντας στο ερώτημα για την κατάσταση που επικρατεί στην ελληνική οικονομία, η οποία σε αντίθεση με αυτές τις Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου εξακολουθεί να έχει τεράστια προβλήματα, ο κ. Σόιμπλε είπε πως το ζήτημα  του κατά πόσον η πολιτική λιτότητας είναι η αιτία του ελληνικού προβλήματος είναι ένα θέμα που συζητείται τακτικά, αλλά επαναλαμβάνει πως θα πρέπει να θυμόμαστε την κατάσταση στην Ελλάδα πριν το 2009. «Το δημόσιο έλλειμμα στην Ελλάδα ήταν 15% του ΑΕΠ και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών 15% επίσης. Μια οικονομία με αυτά τα στοιχεία δείχνει πως λειτουργεί πάνω από τις δυνατότητές της.

Μπορεί για ένα διάστημα να λειτουργήσει, αλλά θα έρθει κάποια στιγμή που δεν βρίσκεται κανείς για να τη δανείσει. Αυτή ήταν η κατάσταση στην Ελλάδα.  Όταν οι αγορές σταμάτησαν να δανείζουν χρήματα , στις αρχές του 2010, τους είπαμε: «Η Ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα σας βοηθήσουμε να εξοικονομήσετε χρόνο, εξασφαλίζοντας τη χρηματοδότησή σας με πολύ ευνοϊκούς όρους, αλλά, φυσικά, με την προϋπόθεση ότι θα χρησιμοποιήσει αυτόν τον χρόνο για να βάλετε σε τάξη την οικονομία σας. Αυτό λέγεται ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.». Ο κ Σόιμπλε υπογραμμίζει ακόμα πως αυτός είναι ο λόγος που χρειάζονται υπεύθυνοι ηγέτες για να εξηγήσουν στους πολίτες τους πως οι μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για να ζήσουν καλύτερα, ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας επαναλαμβάνει πως υφίσταται ένα αδύναμο και δυσλειτουργικό κράτος, κάτι το οποίο παραδέχθηκαν και οι ίδιοι οι Έλληνες.