Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσφέρεται να πληρώνει τις τράπεζες οι οποίες δανείζονται από εκείνη, στο πλέον ριζοσπαστικό πρόγραμμα παγκοσμίως, προκειμένου να αυξήσει το δανεισμό προς τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις.
Το πρόγραμμα αυτό, που ανακοινώθηκε χθες, σημαίνει ότι οι τράπεζες θα μπορούν να παίρνουν δάνεια από την ΕΚΤ, καταρχάς άτοκα, ενώ στη συνέχεια θα πιστώνονται από την κεντρική τράπεζα έως και το 0,4% του ποσού που δανείζονται υπό τον όρο να αυξήσουν τις χορηγήσεις προς τις επιχειρήσεις ή τους καταναλωτές.

Στο πλαίσιο του προγράμματος που αποτελεί την πιο τελευταία προσπάθεια να αυξηθεί ο δανεισμός των τραπεζών, ο οποίος αν και βελτιώνεται είναι αργός, η ΕΚΤ θα χορηγήσει τέσσερις σειρές τετραετών δανείων μηδενικού επιτοκίου προς τις τράπεζες από τον Ιούνιο.
Εάν λειτουργήσει, το πρόγραμμα θα καταστήσει το δανεισμό ευκολότερο και φθηνότερο για τους δανειολήπτες στην ευρωζώνη, αν και κάποιοι επικριτές του μιλούν για την αποτυχία προηγούμενων τέτοιων προγραμμάτων της ΕΚΤ και την απροθυμία των τραπεζών να δανείσουν καθώς η οικονομία βρίσκεται σε στενωπό.

Από το πρόγραμμα εξαιρείται η στεγαστική πίστη. Θα υπάρξει ένα de facto ανώτατο όριο περίπου 1,7 τρισεκ. ευρώ για το μέγεθος του προγράμματος, ανακοίνωσε η ΕΚΤ, αν και το πραγματικό του μέγεθος πιθανόν να είναι πολύ μικρότερο από αυτό.
Οι τράπεζες θα μπορούν να δανειστούν τον Ιούνιο, τον Σεπτέμβριο και τον Δεκέμβριο καθώς και τον Μάρτιο του 2017. Οι τράπεζες στην ευρωζώνη μπορούν να δανειστούν έως το 30% των υφιστάμενων δανείων τους, τα οποία εκτιμά η ΕΚΤ σε περίπου 5,7 τρισεκ. ευρώ.
Έπειτα από δύο χρόνια, οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ θα εξετάσουν κατά πόσον οι τράπεζες αυτές έχουν αυξήσει τις χορηγήσεις τους, χρησιμοποιώντας ένα τεχνικό όριο αναφοράς που αντανακλά το ποσό των δανείων που χορηγούσαν προηγουμένως.

Εάν οι τράπεζες αποδειχθεί ότι δανείζουν τουλάχιστον 2,5% περισσότερο από ό,τι πριν λάβουν τα συγκεκριμένα δάνεια (TLTRO), τότε η ΕΚΤ θα τους πληρώσει έως το 0,4% του ποσού που δανείστηκαν. Το επιτόκιο αυτό είναι το ίδιο με τη χρέωση που επιβάλλεται στις τράπεζες, οι οποίες καταθέτουν τα χρήματά τους στην ΕΚΤ.

«Οι τράπεζες θα πληρώνουν το επιτόκιο (αναχρηματοδότησης) κατά το χρόνο της υποβολής της προσφοράς – άρα τώρα, μηδέν - και μπορεί ακόμη να έχουν μια μείωση του επιτοκίου, η οποία θα αυξάνεται ανάλογα με το ποσό των δανείων που χορηγούν», " δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι στους δημοσιογράφους σε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ.

«Η μέγιστη μείωση θα φέρει το επιτόκιο… στο επίπεδο του επιτοκίου διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων κατά το χρόνο υποβολής των προσφορών», δήλωσε ο Ντράγκι. Χθες, η ΕΚΤ μείωσε το επιτόκιο καταθέσεων στο -0,4%.
«Το ποσό που μπορούν να δανειστούν οι τράπεζες συνδέεται με το ύψος των δανείων που χορηγούν», δήλωσε ο Ντράγκι. «Άρα μια τράπεζα που είναι πολύ δραστήρια στη χορήγηση δανείων στην πραγματική οικονομία μπορεί να δανειστεί περισσότερο από μια τράπεζα που επικεντρώνεται σε άλλες δραστηριότητες».

Ενώ η ανακοίνωση είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν χθες οι τιμές των μετοχών των τραπεζών από τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, όπως η Ιταλία, αυτές των ανταγωνιστών τους σε οικονομικά ισχυρότερες γειτονικές χώρες όπως η Γερμανία υποχώρησαν.
Στελέχη ισπανικών τραπεζών δήλωσαν στο Reuters ότι χαιρετίζουν την κίνηση, ενώ οι γερμανικές τράπεζες ήταν επικριτικές, λέγοντας ότι η κίνηση αυτή θα βλάψει τους αποταμιευτές. Και ορισμένοι οικονομολόγοι είναι δύσπιστοι για την επιτυχία του εγχειρήματος, καθώς το ενδιαφέρον από την πλευρά των τραπεζών για αντίστοιχα πολύ φθηνά δάνεια που έχουν προσφερθεί από την ΕΚΤ στο παρελθόν ήταν πολύ χαμηλότερο του αναμενόμενου.