Εθνική σύνταξη 384 ευρώ για 20 χρόνια ασφάλισης προβλέπει το νέο ασφαλιστικό
<p>Στη δημοσιότητα από το υπουργείο Εργασίας </p>
Εθνική σύνταξη στα 384 ευρώ, μηνιαίως, εφόσον έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης, ορίζεται με το νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό που δημοσιοποίησε σήμερα το υπουργείο Εργασίας, το οποίο περιλαμβάνει, επίσης και ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων.
Παράλληλα, το ποσό της εθνικής σύνταξης βαίνει μειούμενο κατά 2% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται των 20 ετών, μέχρι τα 15 έτη ασφάλισης, που αποτελούν προϋπόθεση για την καταβολή της.
Στο νομοσχέδιο, τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης διαμορφώνονται, ως εξής:
- από 0 έως 15 έτη, ποσοστό αναπλήρωσης 0,77%,
- από 15,01 έως 18 έτη, ποσοστό αναπλήρωσης 0,84%,
- από 18,01 έως 21 έτη, ποσοστό αναπλήρωσης 0,90%),
- από 21,01 έως 24 έτη, ποσοστό αναπλήρωσης 0,96%,
- από 24,01 έως 27 έτη, ποσοστό αναπλήρωσης 1,03%,
- από 27,01 έως 30, έτη ποσοστό αναπλήρωσης 1,21%
- από 30,01 έως 33, ποσοστό αναπλήρωσης 1,42%,
- από 33,01 έως 36 έτη, ποσοστό αναπλήρωσης 1,59%,
- από 36,01 έως 39, ποσοστό αναπλήρωσης 1,80%, και
- από 39,01 έως 42 έτη και περισσότερα, ποσοστό αναπλήρωσης 2,00%).
Σχετικά με τις εισφορές επικουρικής ασφάλισης, από 1.6.2016 και μέχρι την 31.5.2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς για την επικουρική ασφάλιση στο ΕΤΕΑΕΠ όλων των μισθωτών, ασφαλισμένων, πριν και μετά την 1.1.1993, υπολογίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 3,5% για τον εργοδότη επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργαζομένου. Από 1.6.2019 και μέχρι την 31.5.2022, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στο ΕΤΕΑ όλων των μισθωτών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993, υπολογίζεται σε ποσοστό 3,25% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 3,25% για τον εργοδότη επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργαζομένου. Μετά το πέρας της εξαετίας, το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς επανέρχεται στο ύψος που ίσχυε κατά την 31.12.2015.
Άλλες ειδικές εισφορές άπαξ καταβαλλόμενες από τους ασφαλισμένους εντασσόμενων στο ΕΤΕΑ ταμείων, τομέων κλάδων και λογαριασμών, καθώς και άλλα επιπλέον έσοδα που προκύπτουν, πέραν από τις ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένων και εργοδοτών, παύουν να καταβάλλονται από 1.1.2018.
Από 1.6.2016 και μέχρι την 31.5.2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς όλων των αυταπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993 στο ΕΤΕΑ και στα εντασσόμενα σε αυτό ταμεία, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, υπολογίζεται σε ποσοστό 7% επί του εισοδήματος. Από 1.6.2019 και μέχρι την 31.5.2022, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς όλων των αυταπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993 στο ΕΤΕΑΕΠ, υπολογίζεται σε ποσοστό 6,5% επί του εισοδήματος. Μετά το πέρας της εξαετίας, το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς διαμορφώνεται στο ύψος που ίσχυε κατά την 31.12.2015.
Με απόφαση των υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, δύναται, εντός του διαστήματος των τριών αυτών ετών, να μειώνεται αναλόγως το ύψος των εισφορών των ασφαλισμένων μισθωτών και αυταπασχολούμενων, ανάλογα με την αύξηση της εισπραξιμότητας αυτών.
Εισφορές που καταβλήθηκαν νόμιμα δεν επιστρέφονται.
Αναφορικά με τις εισφορές ασφαλισμένων στον ΟΓΑ, το νομοσχέδιο προβλέπει ότι οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι, βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, ασφαλίζονταν ως αυτοπασχολούμενοι στην ασφάλιση του κλάδου κύριας ασφάλισης αγροτών του ΟΓΑ, καταβάλλουν, από 1.1.2017, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, ασφαλιστική εισφορά στον κλάδο κύριας σύνταξης επί του εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Στην περίπτωση οικογενειακής αγροτικής εκμετάλλευσης στην οποία απασχολείται ο/η σύζυγος και τα ενήλικα τέκνα, ως φορολογητέο εισόδημα καθενός από αυτούς λαμβάνεται το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα, εκτός αν το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα είναι ανώτερο από το γινόμενο των μελών της εκμετάλλευσης επί της ελάχιστης βάσης υπολογισμού της εισφοράς αναγόμενη σε ετήσια βάση. Σε αυτή την περίπτωση, η εισφορά ισούται για όλα τα μέλη της εκμετάλλευσης με το πηλίκο της διαίρεσης του εισοδήματος προς τον αριθμό των μελών της.
Το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 και τους μελλοντικούς ασφαλισμένους της ίδιας κατηγορίας κατ’ επάγγελμα αγρότες, ορίζεται από την 1.1.2022 σε ποσοστό 20%, αυξανόμενο σταδιακά από την 1.7.2015 έως την 1.1.2022, ως εξής:
- Από 1.7.2015 έως 31.12.2016, το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης αυξάνεται κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώνεται σε ποσοστό 10% επί των υφισταμένων κατά τη δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών.
- Από 1.1.2017 και εφεξής, οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1. Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παραγράφου 2 του άρθρου 38.
- Από 1.1.2017 και έως 31.12.2017, το ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών επί του φορολογητέου εισοδήματος διαμορφώνεται σε 14%.
- Για το διάστημα από 1.1.2018 και έως 31.12.2018, το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς διαμορφώνεται σε ποσοστό 16%, από 1.1.2019 και έως 31.12.2019 αυξάνεται σε ποσοστό 18%, από 1.1.2020 και έως 31.12.2020 διαμορφώνεται σε ποσοστό 19%, από 1.1.2021 και έως 31.12.2021 διαμορφώνεται σε ποσοστό 19.5% και από 1.1.2022 και εντεύθεν διαμορφώνεται στο τελικό ποσοστό 20%.