Η αντίστροφη μέτρηση για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων αξίας πολλών δεκάδων δισ. ευρώ ξεκινά με τις αλλαγές που προωθούνται στο θεσμικό πλαίσιο για τα κόκκινα δάνεια εν όψει της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου μνημονίου.

Οι τροποποιήσεις που προωθούνται στον νόμο για τα επιχειρηματικά δάνεια και τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, καθώς και η αναθεώρηση του Κώδικα Δεοντολογίας για τα κόκκινα δάνεια σηματοδοτούν ότι υπό την πίεση των δανειστών και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού των ευρωπαϊκών τραπεζών (SSM) οι τράπεζες υποχρεούνται πλέον να εγκαταλείψουν την πολιτική ανοχής που είχαν μέχρι τώρα κρατώντας ζωντανές μη εξυπηρετούμενες δανειακές συμβάσεις και να προχωρήσουν είτε σε βιώσιμες ρυθμίσεις και αναδιαρθρώσεις είτε σε πλειστηριασμούς.

Το υπουργείο Οικονομίας ετοιμάζει αλλαγές στον νόμο για τη διαχείριση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων (νόμος Δένδια), οι οποίες αφορούν κατά κύριο λόγο στη διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και στην ουσία λύνουν τα χέρια στις τράπεζες για να διαχειριστούν τον μεγάλο όγκο των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων. Η διαχείριση αφορά κυρίως στη ρύθμιση των οφειλών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και σε ταχείες αναδιαρθρώσεις μεγάλων επιχειρηματικών δανείων με πρωτοβουλία των πιστωτών.

Μέχρι σήμερα οι τράπεζες ήταν διστακτικές στο να προχωρούν σε αναδιαρθρώσεις διότι τα τραπεζικά στελέχη δεν ενέκριναν διαγραφές οφειλών υπό τον φόβο των πιθανών νομικών συνεπειών είτε για απιστία έναντι των μετόχων της τράπεζας, είτε για διακριτική μεταχείριση από ανταγωνιστικές ή άλλες επιχειρήσεις. Με τις αλλαγές όμως που προωθούνται στη νομοθεσία θα καλύπτονται οι τράπεζες για την περίπτωση των αναδιαρθρώσεων, ενώ θα τροποποιηθούν οι πτωχευτικές διαδικασίες και θα τους δοθούν μεγαλύτερες δυνατότητες για μετοχοποίηση δανείων με δική τους πρωτοβουλία.

Η νομοθετική ρύθμιση για τις διαδικασίες του εξωδικαστικού συμβιβασμού αφορά κυρίως τα επιχειρηματικά δάνεια και στην ουσία ανοίγει τον δρόμο για μαζικές αναδιαρθρώσεις και μεταβίβαση των επιχειρήσεων σε ενδιαφερόμενους επενδυτές, hedge funds που εστιάζουν περισσότερο στο βραχυπρόθεσμο κέρδος ή σε private equity funds που ενδιαφέρονται για την εξαγορά επιχειρήσεων, την αναδιάρθρωσή τους και τη μεταβίβασή τους μετά από κάποια χρόνια.

Ακόμη, οι τράπεζες θα μπορούν να διαγράφουν οφειλές υπό προϋποθέσεις, χωρίς τα στελέχη που υπογράφουν τις σχετικές αποφάσεις να αντιμετωπίζουν ποινικές ή αστικές ευθύνες.Προς το παρόν, πάντως, οι τράπεζες διστάζουν να πουλήσουν δάνεια, καθώς τα funds προσφέρουν πολύ χαμηλές τιμές και προσανατολίζονται στην παραχώρηση μόνο της εξυπηρέτησης των δανείων (servicing) ή της δημιουργίας κοινής εταιρείας (SVP) για τον σκοπό αυτό, σε συνεργασία με ξένες ειδικευμένες εταιρείες, έτσι ώστε η υπεραξία από την εξυγίανση της εταιρείας να μένει στην τράπεζα.

Μέχρι σήμερα οι τράπεζες απέφευγαν να μετοχοποιήσουν τις οφειλές υπερχρεωμένων εταιρειών διότι εφόσον αποκτούσαν πάνω από το 20% των μετοχών μιας υπερχρεωμένης εταιρείας υποχρεούνταν βάσει του νόμου να περιλάβουν τα -κατά κανόνα αρνητικά- οικονομικά αποτελέσματα της τελευταίας στον ενοποιημένο ισολογισμό τους και έτσι να παρουσιάσουν ζημίες.

Τέτοια ζητήματα θα αντιμετωπίζονται πλέον με βάση τις νέες ρυθμίσεις, όπως και οι περιπτώσεις εταιρικών δανείων που ανήκουν σε περισσότερες από μία τράπεζες, για τα οποία μέχρι σήμερα υπήρχε δυστοκία στην προώθηση της αναδιάρθρωσης, ενώ θα διευκολύνεται και η διαχείριση μεγάλων επιχειρηματικών δανείων με τη θέσπιση νέων διαδικασιών, καθώς και με τον προσδιορισμό κλάδων ειδικού ενδιαφέροντος. Με τις αλλαγές θα θεσπίζονται διαδικασίες για τη μετοχοποίηση των εταιρικών δανείων και θα ενθαρρύνονται ακόμα και μεγάλες διαγραφές οφειλών (κούρεμα) έτσι ώστε οι τράπεζες να αναλαμβάνουν τον έλεγχο των εν λόγω επιχειρήσεων και να προχωρούν στην εξυγίανσή τους εφόσον υπάρχουν ενδιαφερόμενοι στρατηγικοί επενδυτές οι οποίοι παρουσιάζουν βιώσιμο επιχειρηματικό σχέδιο αναδιάρθρωσης και είναι διατεθειμένοι να εισφέρουν φρέσκα κεφάλαια.

Στόχος των αλλαγών αυτών, για τις οποίες πιέζουν οι δανειστές αλλά και ο Εποπτικός Μηχανισμός (SSM), είναι να ξεκαθαρίσει το σκηνικό με τα επιχειρηματικά δάνεια, έτσι ώστε όσες υπερδανεισμένες εταιρείες είναι βιώσιμες και έχουν προοπτικές να εξυγιανθούν αλλάζοντας χέρια, δεδομένου ότι οι παλαιοί μέτοχοι δεν βάζουν χρήματα, αλλά όσες αντιθέτως θεωρούνται «χαμένες περιπτώσεις» να οδηγούνται σε εκκαθάριση, προκειμένου οι τράπεζες να ανακτήσουν μέσα από τους πλειστηριασμούς ή την πώληση των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων μέρος των δανείων. Για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις οι αλλαγές στη νομοθεσία θα διευκολύνουν τη συνολική ρύθμιση των οφειλών τους προς τις τράπεζες και το Δημόσιο, έτσι ώστε να προκύπτει ένα βιώσιμο σχήμα αποπληρωμής τους.

Για δε τις μικρές επιχειρήσεις (με τζίρο κάτω από 1 εκατ. ευρώ κατά μέσο όρο την τελευταία τριετία), αλλά και για τους ιδιώτες με στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια που δεν έχουν εμπορική ιδιότητα θα εφαρμόζεται ο Κώδικας Δεοντολογίας , ο οποίος αφορά τις σχέσεις μεταξύ τραπεζών και δανειοληπτών, έτσι ώστε να επιχειρείται βιώσιμη ρύθμιση των οφειλών.