Όσο παραμένει θολό το τοπίο γύρω από την παραμονή ή όχι του ΔΝΤ στην Ελλάδα ως ελεγκτή των μεταρρυθμίσεων στο νέο πλαίσιο μετά τις 20 Αυγούστου τόσο οι αντιδράσεις των Θεσμών γενικότερα θα είναι αψυχολόγητες. Το ΔΝΤ «σκληραίνει» κι άλλο τη στάση του, αυτήν τη φορά για τις τράπεζες, προκαλώντας ανησυχία.

Μέχρι την Παρασκευή γνωρίζαμε ότι το Ταμείο θα θέσει επιτακτικά το ζήτημα της εφαρμογής της μείωσης του αφορολόγητου από την 1.1.2019 αντί για την 1.1.2020 και την επ' αόριστον αναβολή των αντιμέτρων. Γνωρίζαμε επίσης ότι το περιμένει 8 προαπαιτούμενα του δικού του προγράμματος που δεν έχουν ολοκληρωθεί (με βάση το χρονοδιάγραμμα του Μαρτίου) και επίσης ότι έχει θέσει στο μικροσκόπιο τους κρατικούς διορισμούς από την πλευρά της κυβέρνησης και τις μονιμοποιήσεις συμβασιούχων.  

Από την Παρασκευή το βράδυ στα ζητήματα αυτά προστέθηκε εμφατικά το ενδεχόμενο το Ταμείο να συγκρουστεί ξανά με τους Ευρωπαίους για τα αποτελέσματα των stress test των ελληνικών τραπεζών που αναμένονται στις 5 Μαΐου.  

Κι αυτό διότι εντελώς ξαφνικά το ΔΝΤ ανακοίνωσε την Παρασκευή τους νέους κανόνες εμπλοκής του σε χώρες που ανήκουν σε νομισματική ένωση, δηλαδή σε περιπτώσεις όπως η Ελλάδα και η ευρωζώνη. Οι κανόνες τίθενται άμεσα σε ισχύ και προβλέπουν ότι το Ταμείο δεν θα αρκείται στις διαβεβαιώσεις ενός θεσμού (όπως π.χ. η ΕΚΤ που διενεργεί τα stress test στην Ευρώπη) για την υγεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος όταν μιλάμε για ένα κράτος-μέλος νομισματικής ένωσης στο οποίο έχει εμπλοκή (τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια).  

Η έκθεση που συνοδεύει τους νέους κανόνες εμπλοκής της Παρασκευής το λέει ξεκάθαρα: «Σε περίπτωση που το Ταμείο εξετάσει μια νέα δανειακή συμφωνία ή τη συνέχιση υφιστάμενης με ένα μέλος νομισματικής ένωσης και υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με την αξιοπιστία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το Ταμείο δεν θα παράσχει τη διαθέσιμη χρηματοδότηση εάν δεν είναι βέβαιο, με βάση τη δική του ανάλυση και κρίση, για την κατάσταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και για το ότι οι προτεινόμενες δράσεις κατά τη διάρκεια του προγράμματος που υποστηρίζεται από το Ταμείο θα αποκαταστήσουν την αξιοπιστία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Κατά συνέπεια, θα χρειαστεί κάποια μορφή διασφάλισης σε επίπεδο νομισματικής ένωσης για να μπορέσει το Ταμείο να δανείσει» σημείωνεται.  

Παρότι το Ταμείο τονίζει ότι «δεν υπάρχουν ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ελλάδα», τον Ιούλιο του 2017 έλεγε ότι πρέπει να υπάρξει «μαξιλάρι ασφαλείας» 10 δισ. ευρώ για τις ελληνικές τράπεζες. Αν οι εκτιμήσεις του διαφέρουν από αυτές της Ευρωπαΐκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress test τότε ενδέχεται να έχουμε νέα σύγκρουση ανάμεσα στους δύο θεσμούς.  

Το περασμένο καλοκαίρι και ως το φθινόπωρο είχε προηγηθεί η διαμάχη ΕΚΤ - ΔΝΤ με αφορμή την επιμονή του τελευταίου να γίνει ανάλυση της ποιότητας του ενεργητικού (Asset Quality Review) των τραπεζών για να υποχωρήσει -τακτικά όπως πιθανολογούν πολλοί- αργά πέρυσι το φθινόπωρο το Ταμείο με μια δήλωση του κ. Τόμσεν. Η νέα κίνηση για την αυστηροποίηση των κανόνων εμπλοκής έρχεται σε μια στιγμή που διαμορφώνονται προϋποθέσεις όχι μόνο για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρέχον πρόγραμμα της Ελλάδας με την ενεργοποίηση του μνημονίου του τον Απρίλιο (μετά από τις αναμενόμενες διαβεβαιώσεις των Ευρωπαίων για το χρέος) αλλά και για τη συνέχιση της παρουσίας του μετά τον Αύγουστο του 2018 που ολοκληρώνεται το τρίτο μνημόνιο.