Το προηγούμενο έτος, αν και παρατηρήθηκαν πολλές διακυμάνσεις στις ναυλαγορές, η μεγάλη, σε διάρκεια και ένταση, ναυτιλιακή κρίση φάνηκε να ξεπερνιέται οριστικά. Το 2018 διαφαίνεται ως μια χρονιά κατά την οποία όλοι οι επιμέρους κλάδοι θα μπορέσουν να επιστρέψουν σε ρυθμούς ανάκαμψης και κερδοφορίας, όπως εκτίμησε νωρίτερα φέτος ο πρόεδρος της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών, Θ. Βενιάμης, κατά τη διάρκεια της ετήσιας τακτικής Γενικής Συνέλευσης της Ενώσεως. «Ήδη η βελτίωση στη ναυλαγορά ξηρού φορτίου είναι ιδιαίτερα ενισχυμένη, κάνοντας πολλούς να προβλέπουν ότι το 2018 θα είναι για τα πλοία ξηρού φορτίου η χρονιά τους, ενώ η διόρθωση στα containerships έχει ομαλοποιηθεί, αλλά θα πρέπει και να σταθεροποιηθεί. Αναμένουμε με έντονο ενδιαφέρον πότε θα έρθει η ανάκαμψη στους ναύλους των δεξαμενοπλοίων, όπου ο κανόνας της προσφοράς και της ζήτησης θα έχει καθοριστικό ρόλο», σημείωσε. «Το θετικό αυτό κλίμα και οι προσδοκίες για περαιτέρω βελτίωση της ναυλαγοράς οδήγησαν τους συναδέλφους μας σε δυναμική επαναδραστηριοποίηση και έγκαιρη επανατοποθέτηση στις εξαγορές τόσο μεταχειρισμένων όσο και σε παραγγελίες νεότευκτων, ακολουθώντας σε αρκετές περιπτώσεις και τη στρατηγική της πολυδιάσπασης του στόλου τους σε διαφορετικούς τύπους πλοίων, ώστε να υποδεχθούμε τη νέα περίοδο με ενισχυμένη τη θέση μας στη διεθνή σκακιέρα». 


Το 2018 βρίσκει την ελληνική ναυτιλία να διατηρεί ακάθεκτη τα υψηλά ποσοστά πλοιοκτησίας στη διεθνή ναυτιλιακή κατάταξη. Ειδικότερα, ελέγχει το 20% περίπου της παγκόσμιας χωρητικότητας με 4.800 πλοία, με μερίδιο 30% στα δεξαμενόπλοια, 22% στα bulk carriers, 16% στα πλοία μεταφοράς χημικών και προϊόντων πετρελαίου, 15% στα LNG/LPG, 11% στα ψυγεία και 9% στα containers. Επίσης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντιπροσωπεύει σταθερά σχεδόν το 50% σε dwt του κοινοτικού στόλου. Η ποσοτική αυτή υπεροχή συνεχίζει να συνοδεύεται από την ποιοτική της παρουσία, όπως αυτή έχει επικρατήσει διεθνώς, βασιζόμενη στην τεχνογνωσία και τη συσσωρευμένη εμπειρία στη διαχείριση του στόλου, καθώς και στον χαμηλό μέσο όρο ηλικίας αυτού, που ανέρχεται πια για τα ελληνόκτητα πλοία στα 11,54 έτη και για τα πλοία υπό ελληνική σημαία στα 13,74 έτη, όταν ο παγκόσμιος μέσος όρος είναι τα 14,81 έτη.