Κώδωνα κινδύνου για την κατάσταση στη χρηματιστηριακή αγορά καθώς και για την πορεία της Οικονομίας κρούει ο καθηγητής Χρηματοοικονομικής Μιχάλης Γκλεζάκος. «Η μη περικοπή των συντάξεων θα είναι θετικό γεγονός για την ελληνική κοινωνία… για τις αγορές όμως είναι αρνητικό, όσο κι αν κάτι τέτοιο μας φαίνεται άδικο για τους συνταξιούχους» σημειώνει στη συνέντευξη του στα parapolitika.gr.

Παράλληλα υπογραμμίζει την αναγκαιότητα της άμεσης ενεργοποίησης των μεταρρυθμίσεων καθώς και των μέτρων που θα βάλουν τη χώρα σε πραγματική αναπτυξιακή τροχιά. Το κείμενο της συνέντευξης του έχει ως εξής:

Κύριε καθηγητά η ξαφνική αντάρα του προηγούμενου διαστήματος στο Ελληνικό Χρηματιστήριο προκάλεσε σωρεία ερωτημάτων για τις αντοχές της κεφαλαιαγοράς. Θεωρείτε ότι οι κίνδυνοι έχουν παρέλθει;

Οι λόγοι για τους οποίους το Χρηματιστήριο μας δεν πάει καλά τον τελευταίο καιρό, έχουν να κάνουν με εσωτερικά προβλήματα και με διεθνείς συγκυρίες.
Στο εσωτερικό, έχουμε μια ευάλωτη οικονομία η οποία δεν κατάφερε να απαλλαγεί από τα «κουσούρια» που την έφεραν στην κρίση και για αυτό δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της. Στο εξωτερικό, ο περιορισμός της ελευθερίας του εμπορίου, η «ανυπακοή» της Ιταλίας στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, τα προβλήματα πολλών αναπτυσσόμενων χωρών, το Brexit, οι φούσκες στις μεγάλες αγορές μετοχών και ομολογιών κλπ, δημιουργούν ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον που αντανακλάται και στο δικό μας, ρηχό και μικρό Χρηματιστήριο.
Πιστεύω ότι δεν έχει περάσει ακόμη η μπόρα και ότι είναι πιθανό να δούμε (βραχυπρόθεσμα) και άλλα «ξεσπάσματα» της χρηματιστηριακής αγοράς, γιατί πέρα από την κατάσταση της Ελληνικής και διεθνούς οικονομίας, έχουμε πολλά ακόμη άλυτα προβλήματα και εξελίξεις, σε πολιτικό και εθνικό επίπεδο, που θα επηρεάσουν το Χρηματιστήριο (π.χ. εκλογές, συνταγματική αναθεώρηση, σκοπιανό κλπ).

Ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα της οικονομίας μας που αντανακλώνται στο χρηματιστήριο και κρατούν τις τιμές χαμηλά; Πιστεύετε ότι μπορεί να υποχωρήσει ο χρηματιστηριακός δείκτης από το επίπεδο των 630 μονάδων που βρίσκεται σήμερα;

Πέρα από τις βραχυπρόθεσμες καταστάσεις που μόλις αναφέραμε, υπάρχουν πολύ σοβαρά δομικά προβλήματα, τα οποία κρατούν το Χρηματιστήριο μας καθηλωμένο στα σημερινά επίπεδα τιμών. Ενδεικτικά θα αναφέρω τον προσανατολισμό της Ελληνικής οικονομίας προς δραστηριότητες χαμηλής προστιθέμενης αξίας, την τεχνολογική απαξίωση πολλών επιχειρήσεων, το έλλειμμα ρευστότητας, τη γραφειοκρατία, τη διαφθορά κλπ. Φυσική συνέπεια των πιο πάνω είναι η αδυναμία μας να προσελκύσουμε άμεσες επενδύσεις που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη δομή της οικονομίας μας, να εκσυγχρονίσουν τις επιχειρήσεις μας και να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα μας. Σκεφθείτε ότι το 2017 «ήρθαν» άμεσες ξένες επενδύσεις 2 δις ενώ χρειαζόμαστε κάπου 20 δις κάθε χρόνο και για αρκετά χρόνια. Το γιατί, φαίνεται ανάγλυφα στην πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που μας κατατάσσει στην 72η θέση με κριτήριο την καταλληλότητα μας για επενδύσεις, στην 99η θέση στην ευχέρεια μιας επιχείρησης να χρηματοδοτηθεί από το τραπεζικό σύστημα, στην 132η θέση στην εφαρμογή των συμβάσεων κλπ.
Έτσι, παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε καταστάσεις που αποδυναμώνουν τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα. Γι αυτό άλλωστε, το εμπορικό μας ισοζύγιο παραμένει έντονα ελλειμματικό (-22 δις το 2017) παρά την κατάρρευση του κόστους εργασίας. Όλα αυτά εμποδίζουν ένα μεσο-μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό «ξέσπασμα» που το χρειαζόμαστε «πως και πως».
Πιστεύω ότι, μέσα σε αυτό το αβέβαιο περιβάλλον, οι αποτιμήσεις των μετοχών θα παραμείνουν χαμηλά ενώ η μεταβλητότητα τους θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα. Ο γενικός δείκτης είναι πιθανό να κινηθεί κοντά στα παρόντα επίπεδα, με ανοδικό εύρος 10%-15% και πολύ μικρότερο καθοδικό. Αυτό που τον συγκρατεί να μην πάει αρκετά πιο κάτω είναι το γεγονός ότι έχει ήδη πέσει πολύ χαμηλά. Φυσικά, όλα αυτά θα διαφοροποιούνται όσο θα αλλάζει (αν θα αλλάζει) το πιο πάνω σκηνικό.

Ανησυχείτε για τις τραπεζικές μετοχές; Πώς απαντάτε στα σενάρια για το κούρεμα καταθέσεων;

Νομίζω ότι δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε για τις καταθέσεις, σίγουρα όμως οι τράπεζες αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα, που θα ταλαιπωρήσουν τις ίδιες αλλά και το Χρηματιστήριο. Ειδικότερα, η κερδοφορία τους δεν είναι αρκετή για να στηρίξει τις προβλέψεις τους για κόκκινα δάνεια, για IFRS 9 αλλά και για τη μετατροπή μέρους του αναβαλλόμενου φόρου σε πραγματικά κεφάλαια. Πώς να περιμένουν άλλωστε σημαντικά κέρδη όταν οι νέες χορηγήσεις τους είναι περιορισμένες (κύρια λόγω του κινδύνου να κοκκινίσουν»), όπως και οι κινήσεις κεφαλαίων;
Βέβαια υπάρχει η προσδοκία ότι θα εισρεύσουν κεφάλαια από τη διαχείριση των κόκκινων δανείων (που ανέρχονται σήμερα στα 88 δις), μέσω των πλειστηριασμών, των πωλήσεων και των ρυθμίσεων τους. Όσο όμως δεν εξασφαλίζεται η μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας, η απόδοση των προσπαθειών αυτών θα είναι μικρή και νέα κόκκινα θα αναιρούν τα όποια θετικά αποτελέσματα από τη διαχείριση των παλαιών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι τράπεζες φαίνεται πιθανό ότι θα δυσκολεύονται να βρουν μια σταθερή ισορροπία και για αυτό οι μετοχές τους θα βολοδέρνουν στο Χρηματιστήριο.

Θεωρείτε ότι τα σενάρια της παροχής κρατικών εγγυήσεων στους αγοραστές των κόκκινων δανείων ή της δημιουργίας bad bank είναι καλές λύσεις προς την κατεύθυνση της εξασφάλισης της βιωσιμότητας των τραπεζών; Τι άλλο θα μπορούσε να γίνει;

Η λύση των εγγυήσεων σημαίνει ότι το Κράτος θα αναλάβει ένα μέρος του κινδύνου που εμπεριέχεται στα κόκκινα δάνεια, εξασφαλίζοντας στους αγοραστές των δανείων αυτών κάποια minimum έσοδα. Η μείωση του κινδύνου με αυτή τη διαδικασία, προφανώς θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την ευχέρεια πώλησης περισσότερων κόκκινων δανείων και μάλιστα σε υψηλότερη τιμή. Μια τέτοια εξέλιξη θα είναι πολύ θετική για τις τράπεζες, οι οποίες θα ενισχύσουν τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα τους και θα έλθουν πιο κοντά στην κανονικότητα. Τα πράγματα γι αυτές θα είναι ακόμη καλύτερα με τη λύση της bad bank, αφού σε μια τέτοια περίπτωση θα απαλλαγούν από τα κόκκινα δάνεια και θα μπορούν να λειτουργούν πλέον με καθαρούς ισολογισμούς. Όμως, η έλλειψη ενδιαφέροντος από ιδιώτες επενδυτές σημαίνει ότι και σε αυτή την περίπτωση τα λεφτά θα πρέπει να τα βάλει το Κράτος. Αλλά από πού;
Από ότι ξέρω, χρήματα δεν περισσεύουν από πουθενά. Η χρήση μέρους των κεφαλαίων του «μαξιλαριού» (όπως ακούγεται) δεν είναι καλή ιδέα γιατί δεν ξέρουμε πότε θα μπορέσουμε να βγούμε στις αγορές. Επομένως τα λεφτά αυτά καλό είναι να μην τα πειράξουμε. Εκτός αυτού, το «μαξιλάρι» έχει δημιουργηθεί για συγκεκριμένο σκοπό και χρειάζεται η ρητή άδεια των δανειστών για να χρησιμοποιήσουμε οποιοδήποτε ποσό από αυτό.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, είναι ότι μέσα από αυτές τις λύσεις το κράτος θα μετακυλύει στους φορολογούμενους τις πληρωμές που θα κάνει στα πλαίσια του πιο πάνω συστήματος εγγυήσεων. Με δεδομένο μάλιστα ότι οι τράπεζες θα επαναπαυθούν αφού θα εξασφαλίσουν ικανοποιητική ζήτηση των δανείων τους, σε καλές τιμές, λόγω της κρατικής εγγύησης, ο λογαριασμός που θα κληθούν να πληρώσουν οι φορολογούμενοι θα είναι αρκετά μεγάλος.
Η μόνη μακροπρόθεσμη λύση είναι «να πάρει μπρος» η οικονομία μας, αλλά αυτό προϋποθέτει αλλαγή νοοτροπίας, μεταρρυθμίσεις κλπ. Όλα τα άλλα είναι μπαλώματα κα μάλιστα με υψηλό μακροπρόθεσμο κόστος για την Ελληνική κοινωνία.

Μιλάτε όμως για μεσομακροπρόθεσμης αποτελεσματικότητας σχεδιασμούς….

Πραγματικά, η δομή και η προοπτική της οικονομίας δεν μπορεί να αλλάξει άμεσα. Όμως, όπως ξέρετε, στην οικονομία τα πάντα προεξοφλούνται. Έτσι, αν η κυβέρνηση δείξει ότι είναι διατεθειμένη να προχωρήσει στον δρόμο των ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων κάνοντας τις τομές που έχει ανάγκη η οικονομία μας, ότι δεν κάνει πισωγυρίσματα στους σχεδιασμούς και τις δεσμεύσεις της, το κλίμα θα αλλάξει πολύ γρήγορα, θα έλθουν επενδύσεις, θα ενθαρρυνθεί η ιδιωτική κατανάλωση κλπ. Όλα αυτά θα μειώσουν τον κίνδυνο της Χώρας μας και θα αυξήσουν την τιμή των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων, ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή επενδυτών σε σχήματα τύπου bad bank, αυξάνοντας τις αποδόσεις των κόκκινων δανείων κλπ.

Η μη περικοπή των συντάξεων θα επηρεάσει αρνητικά ή θετικά το Χρηματιστήριο από τη στιγμή που πρόκειται για μη τήρηση των συμπεφωνημένων;

Η μη περικοπή των συντάξεων θα είναι θετικό γεγονός για την ελληνική κοινωνία η οποία πλέον βασίζεται εν πολλοίς στις συντάξεις έτσι όπως έχουμε καταντήσει. Για τις αγορές όμως είναι αρνητικό, όσο κι αν κάτι τέτοιο μας φαίνεται άδικο για τους συνταξιούχους.
Οι αγορές θα δουν μια τέτοια εξέλιξη ως πισωγύρισμα στις δεσμεύσεις μας για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Αν μάλιστα οριστικοποιηθούν οι υποχρεώσεις του ΕΦΚΑ για αναδρομικά κλπ (ίσως να υπερβαίνουν τα 10 δις) ή αν αμφισβητηθεί ο νόμος Κατρούγκαλου από το ΣτΕ, θα υπάρξει και πραγματικό πρόβλημα, με την έννοια ότι το Κράτος και ο ΕΦΚΑ θα βρεθούν σε αδυναμία να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Σε μια τέτοια περίπτωση, το χτύπημα στο Χρηματιστήριο θα είναι μεγάλο.

Πότε πιστεύετε ότι η Ελλάδα μπορεί να επανέλθει στις αγορές και να δανειστεί απευθείας με ευνοϊκά επιτόκια;

Η δυνατότητα μας να δανειστούμε επηρεάζεται έντονα τόσο από την κατάσταση της οικονομίας μας όσο και από την κατάσταση του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος, αφού τα χρήματα θα έλθουν κυρίως από επενδυτές του εξωτερικού. Αυτή την περίοδο το διεθνές οικονομικό περιβάλλον δεν είναι σε καλή κατάσταση. Πιστεύω ότι όσο θα περνά ο χρόνος οι διακυμάνσεις στις διεθνείς αγορές θα εντείνονται μέχρι να ομαλοποιηθούν οι διεθνείς εμπορικές σχέσεις και να ξεφουσκώσουν κάπως οι αγορές μετοχών και ομολογιών. Σε αυτό το διάστημα, τα επιτόκια θα διαμορφωθούν πιο ψηλά από τα σημερινά τους επίπεδα. Δύσκολα λοιπόν θα βρούμε λεφτά να δανειστούμε σε αυτή τη φάση και αν βρούμε θα έχουν μεγάλο κόστος. Σκεφτείτε ότι υπάρχουν τόσες χώρες με πολύ καλύτερα μακροοικονομικά δεδομένα που θα ζητούν δανεικά (το παγκόσμιο χρέος ξεπέρασε τα 210 τρις δολάρια).
Αν θέλουμε λοιπόν να δανειστούμε με λογικό κόστος, θα πρέπει να περιμένουμε αρκετά, ίσως 1-2 χρόνια και στο μεταξύ να δουλεύουμε πυρετωδώς για την αναβάθμιση της οικονομίας μας. Βέβαια, μικρές εκδόσεις της τάξης των 3-5 δις είναι πιθανό να πραγματοποιηθούν νωρίτερα, αλλά αυτές θα έχουν συμβολικό μόνο χαρακτήρα. Ας μην ξεχνάμε ότι χρωστάμε κάπου 330 δις και αργά ή γρήγορα πρέπει να ανακυκλώσουμε μεγάλο μέρος αυτό το χρέος στις αγορές..