Αγνοούνται 40 «καυτοί» φοροφάκελοι
Πολιτικοοικονομικό θρίλερ με περιπτώσεις ενδοομιλικών συναλλαγών πολυεθνικών εταιρειών
Του Γιώργου Δημητρομανωλάκη, εφημερίδα Παραπολιτικά
Eνα πολιτικοοικονομικό θρίλερ, που περιλαμβάνει ακύρωση ελέγχων σε ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες για περίεργες ενδοομιλικές συναλλαγές, καθώς και προστίμων που επιβλήθηκαν προ ετών, ακόμα και καταγγελίες για διαρρήξεις και κλοπή φακέλων, βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια. Βασικοί πρωταγωνιστές φαίνεται να είναι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του υπουργείου Οικονομικών και στελέχη πολυεθνικών εταιρειών, που πιθανότατα δρουν στο παρασκήνιο.
Οπως έχει διαπιστωθεί, η ετήσια φοροαποφυγή εξαιτίας των ενδοομιλικών συναλλαγών (transfer pricing) υπολογίζεται σε 1-3 δισ. ευρώ. Ωστόσο, τα τελευταία τέσσερα χρόνια από ελέγχους που έγιναν στην Ελλάδα έχουν επιβληθεί πρόστιμα μόλις ολίγων εκατομμυρίων ευρώ. Η υπόθεση είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη και αφορά 40 περιπτώσεις ελληνικών και πολυεθνικών εταιρειών.
Για την ακρίβεια, τον Μάιο του 2010 ξεκίνησαν οι έλεγχοι, με την «ομάδα» της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου να ζητά την υποβολή 40 φακέλων τεκμηρίωσης από πολυεθνικές, προκειμένου να ελεγχθούν. Ταυτόχρονα, ζητήθηκε η συνδρομή οκτώ αρμόδιων στελεχών του υπουργείου Οικονομικών, ενώ έγιναν και εκπαιδευτικά σεμινάρια με τη βοήθεια της Task Force.
Πρόκειται, όπως λένε οι πληροφορίες, μεταξύ άλλων, για:
1. Τρεις ευρωπαϊκούς λιανεμπορικούς ομίλους, µε ισχυρή παρουσία στην ελληνική αγορά.
2. Εναν μεγάλο εγχώριο βιομηχανικό όμιλο, από αυτούς που καταγράφονται στην κατηγορία της βαριάς βιομηχανίας. Η έρευνα ειδικά για την ελληνική εταιρεία αφορούσε τις συναλλαγές της μητρικής µε τις θυγατρικές της σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική.
3. Μία μεγάλη προμηθευτική εταιρεία ειδών μαζικής κατανάλωσης (απορρυπαντικά, είδη προσωπικής υγιεινής κ.ά.).
4. Μία φαρμακευτική επιχείρηση.
5. Μία εταιρεία από τον κλάδο των δομικών υλικών.
ΤΟ ΚΟΥΒΑΡΙ
Μετά από δουλειά περίπου οκτώ μηνών, οι άνδρες του υπουργείου Ανάπτυξης άρχισαν να ξετυλίγουν το κουβάρι και να ανακαλύπτουν σημαντικά στοιχεία για εκτεταμένη φοροδιαφυγή, εξαιτίας των ενδοομιλικών συναλλαγών. Μάλιστα, για τρεις εταιρείες φαίνεται να είχαν καταλήξει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα και να είχαν οριστικοποιηθεί τα πρόστιμα. Εν τούτοις, με μια υπουργική απόφαση το 2013 οι φάκελοι αυτοί πέρασαν στη δικαιοδοσία του υπουργείου Οικονομικών, για την ακρίβεια στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων, επικεφαλής του οποίου είναι η κ. Μαριάνθη Πανταζοπούλου.
Λίγους μήνες νωρίτερα από την παράδοση αυτών των φακέλων στο υπουργείο Οικονομικών, οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης είχαν επιβάλει πρόστιμα στην ολλανδική Philips και στην αμερικανικών συμφερόντων Kraft Foods, ύψους περί τα 2,2 εκατ. ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, τα ίχνη των φακέλων φαίνεται να χάνονται στο χρονικό σημείο κατά το οποίο αποστάλθηκαν στο υπουργείο Οικονομικών. Και όχι μόνο αυτό. Οπως είναι σε θέση να γνωρίζουν τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», κάποια στιγμή (σ.σ.: ανάμεσα στο 2014 και το 2015) ελήφθη μία «τουλάχιστον» περίεργη απόφαση από κάποιον γενικό διευθυντή του υπουργείου: Ότι η μεθοδολογία των ελέγχων του υπουργείου Ανάπτυξης ήταν εντελώς λανθασμένη και ως εκ τούτου οι φάκελοι ήταν άχρηστοι!
Η ΤΡΟΪΚΑ
Κορυφαία πηγή του υπουργείου Οικονομικών, που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία της, εξήγησε στα «Π» ότι η απόφαση να σταματήσει κάθε έλεγχος οφείλεται στο γεγονός ότι «το υπουργείο Οικονομικών, κατόπιν συνεννόησης και με την τρόικα, έχει καθιερώσει εδώ και περίπου δύο χρόνια κάποια δεδομένα στους φορολογικούς ελέγχους, το risk analysis, σύμφωνα με τα οποία θα πρέπει να ελέγχονται οι μεγάλες εταιρείες και τα φυσικά πρόσωπα. Ωστόσο, κάποιος γενικός διευθυντής αποφάσισε ότι αυτές οι 40 εταιρείες δεν εμπίπτουν σε αυτά τα δεδομένα... Επιπρόσθετα, βάσει της μεθοδολογίας του transfer pricing, τα στοιχεία ήταν εντελώς λανθασμένα».
Εκείνη την εποχή υφυπουργός Οικονομικών ήταν ο Γιώργος Μαυραγάνης και επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Εσόδων πρώτα ο Χάρης Θεοχάρης και μετά η Κατερίνα Σαββαΐδου. Η ίδια πηγή αναφέρει ότι δεν είναι σαφές εάν κάποιος από τους τρεις ενημερώθηκε για αυτή την απόφαση.
Μετά από αυτές τις αποκαλύψεις των «Π», εντύπωση προκαλεί πως η κ. Σαββαΐδου προ μηνών σε ημερίδα για τις ενδοομιλικές συναλλαγές ανακοίνωσε ότι ελέγχθηκαν 114 επιχειρήσεις και διαπιστώθηκαν διαφορές σε 14 από αυτές, ύψους 20,1 εκατ. ευρώ. Τα ονόματα των εταιρειών δεν ανακοινώθηκαν ποτέ. Την Τετάρτη και την Πέμπτη τα «Π» προσπάθησαν να επικοινωνήσουν με την κ. Σαββαΐδου, αλλά δυστυχώς αυτό στάθηκε αδύνατον, καθώς δεν απαντούσε στα τηλέφωνά της.
ΠΡΟΣΤΙΜΑ
Ωστόσο, η ιστορία φαίνεται να έχει περισσότερο ενδιαφέρον εξαιτίας μιας σημαντικής λεπτομέρειας: Πριν οι φάκελοι αυτοί περάσουν στο υπουργείο Οικονομικών, όπως προαναφέραμε, είχαν επιβληθεί δύο πρόστιμα από το υπουργείο Ανάπτυξης. Για την ακρίβεια, περίπου 1 εκατ. ευρώ στη Philips Hellas και επιπλέον 1,2 εκατ. ευρώ στην Kraft Foods Hellas. To βέβαιο είναι ότι η Philips έχει καταβάλει το 20% του ποσού και έχει προσφύγει στα Διοικητικά Δικαστήρια ενώ την ίδια οδό έχει επιλέξει και η Kraft Foods (Cadbury Ελλάς).
Ομως σε άλλες τρεις εταιρείες είχε ολοκληρωθεί ο έλεγχος και είχαν επιβληθεί τα πρώτα πρόστιμα, χωρίς να ανακοινωθούν σε αυτές. Αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών που μίλησε στα «Π», με την προϋπόθεση να μην αποκαλυφθεί το όνομά του, επεσήμανε ότι «κάποια από αυτά τα πρόστιμα δεν πληρώθηκαν, καθώς κάποια στιγμή ακυρώθηκαν». Ακόμα ένα σημείο που φαίνεται να προκαλεί ερωτήματα είναι ότι προ ημερών, σε συνάντηση που είχαν τα τεχνικά κλιμάκια της Αθήνας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στις Βρυξέλλες, κάποιος Ελληνας ανέφερε ότι μερικοί από τους φακέλους εκλάπησαν από το υπουργείο Οικονομικών. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τον αξιωματούχο με τον οποίο συνομίλησαν τα «Π».
Η όλη διαδικασία, πάντως, δεν είναι σαφές εάν είναι εις γνώσιν του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, αν και ο ίδιος προ ημερών στη Βουλή έθεσε το θέμα του ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών ως άμεσης προτεραιότητας για τη συγκέντρωση επιπλέον φόρων. Η αρμοδιότητα πλέον ανήκει στην αναπληρώτρια υπουργό Οικονομικών, κυρία Νάντια Βαλαβάνη.
Νόμοι, πρόστιμα και... ατιμωρησία
Στην Ελλάδα, η ιστορία των ενδοομιλικών ελέγχων αρχίζει το 2008, αλλά είχε μια περιπετειώδη διαδρομή, για να καταλήξει σήμερα στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων του υπουργείου Οικονομικών. Το 2008 ο υπουργός Ανάπτυξης, Χρήστος Φώλιας, πέρασε από τη Βουλή το άρθρο 26 του νόμου 3728/2008 περί ενδοομιλικών συναλλαγών, που έδινε τις αρμοδιότητες ελέγχου στην Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς του υπουργείου Ανάπτυξης. Αφού πέρασαν επτά μήνες απραξίας, ψηφίστηκε και νέος νόμος, αυτή τη φορά με πρωτοβουλία του υπουργείου Οικονομικών. Ετσι, η Ελλάδα βρέθηκε με δύο νομοθετήματα για το ίδιο θέμα, με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί επί της ουσίας κανένας από τους δύο νόμους. Τα στελέχη των πολυεθνικών άρχισαν να ανησυχούν όταν το 2010 η υπουργός Οικονομικών, Λούκα Κατσέλη, και ο γενικός γραμματέας Εμπορίου, Στέφανος Κομνηνός, αποφάσισαν να ενεργοποιήσουν τη νομοθεσία. Για αυτόν τον λόγο και η Γενική Γραμματεία Εμπορίου συγκρότησε μια ομάδα υπαλλήλων, τους εκπαίδευσε, απέκτησε το πρόγραμμα «Amadeus» και ζήτησε, τον Μάιο του 2010, από 40 ομίλους να υποβληθούν οι φάκελοι τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών. Η Γενική Γραμματεία Εμπορίου συνεργαζόταν και με οκτώ στελέχη του υπουργείου Οικονομικών με φορολογική εμπειρία. Τον Φεβρουάριο του 2012 επιβλήθηκε το πρώτο πρόστιμο, ύψους 930.472 ευρώ, για παραβίαση της νομοθεσίας για τις ενδοομιλικές συναλλαγές στη Philips Ελλάς. Το δεύτερο πρόστιμο, ύψους 1.277.303 ευρώ, επιβλήθηκε τον Οκτώβριο του 2012 από τον τότε υφυπουργό Ανάπτυξης, Αθανάσιο Σκορδά, στην Κraft Foods Hellas. Εναν μήνα αργότερα μεταφέρθηκε η ΥΠΕΑ, άρα και η αρμοδιότητα ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών, στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή. Εως το 2013, οπότε ο έλεγχος των φακέλων τεκμηρίωσης ήταν στο υπουργείο Ανάπτυξης, είχαν «ανοιχθεί» και άλλοι φάκελοι και στοιχειοθετήθηκε η επιβολή προστίμων για ακόμα τρεις περιπτώσεις. Ωστόσο, στις 31 Δεκεμβρίου του 2013 ψηφίστηκε ένας νέος νόμος, που μετέφερε όλες τις αρμοδιότητες του ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών στο υπουργείο Οικονομικών. Ετσι, οι τρεις «υπό κατηγορία» εταιρείες είναι άγνωστο αν «άκουσαν» την ποινή τους.
Στο στόχαστρο έχουν μπει
οι φορολογικοί παράδεισοι
Ο έλεγχος των ενδοομιλικών συναλλαγών αποτελεί θέμα κορυφαίας σημασίας για την Ευρώπη. Μάλιστα, το τελευταίο διάστημα η ιταλική κυβέρνηση καταβάλλει τεράστια προσπάθεια προκειμένου να ελέγξει τις ενδοομιλικές συναλλαγές. Δηλαδή, τις συναλλαγές που πραγματοποιούν στο επίπεδο των πολυεθνικών ομίλων οι μητρικές με τις θυγατρικές εταιρείες τους. Ως εκ τούτου, στο στόχαστρο όλων των χωρών βρίσκονται οι φορολογικοί «παράδεισοι» που… ενδημούν στην Ευρώπη, δηλαδή η Ελβετία, το Λουξεμβούργο, η Ιρλανδία και το λιλιπούτειο Λιχτενστάιν. Αυτές τις τέσσερις χώρες έχει επιλέξει η πλειονότητα των πολυεθνικών ομίλων για έδρα.
Ο τρόπος με τον οποίο ένας πολυεθνικός όμιλος μπορεί να αποκρύπτει φορολογητέα ύλη είναι απλός, αλλά παράλληλα η διαδικασία είναι αρκετά σύνθετη. Ενας πολυεθνικός όμιλος, λειτουργώντας σε πολλές χώρες, διενεργεί συναλλαγές μεταξύ των θυγατρικών εταιρειών του, όπως και μεταξύ της μητρικής και των θυγατρικών της. Στόχος του είναι να μεταφέρει κέρδη από μια χώρα που έχει υψηλή φορολογία σε μια χώρα που έχει χαμηλή φορολογία και εκεί αυτά να φορολογηθούν. Για να το πετύχει αυτό, ο όμιλος υπερτιμολογεί σε ενδοομιλικό επίπεδο τις συναλλαγές του με τις θυγατρικές εκεί όπου η φορολογία είναι υψηλή και υποτιμολογεί τις συναλλαγές εκεί όπου η φορολογία είναι χαμηλή.
Ο τρόπος υπερτιμολόγησης «κρύβεται» συνήθως σε ορισμένα κρίσιμα ή και αθώα «κονδύλια». Επί παραδείγματι:
■ Δαπάνες χρήσης δικαιωμάτων, τα λεγόμενα royalties. Εμφανίζεται, δηλαδή, η μητρική να χρεώνει στη θυγατρική της υψηλές δαπάνες για τη χρήση των σημάτων.
■ Δανεισμός με υψηλό επιτόκιο από τη μητρική σε θυγατρική της.
■ Υψηλή κοστολόγηση υπηρεσιών που παρέχει η μητρική προς τις θυγατρικές της (δαπάνες διαφήμισης, δαπάνες δικαιωμάτων, μηχανογραφικές υπηρεσίες, νομικές υπηρεσίες, logistics).
■ Υπερτιμολόγηση μπορεί να προκύψει και από επιμερισμό δαπανών της μητρικής με τη θυγατρική της που δεν έχουν σχέση με τη δραστηριότητα της θυγατρικής.
■ Τριγωνικές συναλλαγές μέσω offshore και εικονικές πωλήσεις μεταξύ των συνδεδεμένων εταιρειών.