"Οι αγορές γυρίζουν την πλάτη στο ευρώ"
Handelsblatt: Η αμερικανική οικονομία εμφανίζεται όλο και πιο ισχυρή
Η υποχώρηση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου θα συνεχισθεί και η τάση αυτή θα διαρκέσει αρκετά χρόνια, εκτιμούν οι αναλυτές, παραπέμποντας στην αδυναμία της ευρωπαϊκής οικονομίας να ανακάμψει.
Η ισοτιμία του ευρώ που χθες διαμορφώθηκε στα 1,31 δολάρια «στο τέλος του 2017 θα κινείται στο 1:1», εκτιμά ο Ρόμπιν Μπρουκς, οικονομολόγος της Goldman Sachs. Μάλιστα σε ετήσιο επίπεδο, ο Μπρουκς βλέπει το ευρώ να διαμορφώνεται στα 1,20 δολάρια, ενώ οι συνάδελφοί του στην JP Morgan στα 1,26 δολάρια, αναφέρει η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt, σύμφωνα με ανταπόκριση της Deutsche Welle.
Πτωτική τάση διαρκείας διακρίνει και το τμήμα μελετών της Deutsche Bank, με τον επικεφαλής του τμήματος Μακροοικονομίας, Στέφαν Σνάιντερ, να υποστηρίζει ότι πέρασε η εποχή που οι ξένοι επενδυτές αγόραζαν μαζικά κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης εξαιτίας των υψηλών τους αποδόσεων. Στο μεταξύ, τα αμερικανικά ομόλογα είναι για τους επενδυτές -εξαιτίας των υψηλότερων αποδόσεών τους- ελκυστικότερα σε σχέση με τα ισπανικά.
Όπως υπενθυμίζει η Handelsblatt, τους τέσσερις τελευταίους μήνες, το κοινό νόμισμα υποχώρησε κατά 5,3% έναντι του δολαρίου, κατά 3,7% έναντι της στερλίνας και κατά 3,5% έναντι του γεν. Η αδυναμία του ευρώ αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στις αρνητικές αναπτυξιακές προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας. Και όπως παρατηρεί η οικονομική εφημερίδα, «Ενώ μέρη της ευρωπαϊκής ηπείρου είναι αντιμέτωπα με βαθιά ύφεση, η αμερικανική οικονομία εμφανίζεται όλο και πιο ισχυρή».
Την ίδια διαπίστωση κάνει και ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος το τελευταίο διάστημα προβάλλει όλο και συχνότερα την ανάγκη περαιτέρω μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης στον αγώνα κατά της οικονομικής ύφεσης. Μια τέτοια εξέλιξη θα αποδυνάμωνε ακόμη περισσότερο το ευρώ, κάτι το οποίο επιθυμεί στην παρούσα φάση ο επικεφαλής του κεντρικού χρηματοπιστωτικού ιδρύματος της Ευρώπης. Κι αυτό γιατί η πτώση της ισοτιμίας του ευρώ θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, καθώς θα καθιστούσε φθηνότερα τα ευρωπαϊκά προϊόντα στις αγορές εκτός ευρωζώνης. «Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες παίζουν μείζονα ρόλο ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Στην Ασία, την Εγγύς Ανατολή, την νότια Αμερική, την Αφρική, όπου οι εμπορικές συναλλαγές γίνονται ως επί το πλείστον σε δολάρια ή σε νομίσματα που συνδέονται άμεσα με το αμερικανικό νόμισμα παίζουν μεγάλο ρόλο τόσο η ισοτιμία όσο και οι διακυμάνσεις της», δήλωσε στην Deutsche Welle o Γενς Νάγκελ από τον γερμανικό Σύνδεσμο Χονδρεμπορίου, Εξωτερικού Εμπορίου και Παροχής Υπηρεσιών BGA.
Παράλληλα η αύξηση της τιμής των εισαγόμενων προϊόντων θα ενίσχυε τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη, ο οποίος έχει φθάσει στο «απειλητικό ποσοστό του 0,3%», όπως παρατηρεί η Handelsblatt.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι χρηματαγορές έχουν ήδη σχηματίσει άποψη για το μέλλον του ευρώ, καθώς τις προηγούμενες εβδομάδες όλο και περισσότεροι κερδοσκόποι στοιχηματίζουν στην υποχώρηση της συναλλαγματική ισοτιμίας του ευρώ και μάλιστα «επιθετικότερα», όπως αναφέρει ο Ντάρα Μέιχερ, στρατηγικός αναλυτής της HSBC.
Στην υποχώρηση της ισοτιμίας του ευρώ ποντάρει όμως ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου της Ευρώπης και κυρίως οι χώρες της κρίσης αλλά και εκείνες που βρίσκονται στο κατώφλι της, όπως η Γαλλία. Ο πρωθυπουργός της, Μανουέλ Βάλς, τάσσεται εδώ και μήνες υπέρ της υποτίμησης του κοινού νομίσματος, υποστηρίζοντας ότι η ισχυρή συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ «πνίγει» τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Κάπως έτσι αντιμετωπίζει το θέμα και Σάιμον Ντέρεκ, υπεύθυνος συναλλαγματικής στρατηγικής της αμερικανικής τράπεζας ΒΝΥ Mellon. «Εκπλήσσομαι από το γεγονός ότι -ενώ όλοι θέλουν ένα πιο αδύναμο ευρώ- η ΕΚΤ δεν συμβάλει σε αυτό με μια άμεση επέμβαση στην αγορά συναλλάγματος», επισημαίνει ο Σάιμον Ντέρεκ.