H Ελλάδα συνεχίζει να παραμένει ακριβή σε βασικά αγαθά, παρά την ύφεση, την πτώση των εισοδημάτων και την ανεργία. Με βάση διάφορες έρευνες που διεξάγονται κατά καιρούς, οι τιμές πολλών προϊόντων και υπηρεσιών στην εγχώρια αγορά παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις σε σχέση με άλλες χώρες, ακόμα και όταν η σύγκριση γίνεται με κράτη που βρίσκονται υπό καθεστώς δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, ενώ πολλά καταστήματα αναγκάζονται να κλείσουν λόγω ισχνών κύκλων εργασιών, οι τιμές εξακολουθούν να κυμαίνονται στα περσινά επίπεδα. Αξιοσημείωτο δε παραμένει το γεγονός ότι ακόμα και στις περιπτώσεις όπου οι τιμές είναι χαμηλότερες το «άνοιγμα της ψαλίδας» δεν δικαιολογείται, αν ληφθούν υπόψη οι μισθολογικές περικοπές κατά τουλάχιστον 32% και οι φορολογικές επιβαρύνσεις κατά 35%. Ακόμη, δηλαδή, και εκεί που παρατηρείται πτώση των τιμών, αυτές δεν είναι του μεγέθους που αναμενόταν σύμφωνα με τη διάρκεια και την ένταση της ύφεσης. Το γεγονός ότι η Ελλάδα με την εφαρμογή του ΕΝΦΑ είναι στην 8η θέση υψηλότερης φορολογίας, επιδεινώνει ακόμη περισσότερο τη δυσμενή θέση των ελληνικών νοικοκυριών, αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Οι υψηλές τιμές, σε συνδυασμό με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, ανάγκασαν τους καταναλωτές να μειώσουν τον αριθμό και την αξία των προϊόντων που αγοράζουν και να στραφούν είτε σε προϊόντα προσφοράς είτε σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Αυτή η καταναλωτική συμπεριφορά οδήγησε, κατά τη διάρκεια του 2013, ακόμα και σε πτώση 11% των πωλήσεων των αλυσίδων super market, συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, ενώ η αξία του μέσου καλαθιού υποχώρησε το 2013 σε 50 ευρώ, έναντι 65 ευρώ το 2010.

Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και βάσει του ΓΔΤΚ  του 2013, κινείται σήμερα στα αρνητικά επίπεδα του -2%, για 9 συνεχόμενο μήνα κάτι που γυρίζει την αγορά 51 χρόνια πίσω.

Ο πληθωρισμός, όμως, καταγράφει το ρυθμό μεταβολής και όχι αν οι τιμές είναι υψηλές ή χαμηλές. Ο αποπληθωρισμός που περίμενε η τρόικα εμφανίστηκε και δυςτυχώς επιμένει, γεγονός που έχει προβληματίσει και την οδηγεί στην άσκηση περαιτέρω πιέσεων προς την ελληνική πλευρά για την απελευθέρωση των αγορών και την ενίσχυση του ανταγωνισμού, αλλά με λανθασμένο τρόπο όπως, με την απελευθέρωση κλειστών αλλά κορεσμένων επαγγελμάτων, με την άρση δήθεν εμποδίων εισόδου σε σειρά αγορών και πολλές άλλες καταστροφικές παρεμβάσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Η ΕΣΕΕ υπενθυμίζει τους 13 σημαντικότερους λόγους που δεν «πέφτουν» οι τιμές στην ελληνική αγορά, παρά την κρίση και είναι οι εξής:

1. Οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ. Στην Ελλάδα αυξήθηκαν οι συντελεστές ΦΠΑ και διαμορφώθηκαν στο επίπεδο του 13% και 23%, αρκετά υψηλότερα από την Ισπανία (οι αντίστοιχοι είναι 8% και 18%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (5% και 20%).

2. Ενδοομιλικές συναλλαγές πολυεθνικών (transfer pricing),  οι οποίες φουσκώνουν τις τιμές αλλά και το κόστος, προκειμένου να αποφεύγουν τη φορολογία στην Ελλάδα. Οι εν Ελλάδι θυγατρικές εισάγουν προϊόντα με τεχνητά υψηλό κόστος, το οποίο μετακυλίεται μέσω των υψηλών τιμών, στους καταναλωτές.
3. Ρήτρες απαγόρευσης παράλληλων εισαγωγών, ο εξαναγκασμός δηλαδή των λιανεμπόρων να μην αγοράζουν από θυγατρικές των προμηθευτών τους σε άλλες χώρες όπου ενδεχομένως πωλούν φθηνότερα σε σχέση με την ελληνική αγορά.

4. Στρεβλώσεις σε σχετικές με το εμπόριο αγορές όπως στις μεταφορές, εφοδιαστική αλυσίδα (logistics), οι οποίες, εξαιτίας της ιδιομορφίας τους, απαγορεύουν συνδυαστικές μεταφορές νωπών με άλλα προϊόντα.

5. Πολεοδομικοί περιορισμοί στις προδιαγραφές κτηρίων που εμποδίζουν την πλήρη εκμετάλλευση των αποθηκευτικών χώρων και λοιπά, γραφειοκρατικού τύπου προσκόμματα, για την αδειοδότηση τους.

6. Ολιγοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς χονδρικού εμπορίου με αρκετά παραδείγματα  "καρτέλ" στην ελληνική αγορά.

7. Διατήρηση υψηλών περιθωρίων κέρδους σε τμήμα της εγχώριας αγοράς παρά την ύφεση, σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος.

8. Μεγάλη εξάρτηση των εγχώριων τιμών υπάρχει από τις αυξητικές διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου αλλά και των τιμολογίων των ΔΕΚΟ. Οι 13 αυξήσεις των τιμολογίων της ΔΕΗ στα επαγγελματικά τιμολόγια από το 2009 μέχρι σήμερα δημιουργεί σοβαρές αυξητικές πιέσεις στις τελικές τιμές.

9. Η πεπατημένη πως οι βραχυπρόθεσμες εκπτώσεις και προσφορές λειτουργούν περισσότερο ελκυστικά για τους καταναλωτές παρά οι μόνιμα χαμηλές τιμές. Επίσης, η εσφαλμένη επιλογή των ταχέως και βραδέως κινούμενων εμπορευμάτων, οδηγεί σε λάθος υπολογισμό αντικατάστασης (stock replacement).

10. Η πτώση του μισθολογικού κόστους αντί του μη μιςθολογικού κόστους αλλά και της μείωσης των ενοικίων επαγγελματικής στέγης, αντισταθμίστηκε πλήρως, αφενός από τον ακριβό δανεισμό των επιχειρήσεων από τις Τράπεζες και της μετρητοίς αγοράς εμπορευμάτων πριν την παραλαβή (country risk).

11. Αδυναμία πλήρους αποτύπωσης της ελληνικής πραγματικότητας, αφού σε πολλές περιπτώσεις άτυπες εκπτώσεις και «παζαριού» του υψηλού ΦΠΑ λαμβάνουν χώρα στο ταμείο, πριν την έκδοση της απόδειξης, ανάλογα μάλιστα και με τον τρόπο πληρωμής, γεγονός που οδηγεί σε διαμόρφωση διαστρεβλωμένων στοιχείων.

12. Μονομερής προσήλωση των κρατικών φορέων στην επιβολή νέων χρεώσεων. Οι επιβάρυνσεις με τέλη, δασμούς, κρατήσεις υπέρ τρίτων, διατήρηση των έκτακτων φόρων καθώς και η μετατροπή του φόρου ακινήτων σε μόνιμο  είναι όλοι εκείνοι οι παράγοντες που επιβαρύνουν το κόστος και διαμορφώνουν το ποσοστό κέρδους.

13. Η έλλειψη μελέτης «ελαστικότητας» από τα αρμόδια Υπουργεία και η μη έγκαιρη αξιολόγηση της καταγραφής των επιπτώσεων από τους «σοφούς» τής Τρόικας, διαμόρφωσε τις τιμές της αγοράς σε πολλούς κλάδους του εμπορίου χαμηλότερα από την τιμές του τέλειου ανταγωνισμού, ενώ στα τρόφιμα, στα καύσιμα και στα είδη πρώτης ανάγκης περισσότερο κοντά στις τιμές μονοπωλίων.

Στους παραπάνω 13 λόγους της «ελληνικής ακρίβειας» θα πρέπει να προστεθεί το ανεπιτυχές "πείραμα" της εσωτερικής υποτίμησης που έχει προκαλέσει ανισορροπία και αναντιστοιχία στο τρίπτυχο: "εισόδημα, φόροι και τιμές".

Οι διαρκώς αυξανόμενες τάσεις νέων μέτρων και υπεροφορολόγησης, σε συνδυασμό με νέες αυξήσεις των διεθνών τιμών κυρίως σιτηρών, κρέατος και πετρελαίου, απειλούν το 2014 τις τιμές των τροφίμων, με αυξήσεις 3%.

λοι οι άνθρωποι της αγοράς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι στο υγιές εμπόριο το περιθώριο κέρδους δεν βρίσκεται στην τιμή λιανικής πώλησης, αλλά στην τιμή αγοράς και κάποιοι δεν επιτρέπουν στις ανταγωνιστικές μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις να αγοράσουν και να πουλήσουν φθηνά.