Στην αγγλική γλώσσα υπάρχει η έκφραση win-win, με την οποία περιγράφεται μια στρατηγική που αποσκοπεί στο να αποκομίσουν ικανοποιητικά και προπάντων όχι ετεροβαρή οφέλη όλοι όσοι εμπλέκονται σε μια κατάσταση κρίσης. Αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο στην κρίση που ταλαιπωρεί πρωτίστως τα δύο ιστορικότερα και εμβληματικότερα πανεπιστήμια της χώρας μας, το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Στην προκειμένη περίπτωση η στρατηγική win-win ταυτίζεται με το διάλογο. Παρότι σε μια δημοκρατική πολιτεία ο διάλογος θα έπρεπε να είναι η μόνη μέθοδος αντιμετώπισης των κρίσεων, παρότι θέλουμε να υπερηφανευόμαστε, όταν καταλαμβανόμεθα από τις όλες και πιο συχνές κρίσεις αρχαιολατρίας, ότι ο διάλογος, πολιτικός και φιλοσοφικός, είναι κατάκτηση του ελληνικού πολιτισμού, η κρίση στα ΑΕΙ αποτελεί σύμπτωμα της διάλυσης κάθε έννοιας διαλόγου στο δημόσιο βίο.
  

Το χρονικό της κρίσης είναι γνωστό. Η απόφαση της κυβέρνησης να θέσει σε διαθεσιμότητα, με το ενδεχόμενο της απόλυσης ανοικτό, ένα μεγάλο αριθμό εργαζομένων στα ΑΕΙ ήταν εξαρχής αντιληπτό από όλους, όσοι δεν εθελοτυφλούσαν και δεν υπέφεραν από αφόρητη οίηση, που θα οδηγούσε. Η κυβέρνηση, με την αυτοπεποίθηση που της έχουν προσδώσει πολλές «νίκες» της στις προγενέστερες κόντρες της με διάφορους επαγγελματικούς κλάδους, θεωρούσε ότι θα καταγράψει άλλη μια, με συμβολικό μάλιστα περιεχόμενο, δεδομένου του παρελθόντος και της φυσιογνωμίας των ελληνικών ΑΕΙ. Αποφασίστηκε μάλιστα, με εμφανώς πρόχειρα και αποκλειστικά ποσοτικά κριτήρια, το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πολυτεχνείο να στερηθούν περίπου το 50% των υπαλλήλων τους. Για ποιο λόγο; Απλά και μόνο γιατί ως μεγάλα πανεπιστήμια, με πλήθος δραστηριοτήτων, διέθεταν περισσότερους υπαλλήλους από τα μικρότερα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ. Η λογική θα απαιτούσε μια στοιχειώδη προετοιμασία: επαφές υπηρεσιακών παραγόντων και εκ του σύνεγγυς συνεργασία προτού παρθεί οποιαδήποτε απόφαση. Το Υπουργείο διατείνεται ότι έγινε διάλογος, τα ΑΕΙ το αρνούνται και έχουν δίκιο, όπως θα καταδειχθεί στη συνέχεια. Αφότου ξεκίνησαν οι απεργιακές κινητοποιήσεις, οι εμπλεκόμενοι στην κρίση δεν  διελέχθησαν, παρότι συναντήθηκαν κάποιες, ελάχιστες, φορές. Αντί του διαλόγου προτιμήθηκαν τελεσίγραφα, πληθώρα συνεντεύξεων και δηλώσεων στα μέσα ενημέρωσης, διαρροές σε δημοσιογράφους και δικαστικές παραγγελίες. Όλα αυτά για να φανεί ότι έγιναν τα πάντα για να λυθεί το πρόβλημα, ότι εξαντλήθηκαν όλα τα μέσα, ενώ δεν χρησιμοποιήθηκε το μόνο μέσο που θα συνιστούσε λύση: ο διάλογος.

Ο διάλογος αποτέλεσε τη μέγιστη κατάκτηση του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Σ’ αυτόν θεμελιώθηκε η ελληνική δημοκρατία, χάρη στο διάλογο κατακτήθηκε η φιλοσοφική και επιστημονική πρόοδος. Ο διάλογος είναι η μόνη μέθοδος για την εύρεση ή την προσέγγιση της αλήθειας. Στη νεότερη φιλοσοφία ο Χέγκελ ανέδειξε με μοναδικό τρόπο την πεμπτουσία του διαλόγου. Οι διαλεγόμενοι δεν συζητούν με σκοπό να πείσουν ο ένας τον άλλο. Ο ένας καταθέτει τη θέση του, ο άλλος ορθώνει την αντίθεσή του και μαζί αγωνίζονται να φτάσουν σε μια σύνθεση. Η σύνθεση αυτή δεν ταυτίζεται ούτε με τη θέση, ούτε με την αντίθεση, αλλά αποτελεί μια νέα λύση, η οποία υπερβαίνει τη θέση και την αντίθεση. Αυτή είναι μια win-win στρατηγική εξ ορισμού, η οποία αποτέλεσε τη βάση της προόδου στην Ευρώπη του 19ου  και 20ου αιώνα.

Το πανεπιστήμιο, από τη φύση του, σε κάθε πολιτισμένη χώρα, αποτελεί χώρο παραγωγής ιδεών. Η βασική του αποστολή είναι, με τη συνεργασία φοιτητών και καθηγητών, να αναλύεται και να κατανοείται η πραγματικότητα, ώστε κατόπιν να προτείνονται λύσεις που απαντούν στα προβλήματα. Η πλέον σημαντική αποστολή του πανεπιστημίου είναι με τη βοήθεια του λόγου, της λογικής, να φτάνει σε λύσεις που υπερβαίνουν την πραγματικότητα, ώστε να οδηγηθούμε σε μια νέα πραγματικότητα. Πανεπιστήμιο μη ριζοσπαστικό δεν είναι πανεπιστήμιο. Το πανεπιστήμιο επίσης πρέπει να διακρίνεται από εξωστρέφεια, να μην αναλώνεται σε εσωτερικό διάλογο, να μην κλείνεται στον εαυτό του, να μην οχυρώνεται πίσω από τείχη.

Η κρίση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Μετσόβειο Πολυτεχνείο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο με το διάλογο. Το Υπουργείο Παιδείας οφείλει να ζητήσει από τα πανεπιστήμια να επιτελέσουν την αποστολή τους, να προτείνουν λύσεις και σχέδια. Να ενεργοποιηθεί όλη η πανεπιστημιακή κοινότητα στην παραγωγή λύσεων και προτάσεων. Το Υπουργείο οφείλει όμως  να αποδεχθεί ότι διάλογος δεν υφίσταται όταν επιμένει στην απέλπιδα προσπάθειά του να πείσει για το δίκαιο των ενέργειών του με επιμονή ανάλογη σκληροπυρηνικών παπών της Ρώμης. Ο διάλογος Υπουργείου και ΑΕΙ, θέσης και αντίθεσης, χρειάζεται να οδηγήσει σε μια σύνθεση, η οποία θα υπερβαίνει την προβληματική και ζοφερή πραγματικότητα που τώρα ζούμε. Αυτή θα είναι μια win-win επιλογή όχι μόνο για τους διαλεγόμενους, αλλά για το σύνολο της χώρας. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση η νίκη θα είναι πύρρειος. Τα πανεπιστήμιά μας δεν γίνονται καλύτερα με την αποψίλωσή τους, με το δραστικότατο κούρεμα από το PSI των αποθεματικών τους, με την συνεχή παρέμβαση του κράτους σε κάθε δράση τους. Μια πολιτεία που λοιδορεί με διαρροές, ψεύδη και επιλεκτική παρουσίαση στοιχείων τα ΑΕΙ της χώρας, δεν δείχνει να επιδιώκει το διάλογο. Προσπαθεί απλά να δικαιολογήσει τις επιλογές της, πείθοντας την κοινή γνώμη. Ας έχουμε κατά νου ότι η επιβολή απαιτεί την πειθώ, ενώ η αλήθεια τον διάλογο.