Η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για την οικονομία!
Αποκαλυπτικά στοιχεία
H οικονομία μπαίνει σε τροχιά σταθεροποίησης εκτιμά η Τράπεζα της Ελλαδός, καταγράφοντας επιβράδυνση της ύφεσης το 2013 και προβλέποντας ανάπτυξη το 2014. «Σήμερα οι ενδείξεις αυτές έχουν ισχυροποιηθεί και είναι βάσιμο να προβλεφθεί ότι τον επόμενο χρόνο θα τερματιστεί η ύφεση και η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Προβόπουλος.
Η ΤτΕ εκτιμά ότι η ανάπτυξη το 2014 θα είναι 0,5% του ΑΕΠ (ο προϋπολογισμός προβλέπει 0,6% του ΑΕΠ), ενώ η ανεργία θα μειωθεί κατά 1 ποσοστιαία μονάδα.
Οι ευνοϊκότερες συνθήκες που διαμορφώνονται βασίζονται στα ακόλουθα:
― Η δημοσιονομική προσαρμογή, που εφαρμόζεται για τέταρτο χρόνο, έχει σημειώσει εντυπωσιακή πρόοδο και αναμένεται η καταγραφή πρωτογενούς πλεονάσματος το 2013 μετά από μία μακρά περίοδο μεγάλων ελλειμμάτων.
― Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα παρουσιάσει για πρώτη φορά πλεόνασμα το 2013.
― Το 2013 ο ρυθμός της ύφεσης εκτιμάται ότι θα περιοριστεί (σε 4% περίπου) σε σύγκριση τόσο με το 2012 όσο και με την πρόβλεψη στις αρχές του τρέχοντος έτους.
― Έχουν βελτιωθεί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό οι προσδοκίες και εμπεδώνεται σταδιακά η εμπιστοσύνη. Οι ευνοϊκές εξελίξεις άρχισαν να διαφαίνονται και στην πραγματική οικονομία.
― Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων σημείωσε πρόοδο μετά από σημαντικές καθυστερήσεις τα προηγούμενα χρόνια.
― Οι τιμές ανταποκρίνονται πλέον στον περιορισμό της ζήτησης και του κόστους εργασίας και η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε βελτίωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος.
― Η αναδιάρθρωση της οικονομίας από την πλευρά της προσφοράς προχωρεί με αργούς ρυθμούς. Είναι ωστόσο ενθαρρυντικό ότι οι εξελίξεις στις σχετικές τιμές δημιουργούν κίνητρα για τη μετακίνηση πόρων από την παραγωγή μη διεθνώς εμπορεύσιμων προς την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών, όπου η παραγωγικότητα είναι πολύ υψηλότερη. Η τάση αυτή, αν συνεχιστεί και ενταθεί, θα οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας, σε βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και σε δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, δηλαδή σε διατηρήσιμη ανάπτυξη.
― Ολοκληρώθηκε η ανακεφαλαιοποίηση των πιστωτικών ιδρυμάτων «απολύτως ομαλά χωρίς κανένας αποταμιευτής να υποστεί απομείωση των καταθέσεών του, δηλαδή χωρίς να διαταραχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα».
Γιατί είναι εφικτή η ανάπτυξη το 2014
Σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος η ανάκαμψη θα στηριχθεί:
α) στην επιβράδυνση της πτώσης της κατανάλωσης, καθώς προβλέπεται ότι θα ανακοπεί η μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος,
β) στη θετική συμβολή της εξωτερικής ζήτησης, που θα ενισχυθεί από τις εξαγωγές αγαθών και τουριστικών υπηρεσιών,
γ) στη μικρή άνοδο των επιχειρηματικών επενδύσεων σε κατασκευές, πλην των κατοικιών, όπως προκύπτει από τη σχετική βελτίωση των δεικτών επενδυτικής ζήτησης,
δ) στην ταχύτερη αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων και πόρων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τη χρηματοδότηση αφενός των επενδύσεων στις υποδομές και αφετέρου των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και
ε) στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων.
Η ανάκαμψη θα επηρεάσει θετικά την απασχόληση, ενώ το μέσο ετήσιο επίπεδο της ανεργίας του 2014 αναμένεται να υποχωρήσει.
Ο πολιτικός κίνδυνος
Ο Γιώργος Προβόπουλος όμως, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σημειώνοντας ότι «η πορεία της οικονομίας στο μέλλον υπόκεινται ακόμη σε ισχυρές αβεβαιότητες».
Όπως αναφέρεται, «σημαντικό πρόβλημα δημιουργείται από το πολιτικό κλίμα, το οποίο παρουσιάζει στοιχεία πόλωσης και αντιπαραθέσεων, σε μια περίοδο μάλιστα που απαιτείται το αντίθετο: η σύμπλευση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων σε μια εθνική πολιτική για την έξοδο από την κρίση και για την ανάπτυξη. Είναι συνεπώς βάσιμο να δημιουργούνται ανησυχίες ότι το 2014, έτος εκλογικών αναμετρήσεων για το Ευρωκοινοβούλιο και την τοπική αυτοδιοίκηση, η πολιτική αντιπαράθεση μπορεί να οξυνθεί περαιτέρω, η πόλωση να κορυφωθεί και ο συγκερασμός απόψεων, που είναι προϋπόθεση για μια εθνική πολιτική, να γίνει ακόμη δυσχερέστερος. Αν συμβεί αυτό, η αβεβαιότητα θα ενταθεί και θα αποδυναμωθούν τα στοιχεία που στηρίζουν σήμερα θετικές προβλέψεις για το 2014. Μέσα σ' αυτό το κλίμα έχει καθοριστική σημασία, στην παρούσα φάση, να παραμείνει η οικονομική πολιτική προσηλωμένη στην πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Εξάλλου, για να παγιωθεί οριστικά η εμπιστοσύνη και για να δοθεί ώθηση στην ανάκαμψη, πρέπει να ολοκληρωθούν επιτυχώς οι επικείμενες διαπραγματεύσεις με τους εταίρους για τη διευθέτηση του θέματος του δημόσιου χρέους, με βάση την απόφαση του Eurogroup της 26ης και 27ης Νοεμβρίου 2012».
Να δημιουργηθούν προϋποθέσεις μείωσης των φόρων
Όπως αναλύεται στην Έκθεση, θα πρέπει η Ελλάδα:
― να συνεχίσει απαρέγκλιτα το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, να επιτύχει τους στόχους που έχουν τεθεί και να εξασφαλίσει βιώσιμα και διευρυνόμενα πρωτογενή πλεονάσματα
― να επιταχύνει με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τις διαδικασίες αναδιάρθρωσης της οικονομίας με στόχο τη μεταφορά επενδυτικών πόρων και θέσεων εργασίας προς τομείς διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, την αλλαγή δηλαδή του αναπτυξιακού προτύπου.
Η Τράπεζα της Ελλάδος επαναλαμβάνει ότι το μείγμα πολιτικής που εφαρμόστηκε ήταν λάθος καθώς «η δημοσιονομική προσαρμογή βασίστηκε σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι έπρεπε σε αύξηση της φορολογίας, η οποία οδήγησε σε σημαντική επιβάρυνση των φορολογουμένων και σε μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Η Τράπεζα της Ελλάδος είχε εξ αρχής υποστηρίξει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή θα έπρεπε να επικεντρωθεί στη μείωση των δαπανών και να επιδιώξει αύξηση των εσόδων με διεύρυνση της φορολογικής βάσης και περιορισμό της φοροδιαφυγής».
Τονίζει μάλιστα ότι «απαραίτητη όμως προϋπόθεση για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων είναι η περαιτέρω διεύρυνση της φορολογικής βάσης, η οποία θα πρέπει να προέλθει κυρίως από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και όχι την επιβολή νέων φόρων ή τη συνεχή αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη φορολογουμένων». Αν υπάρξει πρόοδος προς αυτή την κατεύθυνση, διευρύνονται οι δυνατότητες να μειωθεί η φορολογική επιβάρυνση των ήδη φορολογουμένων που έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Γι' αυτό το λόγο δίνεται έμφαση στην ανάγκη να προχωρήσει ο εξορθολογισμός του δημόσιου τομέα αλλά και στην επιτάχυνση της διαδικασίας των αποκρατικοποιήσεων, προκειμένου να καλυφθούν οι αποκλίσεις του 2013 και να τονωθεί το επιχειρηματικό κλίμα.
Νέες πηγές χρηματοδότησης
Η Τράπεζα της Ελλάδος σημειώνει την τεράστια πρόοδο που έχει συντελεστεί στον τραπεζικό τομέα αλλά τονίζει ότι «βραχυχρόνια, οι χορηγήσεις νέων δανείων παραμένουν πολύ περιορισμένες καθώς υπάρχουν ακόμη πολλοί παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στην πιστοδοτική ικανότητα των τραπεζών. Ένας από τους πιο σημαντικούς είναι η συσσώρευση δανείων σε καθυστέρηση», Τα δάνεια σε καθυστέρηση εξάλλου δημιουργούν το ενδεχόμενο μελλοντικών απομειώσεων της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών και συντηρούν την ανάγκη δέσμευσης κεφαλαίων για σχηματισμό υψηλών προβλέψεων, υποστηρίζει ενώ ταυτόχρονα, η ζήτηση χρηματοδότησης παραμένει αδύναμη.
Για να εξομαλυνθεί η κατάσταση θα πρέπει α) να βελτιωθεί το κλίμα, β) να υπάρξουν
πρωτοβουλίες των τραπεζών για τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων, θέμα για το οποίο εκτιμάται ότι «υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης στις μέχρι σήμερα ακολουθούμενες πολιτικές των τραπεζών».
Οι εναλλακτικές
Για να στηριχθεί η οικονομική ανάκαμψη, η ροή δανειακών κεφαλαίων μέσω των τραπεζών προς την πραγματική οικονομία θα πρέπει βραχυπρόθεσμα να συμπληρωθεί με εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, όπως είναι οι εξής:
Πρώτον, δανεισμός από τις αγορές εταιρικών ομολόγων. Η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου που διέπει τα ομολογιακά δάνεια στην Ελλάδα θα μπορούσε να δώσει ώθηση στη δημιουργία μιας εγχώριας αγοράς εταιρικών ομολόγων για μικρότερες εταιρίες με περιορισμένη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές.
Δεύτερον, αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Καθώς η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας θα ενισχύεται, οι εγχώριες εταιρίες θα αποκτούν μεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές για χρηματοδότηση.
Τρίτον, πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ. Την περίοδο 2000-2008, οι ελληνικές επιχειρήσεις απορρόφησαν πόρους της τάξεως του 1,6% του ΑΕΠ ετησίως για χρηματοδότηση επενδύσεων. Το 2013, οι πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ υπολογίζονται σε 4,2 δισεκ. ευρώ (2,3% του ΑΕΠ).
Τέταρτον, πόροι από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Το 2013-14, η ΕΤΕπ προβλέπεται να συγχρηματοδοτήσει μέσω εμπορικών τραπεζών δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις ύψους 1,4 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των εμπορικών τραπεζών, έως το τέλος του έτους θα έχουν χορηγηθεί δάνεια συνολικού ύψους 635 εκατ. ευρώ προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μέσα στο 2014 υπολογίζεται ότι θα δοθούν και τα υπόλοιπα 805 εκατ. ευρώ.
Η τράπεζα της Ελλάδος καλεί τις τράπεζες να παρέχουν νέες πιστώσεις σε δυναμικές επιχειρήσεις με υψηλό βαθμό εξωστρέφειας και προοπτικές ανάπτυξης (π.χ. επιχειρήσεις στους κλάδους των υποδομών, τροφίμων, ενέργειας, τεχνολογίας, υγείας, τουρισμού). «Με βάση αυτή τη στόχευση, θα πρέπει να επιδιώκεται και η ενδυνάμωση των επιχειρήσεων μέσω συνενώσεων και μάλιστα, όπου είναι εφικτό, και με στήριξη από τις εμπλεκόμενες τράπεζες».
Τέλος η ΤτΕ σημειώνει ότι θα προχωρήσουν τα stress Test με βάση τα αποτελέσματα της BlackRock Solutions και σημειώνει ότι, σε περίπτωση που θα απαιτηθεί κεφαλαιακή ενίσχυση βάσει των αποτελεσμάτων της άσκησης, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας διαθέτει ήδη ένα ικανοποιητικό απόθεμα μεγαλύτερο των 8 δισ. ευρώ. Παράλληλα, έχει ζητηθεί από τις τράπεζες η υποβολή σχεδίων χρηματοδότησης (funding plans) σε τριμηνιαία βάση, τα οποία θα αξιολογούνται για την επάρκειά τους από την Τράπεζα της Ελλάδος. Μέσω των σχεδίων αυτών, οι τράπεζες περιγράφουν τις ενέργειές τους προκειμένου να διευρύνουν τις πηγές από τις οποίες αντλούν ρευστότητα, ώστε σταδιακά να απεξαρτηθούν από τη χρηματοδότηση του Ευρωσυστήματος.