Allianz: ’λμα ανταγωνιστικότητας για Ελλάδα
Το 2013 η Ελλάδα βελτίωσε τη γενική βαθμολογία της σε 4,4 από 3,6 το 2012 και 2,2 το 2011
Ισχυρή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας καταγράφει η έκθεση της Allianz, Euro Monitor 2013, τονίζοντας πάντως ότι στο δημοσιονομικό μέτωπο η εικόνα παραμένει ζοφερή.
Όπως αναφέρει, το 2013 η Ελλάδα βελτίωσε τη γενική βαθμολογία της σε 4,4 από 3,6 το 2012 και 2,2 το 2011. Η επίδοση εξακολουθεί να είναι μέτρια, αλλά αντικατοπτρίζει βελτιώσεις σε πολλούς τομείς.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Euro Monitor της ασφαλιστικής:
Η καλύτερη επίδοση της Ελλάδας ήταν στο μέτωπο της ανταγωνιστικότητας. Σε αυτή την κατηγορία, η βαθμολογία έχει εκτοξευθεί από 3,5 το 2011 στο 7,0 φέτος. Αυτό οφείλεται σε μια απότομη πτώση στο μοναδιαίο κόστος εργασίας, στο σχεδόν ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και τη σταθεροποίηση του μεριδίου εξαγωγών της χώρας στην παγκόσμια αγορά.
Η Ελλάδα επίσης έχει σχετικά καλές επιδόσεις και στον τομέα του εταιρικού χρέους, το οποίο μειώνεται και διαμορφώνεται σ'ένα σχετικά χαμηλό επίπεδο.
Σε επτά δείκτες, η Ελλάδα εξακολουθεί να καταγράφει τη χειρότερη δυνατή βαθμολογία 1.
Η δημοσιονομική εικόνα παραμένει ζοφερή, με βαθμό 2,3 σε αυτή την κατηγορία. Ωστόσο, χάρη στη μείωση των επιτοκίων του κρατικού χρέους που συμφωνήθηκε στα τέλη του 2012, η επιβάρυνση από τους τόκους έχει μειωθεί παρά την αύξηση των επιπέδων του χρέους .
Επιπλέον, σημειώνει, οι επιτυχίες στο μέτωπο της δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν αντικατοπτρίζονται επαρκώς στο τρέχον έλλειμμα του προϋπολογισμού. Εξαιρώντας την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα ήταν σημαντικά χαμηλότερο. Επίσης, λόγω της έλλειψης δεδομένων, δε λαμβάνεται υπόψη η μεταρρύθμιση του ελληνικού συνταξιοδοτικού ως αποτέλεσμα αυτής της μεταρρύθμισης, η μελλοντική επιβάρυνση από το δημογραφικό για τον κρατικό προϋπολογισμό είναι πιθανό να έχει μειωθεί.
Γερμανία, Εσθονία και Αυστρία στην κορυφή της κατάταξης
Το Allianz Euro Monitor, βασισμένο σε 15 δείκτες, μετρά τις μακροοικονομικές ανισορροπίες στην ευρωζώνη. Τα αποτελέσματα για το 2013 δείχνουν ότι σημειώνεται αργή αλλά σταθερή πρόοδος προς μία πιο ισορροπημένη ανάπτυξη στην ευρωζώνη. Ο Καθηγητής Δρ Michael Heise, επικεφαλής οικονομολόγος της Allianz SE, ανέφερε σχετικά με τα αποτελέσματα της φετινής έκθεσης : «Με την οξεία φάση της κρίσης να έχει περάσει, είναι σημαντικό να προχωρήσουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις με τον ίδιο ρυθμό, ακόμα και στις χώρες του πυρήνα. Είναι ενθαρρυντικό ότι, όλες οι χώρες του προγράμματος, με εξαίρεση τη Κύπρο, δείχνουν σημαντικές βελτιώσεις. Αλλά υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος να διανύσουμε. Καθώς η οικονομία της ευρωζώνης θ'αρχίσει να ανακάμπτει πιο έντονα μέσα στο επόμενο έτος, τα οφέλη από τις μεταρρυθμίσεις θ'αρχίσουν να γίνονται πιο εμφανή."
Σε καλό δρόμο οι χώρες του προγράμματος
Για άλλη μια φορά, καμία μεμονωμένη χώρα δεν επιτυγχάνει βαθμολογία 8 ή περισσότερο, η οποία θα σηματοδοτούσε ισορροπημένες επιδόσεις σε όλους τους τομείς. Ωστόσο, μόνο μία χώρα, η Κύπρος, έχει βαθμολογία μικρότερη από 4 , που σηματοδοτεί την ευρεία άνιση ανάπτυξη με βάση την κλίμακα διαβάθμισης.
Εννέα από τις δεκαεπτά χώρες της ευρωζώνης ήταν σε θέση να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους το 2013 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Ιδιαίτερα ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι η ομάδα αυτή περιλαμβάνει επίσης τις χώρες του προγράμματος (με την εξαίρεση της Κύπρου). Αυτό υποδηλώνει ότι οι προσπάθειες εξυγίανσης και μεταρρύθμισης αποδίδουν καρπούς σε μεγάλο βαθμό. Παρ'όλα αυτά, η οικονομική αδυναμία - που εκδηλώνεται σε ορισμένους οικονομικούς δείκτες - που συνέχισε να πλήττει πολλές χώρες της ΟΝΕ το 2013 σημαίνει ότι η επιτυχία των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών δεν ήταν όσο εμφανής θα μπορούσε να είναι. Οι αρνητικές οικονομικές συνθήκες εξακολουθούν να έχουν επιπτώσεις σε δείκτες όπως το έλλειμμα προϋπολογισμού, το μοναδιαίο κόστος εργασίας, η εγχώρια ζήτηση και η παραγωγικότητα της εργασίας.
Η οικονομική ύφεση δεν μπορεί, ωστόσο, να αποτελέσει ένα γενικό επιχείρημα για να εξηγήσει γιατί πέντε χώρες είδαν τις επιδόσεις τους να επιδεινώνονται περαιτέρω και γιατί δύο χώρες παραμένουν στάσιμες σε σχετικά χαμηλό επίπεδο. Πέρα από την Κύπρο, οι εξελίξεις στη Σλοβενία και την Ιταλία, ακόμη και στην Ολλανδία, προκαλούν ανησυχία.
Δεν προκαλεί έκπληξη ότι χώρες με πολύ χαμηλή βαθμολογία έχουν τη μεγαλύτερη δυναμική για βελτίωση. Η Πορτογαλία, για παράδειγμα, βελτίωσε τη συνολική της βαθμολογία από 3,8 το 2012 σε 4,6 το 2013, με την Ελλάδα ν'αναρριχάται από το 3,6 στο 4,4. Οι δύο δείκτες που κρούουν πιο έντονα τον κώδωνα του κινδύνου παραμένουν η ανεργία και η εγχώρια ζήτηση. Η κρίση χρέους έχει αφήσει ένα εμφανές σημάδι στην αγορά εργασίας σε ορισμένες χώρες της ΟΝΕ, με σημαντικές διαφορές στις συνθήκες αγοράς εργασίας μεταξύ των επιμέρους χωρών (μόνο η Γερμανία, η Αυστρία, το Λουξεμβούργο και η Μάλτα πηγαίνουν καλά από αυτή την άποψη). Σε ό,τι αφορά στην ανάπτυξη της εγχώριας ζήτησης, καμία χώρα δεν κατόρθωσε να επιτύχει βαθμολογία 8 ή και υψηλότερη. Επτά από τις δεκαεπτά χώρες βαθμολογήθηκαν με το χειρότερο δυνατό βαθμό, 1, και για τους δύο αυτούς δείκτες. Αυτές περιλαμβάνουν τις χώρες του προγράμματος, καθώς επίσης και την Ισπανία, την Ιταλία και τη Σλοβακία.
Χάρη στις μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού που εφαρμόζονται σ'ένα μεγάλο αριθμό κρατών μελών, οι προοπτικές του μελλοντικού δημόσιου χρέους που χρειάζεται για τη χρηματοδότηση των κοινωνικών παροχών (implicit government debt) φαίνονται πιο ευοίωνες. Η απαιτούμενη προσαρμογή στο διαρθρωτικό πρωτογενές ισοζύγιο λαμβάνοντας υπόψη τη γήρανση του πληθυσμού, όπως δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει μειωθεί αισθητά στη ζώνη του ευρώ ως σύνολο .
Ο δείκτης με τα καλύτερα αποτελέσματα είναι πλέον αυτός του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Δώδεκα από τις δεκαεπτά χώρες, εμφανίζουν είτε πλεονασματικό είτε ισοσκελισμένο ισοζύγιο. Μόνο πέντε χώρες - Γαλλία, Φινλανδία , Εσθονία, Ελλάδα και Κύπρος - εξακολουθούν να έχουν ένα μικρό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών που αντιστοιχεί σε 1-2 τοις εκατό του ΑΕΠ τους. Είναι εντούτοις, σημαντικό να θυμόμαστε, ότι ο δείκτης τρεχουσών συναλλαγών πρέπει να εξετάζεται σε συνδυασμό με το δείκτη εγχώριας ζήτησης. Αυτό σημαίνει ότι μια χώρα με ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ή ακόμα και πλεονασματικό) που πηγάζει από την αδύναμη εγχώρια ζήτηση, δεν μπορεί να βαθμολογηθεί θετικά σε αυτή την κατηγορία.
Η βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών συνδέεται στενά με τη σταθεροποίηση του ιδιωτικού χρέους. Οι αξιολογήσεις του 2013 για τους δείκτες χρέους των νοικοκυριών και των μη χρηματοπιστωτικών οργανισμών, καθώς και οι υποχρεώσεις (παθητικό) των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, έχουν βελτιωθεί σε πολλές χώρες της ΟΝΕ σε σύγκριση με το 2012, με σχεδόν καμία χώρα να μην εμφανίζει επιδείνωση της βαθμολογίας. Αλλά ο Δρ. Heise προειδοποιεί: «Αυτή η ευπρόσδεκτη διαδικασία απομόχλευσης είναι, ωστόσο, πιθανό να διαρκέσει κάποια χρόνια και θα συνοδεύεται από ασθενή ζήτηση για δανεισμό.»