Οι αρχαιρεσίες του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας είχαν ανέκαθεν ένα ιδιαίτερο πολιτικό και σημειολογικό φορτίο, απότοκο του πληθυσμιακού όγκου αλλά και της πλούσιας ιστορικής διαδρομής του δικηγορικού σώματος σε κοινωνικούς αγώνες.
 
Στις προσεχείς εκλογές της 23ης και 24ης Φεβρουαρίου, το πολύτιμο αυτό «κεκτημένο» δεν πρέπει να μεταπέσει σε ανάγνωση κομματικών συσχετισμών με αναγωγή στην κεντρική πολιτική σκηνή. Και ναι μεν η χρονική συγκυρία - τρεις μήνες πριν από τις ευρωεκλογές και αυτοδιοικητικές εκλογές - δεν ευνοεί ίσως μια τέτοια προσέγγιση, πλην όμως το πολιτικό στίγμα των αρχαιρεσιών της νομιμοποιείται να το δώσει η ίδια η δικηγορική κοινότητα και μόνον.
 
Ποια στοιχεία συνθέτουν το διακύβευμα αυτό;
 
Πρώτον, η συμμετοχή. Για να νομιμοποιήσουμε τις επιλογές μας, πρέπει να τις περιβάλουμε με τη μέγιστη δυνατή αντιπροσωπευτικότητα. Να δυναμώσουμε τη φωνή μας, όποια χροιά κι αν έχει αυτή.
 
Δεύτερον, η «επιμελητηριακή» συνείδηση. Να εντάξουμε τις θεμιτές ιδεολογικές μας αφετηρίες στο κοινό κλαδικό συμφέρον. Όχι ως κλειστή συντεχνία, αλλά με συναίσθηση των κοινών δικαίων μας.
 
Τρίτον, η θεσμική παρεμβατικότητα. Να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε Σύλλογος ταγμένος καταστατικά στην προάσπιση της έννομης τάξης. Σε μια εποχή φλέγουσας νομικοπολιτικής προβληματικής, η σιωπή δεν είναι χρυσός.
 
Με άλλα λόγια, έχω τη βαθιά πεποίθηση ότι πολιτικά μηνύματα εκπέμπονται και χωρίς κομματικές εξαρτήσεις ή αναγωγές. Είναι μηνύματα που ο τόπος μας έχει ίσως περισσότερη ανάγκη από ποτέ.
 
Στις εκλογές αυτές, διεκδικώ την  τιμητική ανανέωση της εντολής στο πρόσωπό μου για να συνεχίσω από την προεδρία του ΔΣΑ τη θεσμική μάχη που αρχίσαμε και συνεχίσαμε σε κρίσιμες συνθήκες την τελευταία τριετία. Το έργο μας θα το αποτιμήσουν αυτοί που το έζησαν καθημερινά: ο Δικηγόρος του καθημερινού προσωπικού αγώνα, η δικηγορική οικογένεια της συλλογικής θεσμικής αξιοπρέπειας.
 
Πιστός στις αρχές που προανέφερα, κατέρχομαι εκ νέου υποψήφιος με γνωστή μεν ιδεολογική αφετηρία, αλλά χωρίς αποκλεισμούς και διαιρέσεις. Θέλω εξάλλου να ελπίζω ότι στη θητεία μου απέδειξα έμπρακτα ότι το συμφέρον της δικηγορικής οικογένειας, άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό της Πατρίδας μας, υπήρξε για εμένα αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα και μόνη κινητήριος δύναμη της δράσης μου.