Του Λάμπρου Καλαρρύτη-Εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 

Η είδηση ότι η Κίνα σχεδιάζει τη δημιουργία μιας σιδηροδρομικής γραμμής με πολλαπλές διακλαδώσεις, η οποία θα συνεχίζει υποθαλάσσια (!) και θα την ενώνει με τις… ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Αφρική, προκάλεσε απορία και αρκετά αμήχανα σχόλια στον διεθνή Τύπο για το φιλόδοξο του εγχειρήματος. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όμως τα μεγέθη και τις δυνατότητες του «ασιατικού δράκου», ίσως η επί χάρτου μεγαλεπήβολη, φουτουριστική ιδέα να μην προσφέρεται για ειρωνείες. Η Κίνα φιλοδοξεί να είναι σε λίγα χρόνια η πρώτη οικονομική δύναμη στον κόσμο, αφήνοντας πίσω της τις ΗΠΑ και βέβαια την Ε.Ε., αναπτύσσοντας (ήδη) και ανάλογες στρατιωτικές δυνατότητες. 

Οταν μια τέτοια δύναμη «φλερτάρει» στρατηγικά με την Ελλάδα, επιζητώντας λιμάνια, τρένα και αεροδρόμια, τα πράγματα είναι σοβαρά ή τουλάχιστον έτσι θα πρέπει να αντιμετωπίζονται από την εγχώρια πολιτική ηγεσία. Το Πεκίνο έχει επιλέξει τη χώρα μας ως βάση και σημείο εμπορικής και οικονομικής διείσδυσης στην Ευρώπη. Αυτό συνιστά μεγάλη γεωπολιτική ευκαιρία, αλλά και «βάρος», το οποίο η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί. Για τον λόγο αυτό ο Ελληνας πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς από τις πρώτες δηλώσεις του χαρακτήρισε την Ελλάδα πύλη της Ασίας στην Ευρώπη. 

ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ

Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ θεωρούν την Κίνα τον έτερο μεγάλο πλανητικό τους αντίπαλο, μετά τη Ρωσία, καταδεικνύει τη σοβαρότητα των χειρισμών που απαιτούνται. Την ίδια, μάλιστα, περίοδο που η Ουάσινγκτον αντιμετωπίζει με καχυποψία και την κυριαρχία στην Ευρώπη της Γερμανίας αλλά και τη στρατηγική της να διατηρεί εκλεκτικές σχέσεις μονοπωλιακής ενεργειακής διαδρομής από τη Μόσχα προς την Ευρώπη, μέσω του αγωγού που συνδέει τις δύο χώρες, Nord Stream, αλλά και της παρουσίας του Γερμανού πρώην καγκελάριου, Γκέρχαρντ Σρέντερ, στην αντιπροεδρία της Gazprom.

Ταυτόχρονα, η πρόσφατη ενεργειακή συμφωνία Ρωσίας-Κίνας, ύψους 400 δισ. δολαρίων, θεωρείται η μεγαλύτερη που έχει υπογραφεί και προφανώς η Ουάσινγκτον δεν είναι ευτυχισμένη βλέποντας τους δύο κορυφαίους αντιπάλους της να προχωρούν σε τέτοιου είδους κολοσσιαία συνεργασία. 

Αν σκεφτεί κάποιος ότι και οι δύο αυτές (υπερ)δυνάμεις επιχειρούν στρατηγική εγκατάσταση στην Ελλάδα, κατανοεί το ενδιαφέρον με το οποίο παρακολουθούν τις εξελίξεις οι ΗΠΑ. Την ίδια μάλιστα στιγμή που η κυβέρνηση των Αθηνών θεωρείται εξαιτίας και των Μνημονίων απολύτως ελεγχόμενη από Βερολίνο και Βρυξέλλες. 

Οι αμερικανικές αντιδράσεις για την απόπειρα ενεργειακής συνεργασίας με τη Ρωσία, με τους αγωγούς πετρελαίου Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη και φυσικού αερίου South Stream, είναι γνωστές. Πήρε φωτιά (στην κυριολεξία) το σκηνικό. Οι Βρυξέλλες, δε, μπλόκαραν μόλις προ μηνών τη συμμετοχή της Gazprom στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ. Με την ίδια λογική, της αποτροπής της σινο-ρωσικής εισόδου στην Ελλάδα, η Κομισιόν εκφράζει «ενστάσεις» για τη συμμετοχή των Κινέζων σε ελληνικές στρατηγικές υποδομές, όπως τα λιμάνια, επικαλούμενη το πλαίσιο ανταγωνισμού της Ε.Ε. Αλλά την ίδια στιγμή το Βερολίνο φέρνει εμπόδια και καθυστερήσεις και στην ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ με τη συμμετοχή των Αζέρων και στην ενίσχυση του αγωγού ΤΑΡ, που υποστηρίζει με κάθε τρόπο η Ουάσινγκτον. 

 

ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ

Η Κίνα δεν αρκείται στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας. Θέλει σιδηροδρόμους και περιφερειακά αεροδρόμια, ώστε να αποκτήσει ένα ολοκληρωμένο δίκτυο απευθείας μεταφοράς των προϊόντων της στην Ευρώπη, από τη στιγμή που θα φτάνουν στον Πειραιά (και όχι μόνο στον Πειραιά, διότι προτίθεται να συμμετάσχει στις ιδιωτικοποιήσεις και άλλων λιμανιών). Αλλά και πάλι μέσω Ελλάδας τη σιδηροδρομική τροχιά, που μέσω Τουρκίας, αραβικών χωρών και τελικά της Λωρίδας της Γάζας στην Παλαιστίνη θα εξαπλώνεται μέσω Αιγύπτου σε ολόκληρη την Αφρική. Πέραν της διεκδίκησης του 55% του διεθνούς αερολιμένα «Ελευθέριος Βενιζέλος», οι Κινέζοι θέλουν πάση θυσία το αεροδρόμιο στο Καστέλι, το οποίο θεωρούν εξίσου στρατηγικό, και δεν είναι διόλου τυχαία η μετάβαση από χθες το απόγευμα των δύο πρωθυπουργών, του Αντώνη Σαμαρά και του Κινέζου ομολόγου του, Λι Κετσιάνγκ, στην Κρήτη, όπου και διανυκτέρευσαν. 

Οι Κινέζοι θεωρούν την Κρήτη κομβικό σημείο για την προώθηση των προϊόντων τους, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στην Αφρική, στην οποία επίσης η παρουσία τους είναι έντονη και βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη ένας υπόγειος, μεγάλης έντασης, οικονομικο-εμπορικός πόλεμος με τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς. Οπως έλεγαν στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» ξένοι παράγοντες που δραστηριοποιούνται στον χώρο, «οι Αμερικανοί, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Βρετανοί βρίσκουν μπροστά τους σε κάθε γωνιά της Μαύρης Ηπείρου τους Κινέζους, οι οποίοι έχουν κάνει κανονική απόβαση».

Το παγκόσμιο γεωπολιτικό παιχνίδι που εξελίσσεται είναι τεράστιο. Η τριακονταετής σινο-ρωσική ενεργειακή συμφωνία που υπογράφηκε προβλέπει ότι η Ρωσία θα τροφοδοτεί την Κίνα με 38 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως, περίπου το 1/4 της ποσότητας με την οποία προμηθεύει την Ευρώπη. Με τις προοπτικές ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας, οι ποσότητες προφανώς θα αυξάνονται και θα δημιουργούν σταδιακά μια νέα μεγάλη ενεργειακή αγορά για τη Ρωσία, η οποία παράλληλα επιχειρεί να διασφαλίσει ότι η διέλευση των σχετικών αγωγών θα γίνεται από περιοχές απρόσβλητες από την αμερικανική «παρέμβαση» μέσω τρίτων (π.χ. αντάρτικες ομάδες, αυτονομιστές κ.λπ.).

Σχέδιο ανάσχεσης και περικύκλωσης

Οι Αμερικανοί, παράλληλα με την πολιτική ανάσχεσης της Ρωσίας (βλέπε τα εν εξελίξει γεγονότα στην Ουκρανία και τη Γεωργία το 2008), επιχειρούν έναν σχεδιασμό περικύκλωσης της Κίνας και, ει δυνατόν, επιβράδυνσης της οικονομικής της ανάπτυξης. Η συμφωνία με τη Ρωσία εξασφαλίζει στην Κίνα την ενεργειακή τροφοδοσία της οικονομίας της και οι συμφωνίες με την Ελλάδα τής ανοίγουν οδούς για την προώθηση των προϊόντων της στην Ευρώπη. 

Ενώ οι Αμερικανοί προσπαθούν να μειώσουν την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, βλέπουν τη Ρωσία να δίνει ενεργειακό οξυγόνο στην Κίνα και την Κίνα να επιχειρεί εμπορική διείσδυση στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας… 

Από την άλλη πλευρά, οι χώρες του βορρά με τα μεγάλα εμπορικά διεθνή λιμάνια, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και το Βέλγιο, θέλουν με κάθε τρόπο να αποτρέψουν τον σχεδιασμό της Κίνας για προσέγγιση στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας και του ευρωπαϊκού μεσογειακού νότου, προκειμένου να διατηρήσουν αυτές το μονοπώλιο του διεθνούς διαμετακομιστικού εμπορίου με τον «δράκο της Ασίας». Ομολογουμένως η Αθήνα βρίσκεται σε ένα πολύ ενδιαφέρον γεωπολιτικό κάδρο, το οποίο κρύβει στρατηγικές, οικονομικές και εμπορικές ευκαιρίες, αλλά χρειάζεται και διπλωματικές δεξιότητες, διότι είναι πολύπλοκοι οι συσχετισμοί που πρέπει να διαχειριστεί η ελληνική πλευρά.