Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Βαθύ ρήγμα δημιουργείται στην ηγεσία της Χρυσής Αυγής μετά την άρνηση του Ηλία Κασιδιάρη να εντείνει την κριτική του κατά της Δικαιοσύνης, με τον Ν. Μιχαλολιάκο να δηλώνει ότι «δεν πρόκειται να μείνω μέσα και να ξεχαστώ».

Σε συνεχείς τηλεφωνικές επικοινωνίες μεταξύ των δικηγόρων των δύο πλευρών, ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής απαίτησε την κορύφωση των τόνων, όμως ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος άλλαξε ρότα όχι μόνο για λόγους τακτικής σε επίπεδο νομικών χειρισμών, αλλά και για πολιτικούς λόγους, καθώς διεκδικεί πλέον την πρωτοκαθεδρία στην οργάνωση. Η αντιπαράθεση έχει φουντώσει για τα καλά τα τελευταία εικοσιτετράωρα, με τις αντιμαχόμενες πλευρές να δημοσιοποιούν βίντεο και φωτογραφίες η μία εναντίον της άλλης, στην προσπάθειά τους να μεταθέσουν τις ευθύνες για ενδεχόμενη απόδοση κατηγοριών που αφορούν τη σύσταση παραστρατιωτικής οργάνωσης και «προπαρασκευαστικές πράξεις κατάλυσης του πολιτεύματος».

Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί είναι ότι στην πρόσφατη συγκέντρωση της Χ.Α. στο Σύνταγμα δεν υπήρξε κινητοποίηση από πλευράς της ομάδας του Ν. Μιχαλολιάκου, ενώ η σύζυγός του, βουλευτής Ελένη Ζαρούλια, συνομιλεί μόνο με τους Μ. Αρβανίτη, Γ. Γερμενή και Στ. Μπούκουρα, αποκλείοντας τον Ηλ. Κασιδιάρη από τις συναντήσεις που πραγματοποιεί στο σπίτι της. Ομοίως, ο Ηλ. Κασιδιάρης με τους Ηλ. Παναγιώταρο, Π. Ηλιόπουλο και Ν. Μίχο ακολουθούν τη νομική γραμμή του Π. Σαράκη, έχοντας απομακρυνθεί οριστικά από τον κύκλο των δικηγόρων του αρχηγού τους. Η εμφανής άρνησή τους να σκληρύνουν τη στάση τους απέναντι στις ειδικές εφέτες ανακρίτριες, αποφεύγοντας τις κρίσεις στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένοι να ακολουθήσουν στη φυλακή τον αρχηγό και τον υπαρχηγό τους, με δεδομένο μάλιστα ότι γλύτωσαν τις προφυλακίσεις όταν η υπόθεση της Χ.Α. ήταν στα φόρτε της.

 

ΟΙ ΠΡΟΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΙ. Σε αντίθεση με τον Ν. Μιχαλολιάκο και τον Χρ. Παππά, ο Γ. Λαγός δεν έχει καταθέσει ακόμη αίτηση αποφυλάκισης, όπως και άλλα δύο εκ των προφυλακισμένων κομματικών στελεχών. Σύμφωνα με το σκεπτικό του εισαγγελέα Εφετών, Ισίδωρου Ντογιάκου, ο αρχηγός και ο υπαρχηγός της Χρυσής Αυγής δεν θα μπορούσαν να εξέλθουν με περιοριστικούς όρους σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, από τη στιγμή που οι έρευνες διευρύνονται. Ωστόσο, αν μέχρι τον Απρίλιο -οπότε συμπληρώνεται το εξάμηνο της προσωρινής κράτησής τους- δεν ανακύψουν πρόσθετα στοιχεία, τότε αμφότεροι είναι πολύ πιθανόν να αποφυλακιστούν. Οσον αφορά τον Γ. Λαγό, η ΕΛ.ΑΣ. ανέσυρε από το αρχείο της παλαιότερες υποθέσεις αξιόποινων πράξεών του μη σχετιζόμενων με τη Χρυσή Αυγή.

Η κίνηση αυτή ενδεχομένως να αποτελεί κι έναν μοχλό πίεσης προς τον προφυλακισμένο βουλευτή, ο οποίος «διεκδικεί ρόλο Ντερτιλή, αρνούμενος να συνομιλήσει με οποιονδήποτε στο παρασκήνιο», λένε δικαστικοί κύκλοι. Αξιοσημείωτο είναι ότι στις φυλακές ο Γ. Λαγός αποτελεί υπόδειγμα κρατουμένου. Μιλά ελάχιστα, γυμνάζεται πολύ, εκκλησιάζεται και συναναστρέφεται μόνο με τους Ν. Μιχαλολιάκο και Χρ. Παππά. Οι δύο τελευταίοι είναι αρκετά οξύθυμοι στις συναντήσεις τους με τους οικείους τους. Καταλογίζουν, δε, σε βουλευτές τους ότι προσπαθούν μέσω ενός δικηγόρου να ανοίξουν διαύλους επικοινωνίας με πολιτικά πρόσωπα από τον χώρο της Δικαιοσύνης και του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.

 

ΝΕΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ. Σύμφωνα με πληροφορίες των «Π», το αξιόλογο μέρος στην εξέλιξη της υπόθεσης βρίσκεται σε νέους υπόπτους, ειδικά σε πρόσωπο που φέρεται να συμμετείχε σε δύο «ορφανά» τρομοκρατικά χτυπήματα. Συγκεκριμένα, πέραν του βουλευτή της Χρυσής Αυγής που εξ αρχής μίλησε για τη δομή της οργάνωσης, όπως αποκάλυψαν τον Οκτώβριο τα «Π», υπάρχει ένα πρόσωπο που υπέδειξε δύο στελέχη στην κορυφή της πυραμίδας της Χ.Α. ως εντολείς «συμβολαίων θανάτου» και άλλων εγκληματικών ενεργειών. Ο συγκεκριμένος, που κατέθεσε πριν από λίγες ημέρες, συμμετείχε α) στη δολοφονική ενέργεια κατά του ειδικού φρουρού Χ. Αμανατίδη την Πρωτοχρονιά του 2005 στην είσοδο της οικίας του Βρετανού ακολούθου και β) στην απόπειρα αρπαγής του όπλου του αστυνομικού που φρουρούσε την οικία του τ. προέδρου του Αρείου Πάγου, Ρωμύλου Κεδίκογλου, την άνοιξη του 2007. Οι δύο επιθέσεις παραμένουν «ορφανές» και στελέχη της Αντιτρομοκρατικής οδηγήθηκαν στον ύποπτο έπειτα από πληροφορίες ότι ακροδεξιοί εξτρεμιστές επεδίωξαν τότε -ανεπιτυχώς- να «στήσουν» τρομοκρατική οργάνωση, ανάλογη με εκείνη που δρούσε τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Η εν ψυχρώ δολοφονία Αμανατίδη με 10 σφαίρες είναι πανομοιότυπη με τις δολοφονίες των χρυσαυγιτών στο Νέο Ηράκλειο και την επίσης διπλή εκτέλεση δύο εμπλεκόμενων στον υπόκοσμο της Πάτρας τον περασμένο Απρίλιο. «Αν δεν πρόκειται για τον ίδιο εκτελεστή, σίγουρα πρόκειται για τον ίδιο εμπνευστή» αναφέρουν στα «Π» ανώτατοι αξιωματούχοι της Αστυνομίας, παραπέμποντας στον χαρακτηρισμό του «αναρχοφασίστα» που κυριαρχούσε πριν από τέσσερις δεκαετίες.

 

 

Εκτελεστής και όχι «γεφυροποιός» ο ύποπτος

 

Ο ύποπτος δεν έχει τεθεί ακόμη υπό προστασία, επειδή πέφτει σε αρκετές αντιφάσεις για τον βαθμό συνέργειάς του στα εγκλήματα που περιγράφηκαν σε διπλανές στήλες. Πηγές από τη Δικαιοσύνη υποστηρίζουν ότι ενδεχομένως να πρόκειται για τον εκτελεστή, και όχι για τον «γεφυροποιό» στις σχέσεις της Χ.Α. με το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία, όπως αρχικώς εκτιμήθηκε. Το όνομά του βρίσκεται στη λίστα των 12 νέων προσώπων που εγκαλούνται για περιφερειακή συμμετοχή στην οργάνωση. Η βραχνή χροιά της ομιλίας του αποτυπώθηκε σε ένα από τα τρία καρτοκινητά που χρησιμοποιήθηκαν από τους δράστες της δολοφονίας του Αμανατίδη και ταυτοποιήθηκε σε καρτοκινητό κατά τα αιματηρά επεισόδια στο Πέραμα μεταξύ των μελών της Χ.Α. και του ΠΑΜΕ, λίγο πριν από τη δολοφονία Φύσσα.

Γενικά, πάντως, από τα «βαλιτσάκια» της Αντιτρομοκρατικής και της ΕΥΠ το πληροφοριακό υλικό «αξιολογείται μόνο επικουρικά κι όχι αποφασιστικά», αναφέρουν εισαγγελικές πηγές, εκφράζοντας τη δυσπιστία τους για τους τρόπους αντιμετώπισης της υπόθεσης από την Αστυνομία, ειδικά στα όσα προηγήθηκαν των πρόσφατων ερευνών στα σπίτια βουλευτών της Χρυσής Αυγής και παλαιότερα στα γραφεία του κόμματος στην Κατεχάκη και στον Σταθμό Λαρίσης. Θεωρούν, δηλαδή, ότι οι σχετικές εντολές έπρεπε να έχουν δοθεί νωρίτερα, καθώς τα ευρήματα (υπολογιστές, ηλεκτρονικό υλικό κ.τ.λ.) δεν διαφώτισαν περισσότερο στο σκέλος της «σύστασης εγκληματικής οργάνωσης».