«Πλυντήριο» του ΣΥΡΙΖΑ ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας
Τι γίνεται με τις υποθέσεις της Δούρου σε Μάνδρα και Μάτι - Η παράνομη καταγραφή της τηλεφωνικής επικοινωνίας του Στουρνάρα από τον Πολάκη
Η διακήρυξη από την απερχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ περί της ιστορικής ψήφισης νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας έπειτα από επτά δεκαετίες δεν μπορεί να κρύψει κάποια «ένοχα μυστικά» που οδήγησαν στην εσπευσμένη ψηφοφορία. Στον νέο Ποινικό Κώδικα και στον νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δεν... «ξεχάστηκαν» διατάξεις που οδηγούν στα «μαλακά» συγκεκριμένα στελέχη της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα που έχουν ή μπορεί να αποκτήσουν σημαντικές δικαστικές εκκρεμότητες ή εμπλοκές όταν πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έχει την εξουσία της διακυβέρνησης. Μεταξύ αυτών, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης και η απερχόμενη περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου.
Το τελευταίο διάστημα συζητήθηκε πολύ εάν οι διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα, που ψηφίστηκαν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και θα εφαρμοστούν από την 1η Ιουλίου 2019, επιφυλάσσουν ευνοϊκή μεταχείριση για τα πρόσωπα που κατηγορούνται για την υπόθεση της φονικής πλημμύρας στη Μάνδρα και της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι. Κοινό πρόσωπο και στις δύο δικογραφίες η απερχόμενη περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου. Η πρώην πλέον περιφερειάρχης περιλαμβάνεται στη λίστα των κατηγορουμένων και σε βάρος της έχει ασκηθεί ποινική δίωξη σε βαθμό πλημμελήματος. Βασικό αδίκημα και στις δύο περιπτώσεις είναι αυτό της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας κατά συρροή. Σύμφωνα με το άρθρο 94 του νέου Ποινικού Κώδικα, σε περίπτωση πλημμελημάτων, όπως δηλαδή σε αυτές τις δύο υποθέσεις, η συνολική ποινή δεν μπορεί να ξεπεράσει τα οκτώ έτη. Με το προηγούμενο καθεστώς, η συνολική ποινή δεν μπορούσε να ξεπεράσει τα 10 έτη.
Ωστόσο, για την υπόθεση της Μάνδρας, όπου οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν και το αδίκημα της πλημμύρας εξ αμελείας, με τον νέο Ποινικό Κώδικα θα επιβάλλεται φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή!
Παράλληλα, αίσθηση έχει προκαλέσει και η αλλαγή στην ποινική μεταχείριση όσων παράνομα καταγράφουν συνομιλίες. Σε αυτήν την περίπτωση, το αδίκημα από κακούργημα μετατράπηκε σε πλημμέλημα και αφορά εμπλοκή με ονοματεπώνυμο. Αυτήν του «αψύ» Π. Πολάκη. Ειδικότερα, το άρθρο 370Α του Ποινικού Κώδικα, που ισχύει μέχρι και 30 Ιουνίου 2019, προβλέπει πως «όποιος αθέμιτα αποτυπώσει σε υλικό φορέα το περιεχόμενο της τηλεφωνικής του επικοινωνίας με άλλον χωρίς τη ρητή συναίνεση του άλλου τιμωρείται με κάθειρξη».
Πλέον, το εν λόγω αδίκημα από 1ης Ιουλίου 2019 θα τιμωρείται με ποινή φυλάκισης! Σημειωτέον ότι στις 12 Μαρτίου 2019 διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών της Αθήνας στη Βουλή αίτημα για την άρση της ασυλίας του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, Παύλου Πολάκη, για το εν λόγω αδίκημα. Η δικογραφία σχηματίστηκε στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης για το αν ο Παύλος Πολάκης κατέγραψε παράνομα την τηλεφωνική συνομιλία με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα.
Πολλή συζήτηση, όμως, γίνεται στους νομικούς κύκλους για τη διαγραφή από τον νέο Ποινικό Κώδικα των άρθρων 150 και 151. Αφορούν τη «νόθευση αποδεικτικών» και την «κατάχρηση πληρεξουσιότητας», αντίστοιχα. Ειδικότερα, το άρθρο 150 ανέφερε «όποιος με πρόθεση νοθεύει, καταστρέφει ή κρύβει έγγραφα ή άλλα αντικείμενα που μπορούν να χρησιμεύσουν για την απόδειξη δικαιωμάτων ή την υποστήριξη συμφερόντων του ελληνικού κράτους ή συμμάχου του απέναντι σε άλλο κράτος, τιμωρείται με κάθειρξη». Αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρθρο 151, «όποιος ως πληρεξούσιος του ελληνικού κράτους ή συμμάχου του, διεξάγει με κάποια άλλη κυβέρνηση υποθέσεις του εντολέα του με πρόθεση κατά τέτοιον τρόπο που να μπορεί να προκύψει βλάβη για τον εντολέα του, τιμωρείται με κάθειρξη».
Σύμφωνα με τους νομικούς κύκλους, η απάλειψη των συγκεκριμένων άρθρων από τον νέο Ποινικό Κώδικα μπορεί να αποσκοπεί στο να προστατευτούν πολιτικά πρόσωπα τα οποία ενεπλάκησαν στις διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών, μεταξύ αυτών ο πρώην ΥΠ.ΕΞ. κ. Κοτζιάς, ενώ, σύμφωνα με μια άλλη ερμηνεία, έχει ως στόχο να μην αποδοθούν ευθύνες σχετικά με τη διαπραγμάτευση του Τρίτου Μνημονίου το καλοκαίρι του 2015. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Νέα Δημοκρατία έχει προαναγγείλει ότι προτίθεται να συστήσει εξεταστική επιτροπή για όσα έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 2015 με την επιβολή των capital controls και οδήγησαν στο Τρίτο Μνημόνιο.
Παράλληλα, επηρεάζονται οι συνέπειες και για μια σειρά από υποθέσεις, οι οποίες ενδεχομένως θα μπορούσαν να «αγγίξουν» στελέχη της απερχόμενης κυβέρνησης που εμπλέκονται στη διαχείριση κονδυλίων για το Προσφυγικό αλλά και στην υπόθεση του Μανώλη Πετσίτη και της σχέσης του με το Μέγαρο Μαξίμου.
Κονδύλια
Το ίδιο ισχύει και για το ζήτημα των κονδυλίων που διατέθηκαν για τους πρόσφυγες, ύψους 1,6 δισ. ευρώ, για το οποίο η Ν.Δ έχει προαναγγείλει ότι θα διερευνηθεί, καθώς και για την υπόθεση των βλημάτων που επρόκειτο να πωληθούν στη Σαουδική Αραβία, για την οποία η δικογραφία διαβιβάστηκε στη Βουλή, αλλά η έρευνα δεν προχώρησε.
Αφαιρούν αρμοδιότητες από τον εισαγγελέα Διαφθοράς
Αίσθηση προκαλεί σε νομικούς κύκλους το άρθρο 35 του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που ψήφισε προ ημερών η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το επίμαχο άρθρο αφορά τις αρμοδιότητες του εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς. Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 3 του επίμαχου άρθρου καθορίζεται ότι «στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς υπάγονται τα κακουργήματα που διαπράττουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους βουλευτές, γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ακόμη και εάν οι υπαίτιοι έχουν παύσει να φέρουν την ιδιότητα αυτή, εφόσον αυτά σχετίζονται με επιδίωξη οικονομικού οφέλους των ιδίων ή τρίτων ή την πρόκληση βλάβης στο Δημόσιο, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων του άρθρου 33». Με μία προσεκτική ματιά, κάποιος μπορεί να παρατηρήσει ότι στις κατηγορίες των προσώπων που μπορούν να ελεγχθούν από την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς δεν έχουν περιληφθεί οι υπουργοί που μέχρι τώρα οι τυχόν ευθύνες τους εντάσσονταν στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα Διαφθοράς, ενώ αναφέρονται μόνον οι βουλευτές.
Η πρώτη «εύκολη» ανάγνωση θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι αυτό συνέβη λόγω του νόμου περί ευθύνης υπουργών, βάσει του οποίου μόνη αρμόδια προκειμένου να ελέγξει τα πρόσωπα που βρίσκονται στους υπουργικούς θώκους είναι η Βουλή.
Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει, σύμφωνα με έμπειρους νομικούς, καθώς η τακτική Δικαιοσύνη, ως γνωστόν και σύμφωνα με όσα έχει αποφανθεί και το Κοινοβούλιο, είναι αρμόδια να διερευνήσει τα αδικήματα τα οποία έχουν τελέσει υπουργοί και δεν εμπίπτουν στα καθήκοντά τους, όπως για παράδειγμα και κυρίως το «ξέπλυμα» βρώμικου χρήματος και η δωροδοκία.
Σημειώνεται ότι, αυτή την περίοδο, υπό διερεύνηση από την Εισαγγελία Καταπολέμησης της Διαφθοράς και στα χέρια της επικεφαλής της, Ελένης Τουλουπάκη, βρίσκεται η υπόθεση της Novartis, στο πλαίσιο της οποίας διερευνώνται ποινικές ευθύνες πρώην υπουργών για τις κατηγορίες της δωροδοκίας και του «ξεπλύματος» βρώμικου χρήματος. Αρα, αυτή η «παράλειψη» δεν είναι ούτε δικαιολογημένη ούτε επιβεβλημένη.
Το ζήτημα, ωστόσο, είναι τι θα συμβεί από την 1η Ιουλίου 2019 και μετά, όταν και θα αρχίσει η ισχύς του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Το σοβαρό θέμα που ανακύπτει είναι εάν η Εισαγγελία Διαφθοράς θα μπορεί να συνεχίσει την έρευνά της, καθώς στην αρμοδιότητά της δεν έχει περιληφθεί η διερεύνηση των κακουργημάτων των υπουργών! Εκτιμάται ότι, για να λυθεί το πρόβλημα που δημιούργησε αυτή η σημαντική παράλειψη, η οποία κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει εάν έγινε σκοπίμως ή μη, απαιτείται η προώθηση από την επόμενη Βουλή νομοθετικής ρύθμισης, με την οποία να διορθώνεται το επίμαχο άρθρο.
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 14/6/2019
Το τελευταίο διάστημα συζητήθηκε πολύ εάν οι διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα, που ψηφίστηκαν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και θα εφαρμοστούν από την 1η Ιουλίου 2019, επιφυλάσσουν ευνοϊκή μεταχείριση για τα πρόσωπα που κατηγορούνται για την υπόθεση της φονικής πλημμύρας στη Μάνδρα και της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι. Κοινό πρόσωπο και στις δύο δικογραφίες η απερχόμενη περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου. Η πρώην πλέον περιφερειάρχης περιλαμβάνεται στη λίστα των κατηγορουμένων και σε βάρος της έχει ασκηθεί ποινική δίωξη σε βαθμό πλημμελήματος. Βασικό αδίκημα και στις δύο περιπτώσεις είναι αυτό της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας κατά συρροή. Σύμφωνα με το άρθρο 94 του νέου Ποινικού Κώδικα, σε περίπτωση πλημμελημάτων, όπως δηλαδή σε αυτές τις δύο υποθέσεις, η συνολική ποινή δεν μπορεί να ξεπεράσει τα οκτώ έτη. Με το προηγούμενο καθεστώς, η συνολική ποινή δεν μπορούσε να ξεπεράσει τα 10 έτη.
Ωστόσο, για την υπόθεση της Μάνδρας, όπου οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν και το αδίκημα της πλημμύρας εξ αμελείας, με τον νέο Ποινικό Κώδικα θα επιβάλλεται φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή!
Παράλληλα, αίσθηση έχει προκαλέσει και η αλλαγή στην ποινική μεταχείριση όσων παράνομα καταγράφουν συνομιλίες. Σε αυτήν την περίπτωση, το αδίκημα από κακούργημα μετατράπηκε σε πλημμέλημα και αφορά εμπλοκή με ονοματεπώνυμο. Αυτήν του «αψύ» Π. Πολάκη. Ειδικότερα, το άρθρο 370Α του Ποινικού Κώδικα, που ισχύει μέχρι και 30 Ιουνίου 2019, προβλέπει πως «όποιος αθέμιτα αποτυπώσει σε υλικό φορέα το περιεχόμενο της τηλεφωνικής του επικοινωνίας με άλλον χωρίς τη ρητή συναίνεση του άλλου τιμωρείται με κάθειρξη».
Πλέον, το εν λόγω αδίκημα από 1ης Ιουλίου 2019 θα τιμωρείται με ποινή φυλάκισης! Σημειωτέον ότι στις 12 Μαρτίου 2019 διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών της Αθήνας στη Βουλή αίτημα για την άρση της ασυλίας του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, Παύλου Πολάκη, για το εν λόγω αδίκημα. Η δικογραφία σχηματίστηκε στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης για το αν ο Παύλος Πολάκης κατέγραψε παράνομα την τηλεφωνική συνομιλία με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα.
Πολλή συζήτηση, όμως, γίνεται στους νομικούς κύκλους για τη διαγραφή από τον νέο Ποινικό Κώδικα των άρθρων 150 και 151. Αφορούν τη «νόθευση αποδεικτικών» και την «κατάχρηση πληρεξουσιότητας», αντίστοιχα. Ειδικότερα, το άρθρο 150 ανέφερε «όποιος με πρόθεση νοθεύει, καταστρέφει ή κρύβει έγγραφα ή άλλα αντικείμενα που μπορούν να χρησιμεύσουν για την απόδειξη δικαιωμάτων ή την υποστήριξη συμφερόντων του ελληνικού κράτους ή συμμάχου του απέναντι σε άλλο κράτος, τιμωρείται με κάθειρξη». Αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρθρο 151, «όποιος ως πληρεξούσιος του ελληνικού κράτους ή συμμάχου του, διεξάγει με κάποια άλλη κυβέρνηση υποθέσεις του εντολέα του με πρόθεση κατά τέτοιον τρόπο που να μπορεί να προκύψει βλάβη για τον εντολέα του, τιμωρείται με κάθειρξη».
Σύμφωνα με τους νομικούς κύκλους, η απάλειψη των συγκεκριμένων άρθρων από τον νέο Ποινικό Κώδικα μπορεί να αποσκοπεί στο να προστατευτούν πολιτικά πρόσωπα τα οποία ενεπλάκησαν στις διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών, μεταξύ αυτών ο πρώην ΥΠ.ΕΞ. κ. Κοτζιάς, ενώ, σύμφωνα με μια άλλη ερμηνεία, έχει ως στόχο να μην αποδοθούν ευθύνες σχετικά με τη διαπραγμάτευση του Τρίτου Μνημονίου το καλοκαίρι του 2015. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Νέα Δημοκρατία έχει προαναγγείλει ότι προτίθεται να συστήσει εξεταστική επιτροπή για όσα έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 2015 με την επιβολή των capital controls και οδήγησαν στο Τρίτο Μνημόνιο.
Παράλληλα, επηρεάζονται οι συνέπειες και για μια σειρά από υποθέσεις, οι οποίες ενδεχομένως θα μπορούσαν να «αγγίξουν» στελέχη της απερχόμενης κυβέρνησης που εμπλέκονται στη διαχείριση κονδυλίων για το Προσφυγικό αλλά και στην υπόθεση του Μανώλη Πετσίτη και της σχέσης του με το Μέγαρο Μαξίμου.
Κονδύλια
Το ίδιο ισχύει και για το ζήτημα των κονδυλίων που διατέθηκαν για τους πρόσφυγες, ύψους 1,6 δισ. ευρώ, για το οποίο η Ν.Δ έχει προαναγγείλει ότι θα διερευνηθεί, καθώς και για την υπόθεση των βλημάτων που επρόκειτο να πωληθούν στη Σαουδική Αραβία, για την οποία η δικογραφία διαβιβάστηκε στη Βουλή, αλλά η έρευνα δεν προχώρησε.
Αφαιρούν αρμοδιότητες από τον εισαγγελέα Διαφθοράς
Αίσθηση προκαλεί σε νομικούς κύκλους το άρθρο 35 του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που ψήφισε προ ημερών η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το επίμαχο άρθρο αφορά τις αρμοδιότητες του εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς. Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 3 του επίμαχου άρθρου καθορίζεται ότι «στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς υπάγονται τα κακουργήματα που διαπράττουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους βουλευτές, γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ακόμη και εάν οι υπαίτιοι έχουν παύσει να φέρουν την ιδιότητα αυτή, εφόσον αυτά σχετίζονται με επιδίωξη οικονομικού οφέλους των ιδίων ή τρίτων ή την πρόκληση βλάβης στο Δημόσιο, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων του άρθρου 33». Με μία προσεκτική ματιά, κάποιος μπορεί να παρατηρήσει ότι στις κατηγορίες των προσώπων που μπορούν να ελεγχθούν από την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς δεν έχουν περιληφθεί οι υπουργοί που μέχρι τώρα οι τυχόν ευθύνες τους εντάσσονταν στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα Διαφθοράς, ενώ αναφέρονται μόνον οι βουλευτές.
Η πρώτη «εύκολη» ανάγνωση θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι αυτό συνέβη λόγω του νόμου περί ευθύνης υπουργών, βάσει του οποίου μόνη αρμόδια προκειμένου να ελέγξει τα πρόσωπα που βρίσκονται στους υπουργικούς θώκους είναι η Βουλή.
Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει, σύμφωνα με έμπειρους νομικούς, καθώς η τακτική Δικαιοσύνη, ως γνωστόν και σύμφωνα με όσα έχει αποφανθεί και το Κοινοβούλιο, είναι αρμόδια να διερευνήσει τα αδικήματα τα οποία έχουν τελέσει υπουργοί και δεν εμπίπτουν στα καθήκοντά τους, όπως για παράδειγμα και κυρίως το «ξέπλυμα» βρώμικου χρήματος και η δωροδοκία.
Σημειώνεται ότι, αυτή την περίοδο, υπό διερεύνηση από την Εισαγγελία Καταπολέμησης της Διαφθοράς και στα χέρια της επικεφαλής της, Ελένης Τουλουπάκη, βρίσκεται η υπόθεση της Novartis, στο πλαίσιο της οποίας διερευνώνται ποινικές ευθύνες πρώην υπουργών για τις κατηγορίες της δωροδοκίας και του «ξεπλύματος» βρώμικου χρήματος. Αρα, αυτή η «παράλειψη» δεν είναι ούτε δικαιολογημένη ούτε επιβεβλημένη.
Το ζήτημα, ωστόσο, είναι τι θα συμβεί από την 1η Ιουλίου 2019 και μετά, όταν και θα αρχίσει η ισχύς του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Το σοβαρό θέμα που ανακύπτει είναι εάν η Εισαγγελία Διαφθοράς θα μπορεί να συνεχίσει την έρευνά της, καθώς στην αρμοδιότητά της δεν έχει περιληφθεί η διερεύνηση των κακουργημάτων των υπουργών! Εκτιμάται ότι, για να λυθεί το πρόβλημα που δημιούργησε αυτή η σημαντική παράλειψη, η οποία κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει εάν έγινε σκοπίμως ή μη, απαιτείται η προώθηση από την επόμενη Βουλή νομοθετικής ρύθμισης, με την οποία να διορθώνεται το επίμαχο άρθρο.
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 14/6/2019