Σταϊκούρας: Η κυβέρνηση διαθέτει ένα ρεαλιστικό σχέδιο ανάπτυξης
Η κυβέρνηση δεν μπορεί «να ακολουθήσει τον μαξιμαλισμό του ΣΥΡΙΖΑ και να κάνει πολιτική με ξένα κόλλυβα. Φυσικά και έχουμε αναπτυξιακό σχέδιο με σύνθεση του πλούτου και της διανομής» ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, στους βουλευτές της αντιπολίτευσης, κατά την κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών Κοινωνικών Υποθέσεων και Οικονομικών της Βουλής, για τα εργαλεία ρευστότητας της αγοράς.
Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, απαντώντας στο θέμα των ταμειακών διαθεσίμων της οικονομίας, υπογράμμισε ότι χρειάζεται «υπεύθυνη διαχείριση και τόνισε πως η Ελλάδα βγήκε δύο φορές στις αγορές με επιτυχία», προ κρίσης ήταν στα 37,5 δισ. ευρώ, στα 36,5 δισ. στην αρχή της κρίσης και σήμερα είναι πάλι στα 37,5 δισ. ευρώ.
Αναφερόμενος στα χρηματοδοτικά εργαλεία, ο κ. Σταϊκούρας είπε πως από την επιστρεπτέα προκαταβολή πήραν 53.000 επιχειρήσεις. «Δώσαμε παράταση μέχρι την Παρασκευή στην επιστρεπτέα προκαταβολή, χθες το πρωί μπήκαν 10.000 επιχειρήσεις στο σύστημα και σήμερα το πρωί άλλες 1.000 εταιρείες. Θα μπορούσαμε να είχαμε κλείσει την πλατφόρμα χθες και να είχαμε δώσει σε 114.000 επιχειρήσεις πόρους, αλλά κρίναμε σκόπιμο να υπάρξει αυτή η ολιγοήμερη παράταση, για να μπουν πολύ περισσότερες επιχειρήσεις» είπε.
Απαντώντας σε επικρίσεις της αντιπολίτευσης ότι μια σειρά από επαγγελματίες, όπως οι οδηγοί των ταξί, δεν εντάχθηκαν στις πρόνοιες για να πάρουν το επίδομα στήριξης των 534 ευρώ, ο υπουργός Οικονομικών αντέτεινε ότι είναι δικαιούχοι της επιστρεπτέας προκαταβολής που είναι πολλαπλάσια και πρόσθεσε ότι μπορεί να μην το γνωρίζουν αυτό, αλλά θα πρέπει όλοι να βοηθήσουμε για να ενημερωθούν.
Σημείωσε πως τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση έχουν απόλυτη ισορροπία και πρόσθεσε ότι όσο θα περνάμε από την πρώτη φάση προς τη δεύτερη φάση και την τρίτη, ουσιαστικά, θα ενισχύουμε τη ρευστότητα των επιχειρήσεων. Στην πρώτη φάση, για πρώτη φορά το ελληνικό Δημόσιο έχει στηρίξει 2.000.000 εργαζόμενους άμεσα, είπε ο υπουργός και τόνισε ότι για όσες επιχειρήσεις στηρίζονται υπάρχει και η ρήτρα της διατήρησης των θέσεων απασχόλησης.
Ο υπουργός Οικονομικών ανέφερε πως η κυβέρνηση έχει ένα αναπτυξιακό σχέδιο που στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: Τον πλούτο, τη σύνθεση του πλούτου και τη διανομή του πλούτου με κοινωνικά δικαιότερο τρόπο, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στα χαμηλότερα και τα μεσαία εισοδήματα, σημειώνοντας ότι η επιστρεπτέα προκαταβολή απέδειξε ότι σεβόμαστε και θέλουμε να βοηθήσουμε την πολύ μικρή επιχείρηση.
Νωρίτερα, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Ευκλείδης Τσακαλώτος, επέκρινε την κυβέρνηση ότι δεν έχει βρει την καλύτερη ισορροπία μεταξύ ρευστότητας και άμεσης ενίσχυσης των επιχειρήσεων, τονίζοντας ότι δεν μπορεί «να κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ για λεφτόδεντρα, αλλά να θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να αποπληρώσουν τα χρέη που θα συσσωρεύσουν, σαν να έχουν λεφτόδεντρα...». Η κυβέρνηση, τόνισε, «οφείλει να παρακολουθεί και να ενημερώνει την Βουλή για τι γίνεται με τις δράσεις που έχει επιλέξει. Να υπάρχει, δηλαδή, ένα feedback για το που πήγαν τα λεφτά». Υπογράμμισε πως «η έννοια της αποτελεσματικότητας δεν υφίσταται χωρίς συγκεκριμένο αναπτυξιακό σχέδιο, χωρίς συγκεκριμένους στόχους. Μέχρι τώρα όμως δεν έχουμε καταλάβει ποιο είναι το αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης, ακούμε ότι πρέπει να φύγουν οι μπαταχτσήδες και οι επιχειρήσεις ζόμπι, αλλά δεν βλέπουμε σχέδιο». Χρειάζεται, πρόσθεσε, «σοφή διαχείριση της γνώσης, το σχέδιο δεν μπορεί να είναι μπετόν, οικοδομή και τουρισμός, δεν αρκεί να δίνουμε χρήματα».
Ο τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Παππάς, από την δική του πλευρά υποστήριξε, πως «με κυβερνητική απόφαση το 87% των κλάδων είναι πληττόμενοι. Δεν μπορούμε να έχουμε τράπεζες που κινούνται με κεκτημένη ταχύτητα από την προηγούμενη περίοδο. Είμαστε μέσα σε μία βαθιά κρίση και πρέπει να σκεφτούν οι διοικήσεις των ιδρυμάτων έξω από το κουτί». Υποστήριξε πως αυτή την στιγμή «οι τράπεζες δεν έχουν πρόβλημα ρευστότητας. Έχουν 28 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ. Αδυνατούν όμως, με τα υπάρχοντα εργαλεία, να λύσουν το μείζον ζήτημα της φερεγγυότητας των ελληνικών επιχειρήσεων». Τόνισε μάλιστα, πως «έχει βουίξει ο τόπος» ότι τα εγγυοδοτικά εργαλεία της Πολιτείας διοχετεύονται στην αγορά από τις τράπεζες, σε μεγάλο ποσοστό μόνο στους καλούς τους πελάτες. «Δεν είναι όμως αρμόδιες οι τράπεζες να κάνουν αναπτυξιακή πολιτική, αλλά η κυβέρνηση» πρόσθεσε.
Ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Μιχάλης Κατρίνης, είπε ότι με όσα αναφέρουν οι δύο υπουργοί «οι επαγγελματίες, το μεσημέρι θα κρατούν ομπρέλες από τα δισεκατομμύρια που έβρεξε πάλι σήμερα, με τις εξαγγελίες τους, αλλά 8 στις 10 επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν έλλειψη ρευστότητας, εκ των οποίων το 99% είναι πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μία στις επτά επιχειρήσεις υπάρχει κίνδυνος να διακόψουν δραστηριότητα το επόμενο διάστημα και να χαθούν 250.000 θέσεις εργασίας, όπως ακούγεται το τελευταίο διάστημα και η απώλεια τζίρου το 2020 θα είναι κοντά στα 50 δισ. ευρώ από τις ελληνικές επιχειρήσεις». Πρόσθεσε ότι υπάρχουν πάνω 200.000 επιχειρήσεις που αγωνιωδώς ψάχνουν για ρευστότητα μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής και ζήτησε η σχετική πίστωση να φτάσει στα 3 δισ. ευρώ. Για το ΤΕΠΙΧ ΙΙ είπε ότι έχει ακόμα μεγάλη γραφειοκρατία και ρώτησε εάν θα υπάρχουν διαθέσιμα για όσους υποβάλλουν αιτήσεις και ρώτησε εάν οι τράπεζες θέλουν να έχουν τη διαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης και των πόρων του.
Ο βουλευτής του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος, ανέφερε πως η συζήτηση για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων δεν είναι μια καινούργια κουβέντα. «Εμείς το λέμε πολύ καθαρά. Προσπαθείτε να συγκαλύψετε μια πραγματικότητα, την κραυγαλέα στήριξη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και έχετε δύο μέτρα και πολλά σταθμά στις πολιτικές σας. Για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους έχουμε εγγυήσεις από μεριάς του κράτους, επιδοτήσεις, επενδυτικά προγράμματα, αναπτυξιακά πακέτα και φοροαποφυγή. Και από την άλλη, μια άλλη πολιτική της κυβέρνησης για τους αυτοαπασχολούμενους, τις μικρές επιχειρήσεις, που στην καλύτερη περίπτωση έχει μέτρα ανεπαρκή, μπροστά στην πλημμυρίδα των προβλημάτων που έχουν να αντιμετωπίσουν, όχι μόνο λόγω της κρίσης από τον κορονοϊό, αλλά αυτά που υπήρχαν και εντάθηκαν ακόμη περισσότερο».
Ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλειος Βιλιάρδος, αναρωτήθηκε από πού αντλεί την αισιοδοξία της η κυβέρνηση, καθώς αυτή δεν δικαιολογείται από κανέναν οικονομικό δείκτη. Η κυβέρνηση δεν έχει τα χρήματα για τις εγγυήσεις στις τράπεζες. Κατατέθηκαν 175.000 αιτήσεις για δάνεια 28 δισ. και δίνονται 5,4 δισ., ενώ χρειάζονται 10 δισ. Στο ΤΕΠΙΧ, 10,5 δισ. και στο Ταμείο Εγγυοδοσίας 18 δισ. Τόνισε επίσης, ότι αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι η αλλαγή του οικονομικού της μοντέλου, «να φύγουμε από το μονοκαλλιέργεια του τουρισμού που μας χρεοκόπησε το 2008 και θα μας χρεοκοπήσει ξανά. Πρέπει να επενδύσουμε στον πρωτογενή τομέα, στη μεταποίηση και στη βιομηχανία. Γι' αυτό ακριβώς είπαμε ότι τα 100 εκατ. ευρώ που θα διατεθούν για την εισαγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, θα ήταν πολύ καλύτερα να τοποθετηθούν στην παραγωγική Ελλάδα» σημείωσε.
Ο βουλευτής του ΜέΡΑ 25, Κρίτων Αρσένης, ανέφερε πως η κυβέρνηση έχει «λεφτόδεντρα» τα οποία όμως τα δίνει σε fund' s και μετόχους για τον Ηρακλή. «Τώρα που έχει καταρρεύσει η αγορά, θα δώσετε 12 δισ. ευρώ για να χάσουν οι άνθρωποι τα σπίτια τους» πρόσθεσε. Αναφερόμενος στην εστίαση, είπε ότι το κόμμα του έχει ζητήσει κούρεμα χρεών και εισφορών και κεφάλαιο κίνησης, κεφαλαίο επανεκκίνησης, στην ουσία, των επιχειρήσεων και ζήτησε η κυβέρνηση να μην είναι «τόσο πολύ σκληρή στα μέτρα για την παραβίαση του πρωτοκόλλου COVID, ακόμα κι εάν κάτι έχει γίνει τυχαία».
Ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, συνοψίζοντας και απαντώντας στα ερωτήματα των κομμάτων και των βουλευτών, ανέφερε πως η βασική πρόταση του, είναι ότι πρέπει να έχουμε επιδοτήσεις και όχι δάνεια προς τις επιχειρήσεις. Η πολιτική της κυβέρνησης έχει και επιδοτήσεις και δάνεια. Τόσο η πληρωμή των τόκων των ενήμερων επιχειρηματικών δανείων όσο και η πληρωμή των τόκων μέσω του ΤΕΠΙΧ 2, είναι επιδότηση, δεν είναι χρήματα που ζητούνται πίσω από τις επιχειρήσεις, είπε.
Για την αύξηση του συνολικού ποσού επιστρεπτέας προκαταβολής από τα 2 στα 3 δισ. ευρώ, ο κ. Γεωργιάδης είπε, ότι «το εάν αν θα αυξηθεί κατά 1 δισ. αυτό το ποσό, ποτέ δεν το αποκλείσαμε. Εάν κριθεί απαραίτητο και υπάρχουν οι διαθέσιμοι πόροι, μπορεί και να αυξηθεί ακόμα κατά ένα δισεκατομμύριο. Καθίστε να δούμε τι θα γίνει ο δεύτερος γύρος». Ανέφερε πως η κυβέρνηση αυτή είναι όλων των Ελλήνων και θέλει να βοηθήσει και τους καλοπληρωτές και τους κακοπληρωτές. Με ιεράρχηση, πρώτα του συνεπείς, τόνισε. Δήλωσε απόλυτα ικανοποιημένος από την εποπτεία της αγοράς που κάνει η Τράπεζα της Ελλάδος και σε ό,τι αφορά το ΤΕΠΙΧ, προέβλεψε ότι αυτοί που τελικά δεν χώρεσαν είναι πολύ λιγότεροι από αυτούς που ακούγεται. Ο υπουργός μάλιστα, ανέφερε ότι θα υπάρξει τις επόμενες ημέρες λύση και για εκείνους που κρίθηκαν αξιόπιστοι από τις τράπεζες, αλλά δεν πρόλαβαν έγκαιρα να καταθέσουν τα έγγραφα και έχουν μείνει εκτός.
Αναφορικά με τις προβληματικές επιχειρήσεις και την ένταξή τους σε ενισχύσεις, ο κ. Γεωργιάδης ανέφερε, πως «έχουμε κάνει αίτηση στις ευρωπαϊκές αρχές να υπάρξει για την περίοδο αυτή μια εξαίρεση επί του Κανονισμού και οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν μία επιχείρηση που κατά τον Κανονισμό θα ήταν προβληματική, αλλά, στην πραγματικότητα, παραμένει αξιόχρεη» και εξέφρασε την ελπίδα πως «θα πάρουμε την έγκριση της Ευρώπης» και τις επόμενες «10 ημέρες να έχουμε μια επίσημη απάντηση από τις ευρωπαϊκές αρχές. Εάν αυτό συμβεί, ενδεχομένως, να μπορούμε να αλλάξουμε την πρόσκληση του εγγυοδοτικού εργαλείου, σε αυτό το σημείο, για το δεύτερο δισεκατομμύριο».
Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, απαντώντας στο θέμα των ταμειακών διαθεσίμων της οικονομίας, υπογράμμισε ότι χρειάζεται «υπεύθυνη διαχείριση και τόνισε πως η Ελλάδα βγήκε δύο φορές στις αγορές με επιτυχία», προ κρίσης ήταν στα 37,5 δισ. ευρώ, στα 36,5 δισ. στην αρχή της κρίσης και σήμερα είναι πάλι στα 37,5 δισ. ευρώ.
Αναφερόμενος στα χρηματοδοτικά εργαλεία, ο κ. Σταϊκούρας είπε πως από την επιστρεπτέα προκαταβολή πήραν 53.000 επιχειρήσεις. «Δώσαμε παράταση μέχρι την Παρασκευή στην επιστρεπτέα προκαταβολή, χθες το πρωί μπήκαν 10.000 επιχειρήσεις στο σύστημα και σήμερα το πρωί άλλες 1.000 εταιρείες. Θα μπορούσαμε να είχαμε κλείσει την πλατφόρμα χθες και να είχαμε δώσει σε 114.000 επιχειρήσεις πόρους, αλλά κρίναμε σκόπιμο να υπάρξει αυτή η ολιγοήμερη παράταση, για να μπουν πολύ περισσότερες επιχειρήσεις» είπε.
Απαντώντας σε επικρίσεις της αντιπολίτευσης ότι μια σειρά από επαγγελματίες, όπως οι οδηγοί των ταξί, δεν εντάχθηκαν στις πρόνοιες για να πάρουν το επίδομα στήριξης των 534 ευρώ, ο υπουργός Οικονομικών αντέτεινε ότι είναι δικαιούχοι της επιστρεπτέας προκαταβολής που είναι πολλαπλάσια και πρόσθεσε ότι μπορεί να μην το γνωρίζουν αυτό, αλλά θα πρέπει όλοι να βοηθήσουμε για να ενημερωθούν.
Σημείωσε πως τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση έχουν απόλυτη ισορροπία και πρόσθεσε ότι όσο θα περνάμε από την πρώτη φάση προς τη δεύτερη φάση και την τρίτη, ουσιαστικά, θα ενισχύουμε τη ρευστότητα των επιχειρήσεων. Στην πρώτη φάση, για πρώτη φορά το ελληνικό Δημόσιο έχει στηρίξει 2.000.000 εργαζόμενους άμεσα, είπε ο υπουργός και τόνισε ότι για όσες επιχειρήσεις στηρίζονται υπάρχει και η ρήτρα της διατήρησης των θέσεων απασχόλησης.
Ο υπουργός Οικονομικών ανέφερε πως η κυβέρνηση έχει ένα αναπτυξιακό σχέδιο που στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: Τον πλούτο, τη σύνθεση του πλούτου και τη διανομή του πλούτου με κοινωνικά δικαιότερο τρόπο, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στα χαμηλότερα και τα μεσαία εισοδήματα, σημειώνοντας ότι η επιστρεπτέα προκαταβολή απέδειξε ότι σεβόμαστε και θέλουμε να βοηθήσουμε την πολύ μικρή επιχείρηση.
Νωρίτερα, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Ευκλείδης Τσακαλώτος, επέκρινε την κυβέρνηση ότι δεν έχει βρει την καλύτερη ισορροπία μεταξύ ρευστότητας και άμεσης ενίσχυσης των επιχειρήσεων, τονίζοντας ότι δεν μπορεί «να κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ για λεφτόδεντρα, αλλά να θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να αποπληρώσουν τα χρέη που θα συσσωρεύσουν, σαν να έχουν λεφτόδεντρα...». Η κυβέρνηση, τόνισε, «οφείλει να παρακολουθεί και να ενημερώνει την Βουλή για τι γίνεται με τις δράσεις που έχει επιλέξει. Να υπάρχει, δηλαδή, ένα feedback για το που πήγαν τα λεφτά». Υπογράμμισε πως «η έννοια της αποτελεσματικότητας δεν υφίσταται χωρίς συγκεκριμένο αναπτυξιακό σχέδιο, χωρίς συγκεκριμένους στόχους. Μέχρι τώρα όμως δεν έχουμε καταλάβει ποιο είναι το αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης, ακούμε ότι πρέπει να φύγουν οι μπαταχτσήδες και οι επιχειρήσεις ζόμπι, αλλά δεν βλέπουμε σχέδιο». Χρειάζεται, πρόσθεσε, «σοφή διαχείριση της γνώσης, το σχέδιο δεν μπορεί να είναι μπετόν, οικοδομή και τουρισμός, δεν αρκεί να δίνουμε χρήματα».
Ο τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Παππάς, από την δική του πλευρά υποστήριξε, πως «με κυβερνητική απόφαση το 87% των κλάδων είναι πληττόμενοι. Δεν μπορούμε να έχουμε τράπεζες που κινούνται με κεκτημένη ταχύτητα από την προηγούμενη περίοδο. Είμαστε μέσα σε μία βαθιά κρίση και πρέπει να σκεφτούν οι διοικήσεις των ιδρυμάτων έξω από το κουτί». Υποστήριξε πως αυτή την στιγμή «οι τράπεζες δεν έχουν πρόβλημα ρευστότητας. Έχουν 28 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ. Αδυνατούν όμως, με τα υπάρχοντα εργαλεία, να λύσουν το μείζον ζήτημα της φερεγγυότητας των ελληνικών επιχειρήσεων». Τόνισε μάλιστα, πως «έχει βουίξει ο τόπος» ότι τα εγγυοδοτικά εργαλεία της Πολιτείας διοχετεύονται στην αγορά από τις τράπεζες, σε μεγάλο ποσοστό μόνο στους καλούς τους πελάτες. «Δεν είναι όμως αρμόδιες οι τράπεζες να κάνουν αναπτυξιακή πολιτική, αλλά η κυβέρνηση» πρόσθεσε.
Ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Μιχάλης Κατρίνης, είπε ότι με όσα αναφέρουν οι δύο υπουργοί «οι επαγγελματίες, το μεσημέρι θα κρατούν ομπρέλες από τα δισεκατομμύρια που έβρεξε πάλι σήμερα, με τις εξαγγελίες τους, αλλά 8 στις 10 επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν έλλειψη ρευστότητας, εκ των οποίων το 99% είναι πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μία στις επτά επιχειρήσεις υπάρχει κίνδυνος να διακόψουν δραστηριότητα το επόμενο διάστημα και να χαθούν 250.000 θέσεις εργασίας, όπως ακούγεται το τελευταίο διάστημα και η απώλεια τζίρου το 2020 θα είναι κοντά στα 50 δισ. ευρώ από τις ελληνικές επιχειρήσεις». Πρόσθεσε ότι υπάρχουν πάνω 200.000 επιχειρήσεις που αγωνιωδώς ψάχνουν για ρευστότητα μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής και ζήτησε η σχετική πίστωση να φτάσει στα 3 δισ. ευρώ. Για το ΤΕΠΙΧ ΙΙ είπε ότι έχει ακόμα μεγάλη γραφειοκρατία και ρώτησε εάν θα υπάρχουν διαθέσιμα για όσους υποβάλλουν αιτήσεις και ρώτησε εάν οι τράπεζες θέλουν να έχουν τη διαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης και των πόρων του.
Ο βουλευτής του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος, ανέφερε πως η συζήτηση για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων δεν είναι μια καινούργια κουβέντα. «Εμείς το λέμε πολύ καθαρά. Προσπαθείτε να συγκαλύψετε μια πραγματικότητα, την κραυγαλέα στήριξη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και έχετε δύο μέτρα και πολλά σταθμά στις πολιτικές σας. Για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους έχουμε εγγυήσεις από μεριάς του κράτους, επιδοτήσεις, επενδυτικά προγράμματα, αναπτυξιακά πακέτα και φοροαποφυγή. Και από την άλλη, μια άλλη πολιτική της κυβέρνησης για τους αυτοαπασχολούμενους, τις μικρές επιχειρήσεις, που στην καλύτερη περίπτωση έχει μέτρα ανεπαρκή, μπροστά στην πλημμυρίδα των προβλημάτων που έχουν να αντιμετωπίσουν, όχι μόνο λόγω της κρίσης από τον κορονοϊό, αλλά αυτά που υπήρχαν και εντάθηκαν ακόμη περισσότερο».
Ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλειος Βιλιάρδος, αναρωτήθηκε από πού αντλεί την αισιοδοξία της η κυβέρνηση, καθώς αυτή δεν δικαιολογείται από κανέναν οικονομικό δείκτη. Η κυβέρνηση δεν έχει τα χρήματα για τις εγγυήσεις στις τράπεζες. Κατατέθηκαν 175.000 αιτήσεις για δάνεια 28 δισ. και δίνονται 5,4 δισ., ενώ χρειάζονται 10 δισ. Στο ΤΕΠΙΧ, 10,5 δισ. και στο Ταμείο Εγγυοδοσίας 18 δισ. Τόνισε επίσης, ότι αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι η αλλαγή του οικονομικού της μοντέλου, «να φύγουμε από το μονοκαλλιέργεια του τουρισμού που μας χρεοκόπησε το 2008 και θα μας χρεοκοπήσει ξανά. Πρέπει να επενδύσουμε στον πρωτογενή τομέα, στη μεταποίηση και στη βιομηχανία. Γι' αυτό ακριβώς είπαμε ότι τα 100 εκατ. ευρώ που θα διατεθούν για την εισαγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, θα ήταν πολύ καλύτερα να τοποθετηθούν στην παραγωγική Ελλάδα» σημείωσε.
Ο βουλευτής του ΜέΡΑ 25, Κρίτων Αρσένης, ανέφερε πως η κυβέρνηση έχει «λεφτόδεντρα» τα οποία όμως τα δίνει σε fund' s και μετόχους για τον Ηρακλή. «Τώρα που έχει καταρρεύσει η αγορά, θα δώσετε 12 δισ. ευρώ για να χάσουν οι άνθρωποι τα σπίτια τους» πρόσθεσε. Αναφερόμενος στην εστίαση, είπε ότι το κόμμα του έχει ζητήσει κούρεμα χρεών και εισφορών και κεφάλαιο κίνησης, κεφαλαίο επανεκκίνησης, στην ουσία, των επιχειρήσεων και ζήτησε η κυβέρνηση να μην είναι «τόσο πολύ σκληρή στα μέτρα για την παραβίαση του πρωτοκόλλου COVID, ακόμα κι εάν κάτι έχει γίνει τυχαία».
Ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, συνοψίζοντας και απαντώντας στα ερωτήματα των κομμάτων και των βουλευτών, ανέφερε πως η βασική πρόταση του, είναι ότι πρέπει να έχουμε επιδοτήσεις και όχι δάνεια προς τις επιχειρήσεις. Η πολιτική της κυβέρνησης έχει και επιδοτήσεις και δάνεια. Τόσο η πληρωμή των τόκων των ενήμερων επιχειρηματικών δανείων όσο και η πληρωμή των τόκων μέσω του ΤΕΠΙΧ 2, είναι επιδότηση, δεν είναι χρήματα που ζητούνται πίσω από τις επιχειρήσεις, είπε.
Για την αύξηση του συνολικού ποσού επιστρεπτέας προκαταβολής από τα 2 στα 3 δισ. ευρώ, ο κ. Γεωργιάδης είπε, ότι «το εάν αν θα αυξηθεί κατά 1 δισ. αυτό το ποσό, ποτέ δεν το αποκλείσαμε. Εάν κριθεί απαραίτητο και υπάρχουν οι διαθέσιμοι πόροι, μπορεί και να αυξηθεί ακόμα κατά ένα δισεκατομμύριο. Καθίστε να δούμε τι θα γίνει ο δεύτερος γύρος». Ανέφερε πως η κυβέρνηση αυτή είναι όλων των Ελλήνων και θέλει να βοηθήσει και τους καλοπληρωτές και τους κακοπληρωτές. Με ιεράρχηση, πρώτα του συνεπείς, τόνισε. Δήλωσε απόλυτα ικανοποιημένος από την εποπτεία της αγοράς που κάνει η Τράπεζα της Ελλάδος και σε ό,τι αφορά το ΤΕΠΙΧ, προέβλεψε ότι αυτοί που τελικά δεν χώρεσαν είναι πολύ λιγότεροι από αυτούς που ακούγεται. Ο υπουργός μάλιστα, ανέφερε ότι θα υπάρξει τις επόμενες ημέρες λύση και για εκείνους που κρίθηκαν αξιόπιστοι από τις τράπεζες, αλλά δεν πρόλαβαν έγκαιρα να καταθέσουν τα έγγραφα και έχουν μείνει εκτός.
Αναφορικά με τις προβληματικές επιχειρήσεις και την ένταξή τους σε ενισχύσεις, ο κ. Γεωργιάδης ανέφερε, πως «έχουμε κάνει αίτηση στις ευρωπαϊκές αρχές να υπάρξει για την περίοδο αυτή μια εξαίρεση επί του Κανονισμού και οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν μία επιχείρηση που κατά τον Κανονισμό θα ήταν προβληματική, αλλά, στην πραγματικότητα, παραμένει αξιόχρεη» και εξέφρασε την ελπίδα πως «θα πάρουμε την έγκριση της Ευρώπης» και τις επόμενες «10 ημέρες να έχουμε μια επίσημη απάντηση από τις ευρωπαϊκές αρχές. Εάν αυτό συμβεί, ενδεχομένως, να μπορούμε να αλλάξουμε την πρόσκληση του εγγυοδοτικού εργαλείου, σε αυτό το σημείο, για το δεύτερο δισεκατομμύριο».