Για μια κρίση χωρίς προηγούμενο έκανε λόγο ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προσερχόμενος στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής, τονίζοντας ότι «δεν μπορούμε να αντέξουμε να εμφανιστούμε διχασμένοι ή αδύναμοι».

Ειδικότερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε: «Διαπραγματευόμαστε εδώ και τρεις ημέρες, προφανώς δεν έχουμε κάνει αρκετή πρόοδο για να φτάσουμε σε συμφωνία και ειλικρινά ελπίζω ότι σήμερα μπορούμε να άρουμε το αδιέξοδο.

Από την πρώτη στιγμή κατέστησα σαφές ότι όλοι πρέπει να κάνουμε συμβιβασμούς, όμως αυτοί οι συμβιβασμοί δεν πρέπει να είναι τέτοιοι που να αλλοιώσουν το επίπεδο της φιλοδοξίας μας σε σχέση με μια θαρραλέα ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση του κορωνοϊού και τον οικονομικό αντίκτυπο που κόστισε. Αντιμετωπίζουμε μια οικονομική κρίση χωρίς προηγούμενο και δεν μπορούμε να αντέξουμε να εμφανιστούμε διχασμένοι ή αδύναμοι».


Σημειώνεται ότι οι ηγέτες της ΕΕ κάθονται για τρίτη ημέρα στο τραπέζι διαπραγματεύσεων μετά το «ναυάγιο» των τελευταίων ημερών αδυνατώντας να ομονοήσουν κάτω από ένα κοινό πλαίσιο κατανομής των 750δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης.

Απαισιοδοξία Μέρκελ

Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε σήμερα πως είναι πιθανό οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μην καταλήξουν σε συμφωνία κατά την τρίτη ημέρα των συνομιλιών τους σχετικά με τα σχέδια για ενίσχυση των ευρωπαϊκών οικονομιών, που έχουν πληγεί πολύ εξαιτίας του κορονοϊού.

«Υπάρχει πολλή καλή θέληση αλλά και πολλές θέσεις. Θα καταβάλω κάθε προσπάθεια αλλά είναι πιθανό να μην υπάρξει αποτέλεσμα», δήλωσε στις Βρυξέλλες.

Νέα συμβιβαστική πρόταση από Σαρλ Μισέλ
Σύμφωνα με ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές, αναμένεται νέα πρόταση από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με στόχο να καμφθούν οι αντιστάσεις των «φειδωλών» και κυρίως της Ολλανδίας, η οποία εμφανίζει τις περισσότερες αντιρρήσεις για το υπερταμείο.

Μολονότι, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ εμφανίστηκε χθες το μεσημέρι με μια νέα συμβιβαστική πρόταση, με σκοπό να αμβλυνθούν οι αποστάσεις, αυτές φαντάζουν αγεφύρωτες μεταξύ Βορρά και Νότου, όπως διαφάνηκε και τη χθεσινή ημέρα. Αφενός η έλλειψη σταθερότητας διεθνώς και αφετέρου τα περιορισμένα σε αριθμό κονδύλια του Ταμείου ως προς την διαχείριση της πανδημίας, είχαν ως αποτέλεσμα πολλά κράτη -μέλη να οχυρώνονται πίσω από τον φόβο για την εξέλιξη της εθνικής τους οικονομίας, με πρώτη την Ολλανδία.

Η τελευταία, η οποία συγκαταλέγεται στο σκληρό μπλοκ των ευρωπαίων του Βορρά, αιτήθηκε αρχικά το δικαίωμα βέτο στην χορήγησή μέρους του πακέτου σε χώρες που δεν φημίζονται για τις μεταρρυθμιστικές τους διακρίσεις, με τη χρυσή τομή να αναζητείται τις επόμενες ώρες. Το τεταμένο κλίμα και την αγωνία μετέφεραν οι συμμετέχοντες στον έξω κόσμο μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κορυφώνοντας την αγωνία εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών.

«Βρισκόμαστε σε τέλμα. Τελικά τα πράγματα είναι πιο δύσκολα απ΄ότι είχε προβλεφθεί. Υπάρχουν πολλά θέματα για τα οποία ακόμη συζητάμε και που δεν καταφέρνουμε να λύσουμε», τόνισε ο Ιταλός Πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε στον λογαριασμό του στο facebook, περιγράφοντας το χάσμα μεταξύ των δυο στρατοπέδων.

Ο ίδιος υπογράμμισε πως «αναζητούμε και πρέπει να βρούμε μια σύνθεση των διαφόρων θέσεων, διότι είναι προς το συμφέρον όλων. Πρέπει να διατηρήσουμε, όμως, και τις σημαντικότερες συνισταμένες, αρχίζοντας από το ότι τα μέσα πρέπει να είναι ουσιαστικά και ανάλογα με την υφιστάμενη κρίση» ανέφερε και κατέληξε «τουτέστιν αποτελεσματικά. Η απάντησή μας πρέπει να είναι άμεση, συλλογική, σταθερή και ισχυρή».

Την κρισιμότητα των στιγμών για την ευρωπαϊκή συνοχή μαρτυρά και το γεγονός ότι Γάλλος Προέδρος, Εμμάνουελ Μακρόν ζήτησε να είναι έτοιμο το αεροπλάνο του για να φύγει» στέλνοντας εμμέσως μήνυμα επιτάχυνσης των διαδικασιών.

Ξεκινώντας από μια καλύτερη -σε επίπεδο ευρωπαϊκών ισορροπιών βάση-τη σημερινή ημέρα, η νέα συμβιβαστική πρόταση του Σαρλ Μισέλ μειώνει το ποσό των επιχορηγήσεων στα 450 δισεκατομμύρια και αυξάνει αυτό των δανείων στα 300 δισεκατομμύρια αφήνοντας όμως το συνολικό ποσό του Ταμείου Ανάκαμψης στα 750 δισεκατομμύρια», σε μια κίνηση κατευνασμού των χωρών της Βόρειας Ευρώπης.

Με αυτά τα δεδομένα, η πιο αισιόδοξη προσέγγιση ήταν αυτήν του Λετονού ομόλογό του ο οποίος εκτιμά ότι η συμφωνία μπορεί να επιτευχθεί.