∆ημοσκόπηση GPO στην εφημερίδα Παραπολιτικά: Ψήφος εμπιστοσύνης των πολιτών σε Μητσοτάκη - 24 μονάδες η διαφορά από τον Τσίπρα
H δηµοσκόπηση της GPO διεξήχθη εν µέσω του δεύτερου γενικευµένου lockdown και των περιοριστικών µέτρων που βρίσκονται σε ισχύ, µε τον κορονοϊό να εξακολουθεί να εξαπλώνεται ραγδαία στην κοινότητα.
Ο ηµερήσιος αριθµός των θανάτων, των κρουσµάτων και των διασωληνωµένων προκαλεί µεγάλη ανησυχία στους πολίτες, οι οποίοι φαίνεται να αντιλαµβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης και να κρίνουν θετικά την απόφαση της κυβέρνησης για επιβολή lockdown σε ποσοστό 68,3% έναντι 31,4% που αντιδρά αρνητικά σε αυτή την εξέλιξη. Μεταξύ των ψηφοφόρων της Ν.∆. το ποσοστό των θετικών απόψεων φτάνει στο 87%, ενώ αρνητικοί σε ποσοστό 44,3% εµφανίζονται οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ. Ποσοστά αρνητικών απόψεων άνω του 45% στην απόφαση της κυβέρνησης για οριζόντιο lockdown καταγράφονται στις ηλικίες 17-39 ετών, σε αντίθεση µε τους πολίτες άνω των 65 που δηλώνουν θετικοί σε ποσοστό 85,6%. Αντίστοιχα ποσοστά και στην ερώτηση για το αν το lockdown ήταν απαραίτητο, µε το 69% των πολιτών να το θεωρούν επιβεβληµένο, έναντι 30,7% που τοποθετούνται αρνητικά. Την ίδια στιγµή το 50,6% πιστεύει ότι η κυβέρνηση καθυστέρησε να λάβει το συγκεκριµένο µέτρο. Εκτός της καθυστερηµένης αντίδρασης, στην κυβέρνηση καταλογίζεται από τους πολίτες εφησυχασµός και µια υποτίµηση του κινδύνου µετά την πρώτη φάση της πανδηµίας, η οποία και οδήγησε στην αύξηση της διασποράς του ιού στην κοινότητα.
Επιπλέον, η κοινή γνώµη εµφανίζεται διχασµένη όσον αφορά τον κυβερνητικό σχεδιασµό για την αντιµετώπιση της κρίσης, αφού το 48,1% θεωρεί ότι διαθέτει επεξεργασµένο σχέδιο, έναντι 48,4% που πιστεύει ότι δεν υπάρχει στην ουσία ολοκληρωµένο σχέδιο και η κυβέρνηση δείχνει να αιφνιδιάζεται από την εξέλιξη της πανδηµίας.
∆ιαφαίνεται ότι οι τοποθετήσεις της κοινής γνώµης σε αυτή τη δεύτερη φάση αποκτούν πολιτικά χαρακτηριστικά και η κυβέρνηση έχει απολέσει την καθολική αποδοχή που απολάµβανε κατά το πρώτο lockdown. ∆έχεται πλέον κριτική για αστοχίες και παραλείψεις στη διαχείριση της κρίσης, συνεχίζει, ωστόσο, να απολαµβάνει την εµπιστοσύνη των πολιτών, καθώς δεν θεωρείται σε καµία περίπτωση ως η βασική υπεύθυνη για την κατάσταση που βιώνει η χώρα. Αλλωστε, οι πολίτες εµφανίζονται αισιόδοξοι και δηλώνουν σε ποσοστό 77,5% ότι µε το νέο lockdown θα µειωθεί ο αριθµός των κρουσµάτων και θα αναχαιτιστεί η εξάπλωση της πανδηµίας. Ο αρµόδιος υπουργός Υγείας, Β. Κικίλιας, καταγράφει θετικές απόψεις σε ποσοστό 51%, έναντι 46,2% των πολιτών που θεωρούν ότι οι χειρισµοί του κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν είναι επαρκείς.
Πολύ µεγαλύτερα ποσοστά αποδοχής συγκεντρώνει ο Σ. Τσιόδρας, αφού το 74,9% των πολιτών κρίνει τη συµβολή του θετική και καθοριστική για την αντιµετώπιση της πανδηµίας. Ο κ. Τσιόδρας κρίνεται θετικά από την πλειοψηφία των ψηφοφόρων όλων των κοµµάτων, γεγονός που καταδεικνύει την υπερκοµµατική του αποδοχή σε αντίθεση µε τον κ. Κικίλια ο οποίος δέχεται σκληρή κριτική από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και των υπολοίπων κοµµάτων της αντιπολίτευσης.
Η κριτική που δέχεται η κυβέρνηση γίνεται ακόµα πιο έντονη στο πεδίο της οικονοµίας, όπου µπορεί µεν τα πρώτα µέτρα στήριξης για επιχειρήσεις και εργαζόµενους να κρίνονται θετικά από το 54,6% του συνόλου, την ίδια στιγµή, ωστόσο, επτά στους δέκα Ελληνες (69,2%) τα θεωρούν ανεπαρκή και σίγουρα όχι αρκετά για να περιορίσουν τις οικονοµικές επιπτώσεις της υγειονοµικής κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι ψηφοφόροι του κυβερνώντος κόµµατος σε ποσοστό 48,6% περιγράφουν ως ανεπαρκή τα οικονοµικά µέτρα και ζητούν επί της ουσίας επιπλέον βοήθεια από την κυβέρνηση. Αλλωστε το 66,6% του συνόλου δηλώνει ότι η έξαρση της πανδηµίας έχει επηρεάσει αρνητικά την οικονοµική του κατάσταση, µε το ποσοστό να φτάνει πάνω από 70% στις ηλικίες µεταξύ 25 – 54 ετών. Την ίδια στιγµή η εργασιακή αβεβαιότητα µεγαλώνει, καθώς το 52,3% των εργαζοµένων αισθάνονται απειλή για το µέλλον της εργασιακής τους κατάστασης.
Η παρατεταµένη υγειονοµική κρίση έχει επηρεάσει αρνητικά και την ψυχολογική διάθεση του 77,3% του γενικού πληθυσµού, το οποίο εµφανίζει σηµάδια κόπωσης και ενώ προς το παρόν συµµορφώνεται και ακολουθεί σε γενικές γραµµές τα µέτρα προστασίας, αρχίζει να δυσφορεί και να πιέζεται τόσο οικονοµικά όσο και ψυχολογικά. Οι πολίτες επιδεικνύουν αντοχή και προσαρµοστικότητα στη νέα πραγµατικότητα, αφού αναγνωρίζουν σε ποσοστό 74,7% (τρεις στους τέσσερις) ότι ο COVID-19 είναι ένας πολύ επικίνδυνος ιός, µε υψηλή µεταδοτικότητα, και τα µέτρα που λαµβάνονται θεωρούνται απαραίτητα για την αντιµετώπισή του.
Την ίδια στιγµή, ωστόσο, ένας στους πέντε συµπολίτες µας (20,8%) θεωρεί τον COVID-19 έναν ιό όπως αυτόν της γρίπης και βλέπει όλα αυτά τα µέτρα κάπως υπερβολικά και µάλλον αχρείαστα. Χωρίς να µπορούµε να κατατάξουµε αυτόµατα το ποσοστό αυτό στους λεγόµενους «αρνητές του κορονοϊού», αρχίζει να σχηµατοποιείται µε βάση και δεδοµένα άλλων ερευνών µια τάση µέσα στον γενικό πληθυσµό περί του 20%- 25%, η οποία εµφανίζεται δύσπιστη προς την κατάσταση που έχει διαµορφωθεί και µε σαφή πρόθεση να µη συµµορφώνεται µε τα ισχύοντα υγειονοµικά πρωτόκολλα.
Οσον αφορά δε στην υπόθεση του εµβολιασµού το 68% δηλώνει διατεθειµένο να εµβολιαστεί στην περίπτωση που ανακαλυφθεί ένα ασφαλές εµβόλιο, έναντι 30,4% που εµφανίζεται αρνητικό και θα το απέφευγε. Τα ποσοστά αυτά χρήζουν σίγουρα µεγαλύτερης και πιο εξειδικευµένης διερεύνησης, συνηγορούν ωστόσο και ενδυναµώνουν τα όσα είπαµε παραπάνω για τη συγκεκριµένη τάση που διαµορφώνεται εντός του πληθυσµού και έχει συγκεκριµένα χαρακτηριστικά.
Διαβάστε ολόκληρη τη δημοσκόπηση στην εφημερίδα Παραπολιτικά
Ο ηµερήσιος αριθµός των θανάτων, των κρουσµάτων και των διασωληνωµένων προκαλεί µεγάλη ανησυχία στους πολίτες, οι οποίοι φαίνεται να αντιλαµβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης και να κρίνουν θετικά την απόφαση της κυβέρνησης για επιβολή lockdown σε ποσοστό 68,3% έναντι 31,4% που αντιδρά αρνητικά σε αυτή την εξέλιξη. Μεταξύ των ψηφοφόρων της Ν.∆. το ποσοστό των θετικών απόψεων φτάνει στο 87%, ενώ αρνητικοί σε ποσοστό 44,3% εµφανίζονται οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ. Ποσοστά αρνητικών απόψεων άνω του 45% στην απόφαση της κυβέρνησης για οριζόντιο lockdown καταγράφονται στις ηλικίες 17-39 ετών, σε αντίθεση µε τους πολίτες άνω των 65 που δηλώνουν θετικοί σε ποσοστό 85,6%. Αντίστοιχα ποσοστά και στην ερώτηση για το αν το lockdown ήταν απαραίτητο, µε το 69% των πολιτών να το θεωρούν επιβεβληµένο, έναντι 30,7% που τοποθετούνται αρνητικά. Την ίδια στιγµή το 50,6% πιστεύει ότι η κυβέρνηση καθυστέρησε να λάβει το συγκεκριµένο µέτρο. Εκτός της καθυστερηµένης αντίδρασης, στην κυβέρνηση καταλογίζεται από τους πολίτες εφησυχασµός και µια υποτίµηση του κινδύνου µετά την πρώτη φάση της πανδηµίας, η οποία και οδήγησε στην αύξηση της διασποράς του ιού στην κοινότητα.
Επιπλέον, η κοινή γνώµη εµφανίζεται διχασµένη όσον αφορά τον κυβερνητικό σχεδιασµό για την αντιµετώπιση της κρίσης, αφού το 48,1% θεωρεί ότι διαθέτει επεξεργασµένο σχέδιο, έναντι 48,4% που πιστεύει ότι δεν υπάρχει στην ουσία ολοκληρωµένο σχέδιο και η κυβέρνηση δείχνει να αιφνιδιάζεται από την εξέλιξη της πανδηµίας.
∆ιαφαίνεται ότι οι τοποθετήσεις της κοινής γνώµης σε αυτή τη δεύτερη φάση αποκτούν πολιτικά χαρακτηριστικά και η κυβέρνηση έχει απολέσει την καθολική αποδοχή που απολάµβανε κατά το πρώτο lockdown. ∆έχεται πλέον κριτική για αστοχίες και παραλείψεις στη διαχείριση της κρίσης, συνεχίζει, ωστόσο, να απολαµβάνει την εµπιστοσύνη των πολιτών, καθώς δεν θεωρείται σε καµία περίπτωση ως η βασική υπεύθυνη για την κατάσταση που βιώνει η χώρα. Αλλωστε, οι πολίτες εµφανίζονται αισιόδοξοι και δηλώνουν σε ποσοστό 77,5% ότι µε το νέο lockdown θα µειωθεί ο αριθµός των κρουσµάτων και θα αναχαιτιστεί η εξάπλωση της πανδηµίας. Ο αρµόδιος υπουργός Υγείας, Β. Κικίλιας, καταγράφει θετικές απόψεις σε ποσοστό 51%, έναντι 46,2% των πολιτών που θεωρούν ότι οι χειρισµοί του κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν είναι επαρκείς.
Πολύ µεγαλύτερα ποσοστά αποδοχής συγκεντρώνει ο Σ. Τσιόδρας, αφού το 74,9% των πολιτών κρίνει τη συµβολή του θετική και καθοριστική για την αντιµετώπιση της πανδηµίας. Ο κ. Τσιόδρας κρίνεται θετικά από την πλειοψηφία των ψηφοφόρων όλων των κοµµάτων, γεγονός που καταδεικνύει την υπερκοµµατική του αποδοχή σε αντίθεση µε τον κ. Κικίλια ο οποίος δέχεται σκληρή κριτική από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και των υπολοίπων κοµµάτων της αντιπολίτευσης.
Η κριτική που δέχεται η κυβέρνηση γίνεται ακόµα πιο έντονη στο πεδίο της οικονοµίας, όπου µπορεί µεν τα πρώτα µέτρα στήριξης για επιχειρήσεις και εργαζόµενους να κρίνονται θετικά από το 54,6% του συνόλου, την ίδια στιγµή, ωστόσο, επτά στους δέκα Ελληνες (69,2%) τα θεωρούν ανεπαρκή και σίγουρα όχι αρκετά για να περιορίσουν τις οικονοµικές επιπτώσεις της υγειονοµικής κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι ψηφοφόροι του κυβερνώντος κόµµατος σε ποσοστό 48,6% περιγράφουν ως ανεπαρκή τα οικονοµικά µέτρα και ζητούν επί της ουσίας επιπλέον βοήθεια από την κυβέρνηση. Αλλωστε το 66,6% του συνόλου δηλώνει ότι η έξαρση της πανδηµίας έχει επηρεάσει αρνητικά την οικονοµική του κατάσταση, µε το ποσοστό να φτάνει πάνω από 70% στις ηλικίες µεταξύ 25 – 54 ετών. Την ίδια στιγµή η εργασιακή αβεβαιότητα µεγαλώνει, καθώς το 52,3% των εργαζοµένων αισθάνονται απειλή για το µέλλον της εργασιακής τους κατάστασης.
Η παρατεταµένη υγειονοµική κρίση έχει επηρεάσει αρνητικά και την ψυχολογική διάθεση του 77,3% του γενικού πληθυσµού, το οποίο εµφανίζει σηµάδια κόπωσης και ενώ προς το παρόν συµµορφώνεται και ακολουθεί σε γενικές γραµµές τα µέτρα προστασίας, αρχίζει να δυσφορεί και να πιέζεται τόσο οικονοµικά όσο και ψυχολογικά. Οι πολίτες επιδεικνύουν αντοχή και προσαρµοστικότητα στη νέα πραγµατικότητα, αφού αναγνωρίζουν σε ποσοστό 74,7% (τρεις στους τέσσερις) ότι ο COVID-19 είναι ένας πολύ επικίνδυνος ιός, µε υψηλή µεταδοτικότητα, και τα µέτρα που λαµβάνονται θεωρούνται απαραίτητα για την αντιµετώπισή του.
Την ίδια στιγµή, ωστόσο, ένας στους πέντε συµπολίτες µας (20,8%) θεωρεί τον COVID-19 έναν ιό όπως αυτόν της γρίπης και βλέπει όλα αυτά τα µέτρα κάπως υπερβολικά και µάλλον αχρείαστα. Χωρίς να µπορούµε να κατατάξουµε αυτόµατα το ποσοστό αυτό στους λεγόµενους «αρνητές του κορονοϊού», αρχίζει να σχηµατοποιείται µε βάση και δεδοµένα άλλων ερευνών µια τάση µέσα στον γενικό πληθυσµό περί του 20%- 25%, η οποία εµφανίζεται δύσπιστη προς την κατάσταση που έχει διαµορφωθεί και µε σαφή πρόθεση να µη συµµορφώνεται µε τα ισχύοντα υγειονοµικά πρωτόκολλα.
Οσον αφορά δε στην υπόθεση του εµβολιασµού το 68% δηλώνει διατεθειµένο να εµβολιαστεί στην περίπτωση που ανακαλυφθεί ένα ασφαλές εµβόλιο, έναντι 30,4% που εµφανίζεται αρνητικό και θα το απέφευγε. Τα ποσοστά αυτά χρήζουν σίγουρα µεγαλύτερης και πιο εξειδικευµένης διερεύνησης, συνηγορούν ωστόσο και ενδυναµώνουν τα όσα είπαµε παραπάνω για τη συγκεκριµένη τάση που διαµορφώνεται εντός του πληθυσµού και έχει συγκεκριµένα χαρακτηριστικά.
Διαβάστε ολόκληρη τη δημοσκόπηση στην εφημερίδα Παραπολιτικά