Δύο χρόνια μετά την εκλογική της νίκη, στις 7 Ιουλίου 2019, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη όχι μόνο διατηρεί ακέραιο το πολιτικό της κεφάλαιο, αλλά το ενισχύει καθημερινά. Και το πλέον εντυπωσιακό είναι ότι η καταγραφή αυτή γίνεται μέσα σε πρωτόγνωρες συνθήκες, στη δίνη της μεγαλύτερης υγειονομικής και οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποδεικνύει, εδώ και δύο χρόνια, ότι είναι πολιτικός ηγέτης μακράς πνοής. Η επιρροή του διαπερνά οριζόντια το πολιτικό σκηνικό, καταργεί τις διαχωριστικές γραμμές και τα στερεότυπα του παρελθόντος. Το μοντέλο διακυβέρνησης έχει τη σφραγίδα του πρωθυπουργού, έχει ως δομικά του στοιχεία τα μετρήσιμα αποτελέσματα, τις μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Η κυβέρνηση εφαρμόζει το πρόγραμμα που ενέκριναν με την ψήφο τους οι πολίτες, κουρασμένοι και απογοητευμένοι από υποσχέσεις και προγράμματα χωρίς αντίκρισμα, από αυταπάτες και εύκολες λύσεις, που διαψεύστηκαν. Μία από τις σταθερές αυτού του προγράμματος είναι η μείωση των φόρων. Η κυβέρνησή μας δίνει πίσω αυτά που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. πήρε από τους πολίτες, εφαρμόζοντας μια ακραία πολιτική υπερφορολόγησης. Ακόμα και εν μέσω πανδημίας, προσπαθήσαμε και παραμείναμε σταθερά δεσμευμένοι στην πολιτική μείωσης των φόρων. Σε αντίθεση με την προηγούμενη κυβέρνηση, η οποία επέβαλε 29 φόρους, εξοντώνοντας οικονομικά τη μεσαία και τις ασθενέστερες τάξεις, υπονομεύοντας ταυτόχρονα την αναπτυξιακή διαδικασία. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη όχι μόνο δεν έχει επιβάλει κανέναν νέο φόρο, αλλά εδώ και δύο χρόνια προχωρά σε μια διαρκή και στοχευμένη μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων, με μέτρα όπως:

  • Τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 28% στο 22%.
  • Την καθιέρωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή για μισθωτούς, συνταξιούχους, αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες και για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ, από το 22% στο 9%.
  • Tη μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22% για τα φυσικά πρόσωπα.
  • Τη μείωση του φόρου για τα μερίσματα από το 10% στο 5%.
  • Την αναστολή του ΦΠΑ στις οικοδομές με άδεια από 01ης/01/2006, εντάσσοντας στην αναστολή και την αντιπαροχή.
  • Τη μείωση της προκαταβολής φόρου για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες από το 100% στο 80% από το φορολογικό έτος 2021 σε μόνιμη βάση. Ειδικά για το φορολογικό έτος 2020, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούν, μεριμνήσαμε η προκαταβολή φόρου να μειωθεί ακόμα περισσότερο, στο 70%.
  • Την επαναφορά στο 55% από το 100% της προκαταβολής φόρου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα για τα φυσικά πρόσωπα, σε μόνιμη βάση από το φορολογικό έτος 2020.
  • Την αναστολή της εισφοράς αλληλεγγύης και για το φορολογικό έτος 2021 για όλα τα εισοδήματα των φυσικών προσώπων, με εξαίρεση τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία στον δημόσιο τομέα και τις συντάξεις.
Οι φοροελαφρύνσεις δεν σταματούν εδώ. Παράλληλα με τις απαραίτητες ευνοϊκές ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας (όπως οι επιστρεπτέες προκαταβολές, οι αποζημιώσεις ειδικού σκοπού και οι μειώσεις ενοικίων), σημειώθηκε πληθώρα παρεμβάσεων στην κατεύθυνση των φορολογικών ελαφρύνσεων, όπως οι μειώσεις στον ΦΠΑ για τις μεταφορές, τον καφέ, τα μη αλκοολούχα ποτά, τα εισιτήρια κινηματογράφου, θεάτρου, αθλητικών αγώνων και το τουριστικό πακέτο, καθώς και η καθιέρωση μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ για τα νησιά Κω, Λέρο, Λέσβο, Σάμο και Χίο. Και αυτά είναι μόνο η αρχή. Εγιναν πράξη μέσα στα δύο πρώτα χρόνια και κάτω από τις οριακές και αντίξοες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία.

Τιμώντας έμπρακτα την εμπιστοσύνη των Ελλήνων πολιτών, έχουμε μπροστά μας ακόμα δύο δημιουργικά χρόνια, δύο χρόνια στα οποία θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται περισσότερο ορατά το αναπτυξιακό μας σχέδιο. Ενα σχέδιο που όλοι εκτιμούν ότι θα δημιουργήσει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, που, όπως έχει ήδη δεσμευτεί ο πρωθυπουργός, θα αξιοποιηθεί με μια νέα δέσμη μείωσης φόρων.