Ως μετριοπαθείς νομοθετικές διατάξεις, με τις οποίες η κυβέρνηση επιχειρεί να παροτρύνει τους λίγους να μη βλάπτουν με τη συμπεριφορά τους τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών της χώρας μας, χαρακτήρισε την Πέμπτη ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης, από το βήμα της Βουλής, την τροπολογία για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες του γενικού πληθυσμού.

Τι ανέφερε στην ομιλία του ο Βασίλης Κοντοζαμάνης 

«Ενάμισι χρόνο από τότε που η πανδημία μας χτύπησε την πόρτα, η χώρα κατέβαλε μια τιτάνια προσπάθεια προκειμένου να αντιμετωπίσει τα πολλαπλά προβλήματα που προέκυψαν στην υγεία, την οικονομία, αλλά και στην καθημερινότητα των πολιτών.

Πριν δεκαοκτώ μήνες, όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά και ολόκληρος ο πλανήτης αντιμετώπιζε με δέος την ραγδαία εξάπλωση ενός θανατηφόρου ιού και απεγνωσμένα αναζητούσε τρόπους για να τον αντιμετωπίσει.

Μέσα σε αυτό το διάστημα που μεσολάβησε, συμπολίτες μας έχασαν τη ζωή τους και δεκάδες χιλιάδες άλλοι μπήκαν σε καραντίνα. Πολλοί από αυτούς μάλιστα νόσησαν και κάποιοι βίωσαν από πρώτο χέρι την τραυματική εμπειρία της νοσηλείας σε μία κλίνη νοσοκομείου ανήμποροι να αναπνεύσουν, ανήμποροι να επικοινωνήσουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα, τους φίλους τους, τις οικογένειες τους. Η ζωή όλων μας άλλαξε.

Την ίδια ώρα, η επιστήμη έδινε τη δική της μάχη και πραγματικά μέσα σε χρόνο ρεκόρ κατάφερε να παρασκευάσει αποτελεσματικά εμβόλια που αποδεδειγμένα καταπολεμούν σε συντριπτικά ποσοστά τον ιό.

Δεκαοκτώ μήνες μετά, η χώρα μας έχει πλέον εμβόλια άμεσα διαθέσιμα σε κάθε πολίτη της και σε κάθε γωνιά της επικράτειας και η Επιχείρηση «Ελευθερία» συνεχίζεται φέρνοντας μας καθημερινά όλο και πιο κοντά στο στόχο. Να εμβολιαστεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.

Ύστερα από 18 μήνες σκληρής μάχης με την πανδημία, κάθε συζήτηση γι’ αυτήν προϋποθέτει τουλάχιστον την παραδοχή ορισμένων ήδη αποδεδειγμένων αληθειών:

Πρώτον, σε κοινωνικούς όρους, τα εμβόλια επιτυγχάνουν πολύ περισσότερα πράγματα από απλώς την πρόληψη της νόσου στο ατομικό επίπεδο. Τα εμβολιαστικά προγράμματα αποτελούν την κορωνίδα των προληπτικών παρεμβάσεων σήμερα αλλά και την θεμελιώδη παρέμβαση των πολιτικών δημόσιας υγείας, καθώς οδηγούν στην παραγωγή δημόσιων αγαθών (με την οικονομική έννοια του όρου), όπως η συλλογική ανοσία.

Εκτός των προφανών αποτελεσμάτων των εμβολιασμών στην πρόληψη των νοσημάτων, όπως τεκμηριώνεται από τις δραματικές μειώσεις στη νοσηρότητα και θνησιμότητα η οποία αφορά τα νοσήματα τα οποία προλαμβάνονται με τον εμβολιασμό τα οργανωμένα και συστηματικά προγράμματα εμβολιασμών επίσης παράγουν μια σειρά εξωτερικοτήτων, ή, με απλά λόγια, μια σειρά αποτελεσμάτων τα οποία υπερβαίνουν το ατομικό επίπεδο του εμβολιαζόμενου και κατανέμονται στο σύνολο των μελών της κοινωνίας.

Δεύτερον, ότι το μοναδικό όπλο της ανθρωπότητας κατά του Covid 19 είναι το εμβόλιο. Καμία άλλη θεραπεία δεν τον αποτρέπει και καμία άλλη μέθοδος δεν εμποδίζει τόσο δραστικά την εξάπλωσή του.

Τρίτον, ότι όλα τα εμβόλια είναι ασφαλή. Κι αυτό το βεβαιώνουν όχι μόνο οι έρευνες, αλλά και, πρακτικά, τα δισεκατομμύρια δόσεις που έχουν γίνει σε όλον τον κόσμο εδώ και μήνες.

Τέταρτον, η μετάλλαξη «Δ» είναι η πλέον μεταδοτική. Το δείχνει η σημερινή εικόνα σε όλον τον πλανήτη, όπως και η πρόσφατη εμπειρία της χώρας μας.

Πέμπτον, η πολύμηνη αυτή δοκιμασία ήδη εξαντλεί παντού τους πόρους για την αντιμετώπισή της, αλλά και τις αντοχές των κοινωνιών που δεν αντέχουν τους αρχικούς περιορισμούς. Και έκτον, η ίδια η ζωή απέδειξε πως λύση προσφέρει μόνο η συμπαράταξη των πολιτικών δυνάμεων και των πολιτών γύρω από ένα συνεκτικό, αλλά και ευέλικτο σχέδιο.

Όποιος αμφισβητεί αυτές τις έξι αλήθειες είναι υποκριτής. Γιατί ύστερα απ’ όσα έχουν μεσολαβήσει δεν μπορεί να υποστηρίξει πως δεν ήξερε, δεν άκουσε, δεν του είπαν. Συνεπώς, όποιος σήμερα αφήνει έστω και μία χαραμάδα να αμφισβητηθούν τα εμβόλια, ''ψαρεύει'' σε θολά και επικίνδυνα νερά. Πολύ περισσότερο όταν επιτρέπει σε συνεργάτες του να διαλαλούν ότι είναι ανεμβολίαστοι, αλλά και να μιλούν για μη εγκεκριμένες δήθεν θεραπείες.

Είναι, επίσης, υποκριτής όποιος προσποιείται ότι δεν βλέπει την εξάντληση της οικονομίας και της κοινωνίας, ζητώντας ανεύθυνα πότε να δίνονται αλόγιστες αυξήσεις και πότε να κλείνει ή να ανοίγει η κυκλοφορία κι η αγορά ανάλογα με τις εντυπώσεις της στιγμής. Και, βέβαια, είναι κοινός υποκριτής όποιος αποσιωπά ότι ο ιός είναι άγνωστος και απρόβλεπτος, άρα και η άμυνα εναντίον του πρέπει να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη να προσαρμοστεί στις συνθήκες που, κάθε φορά, διαμορφώνονται. Και ότι για κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο το κοινό μήνυμα της πολιτικής και η κοινή και υπεύθυνη στάση των πολιτών.

Με αυτά τα δεδομένα και μόνον μπορούν να προσεγγιστούν και οι ρυθμίσεις για τους εμβολιασμούς. Που είναι εθνικά απαραίτητες και δημοκρατικά υπεύθυνες. Γιατί υπηρετούν τη δημόσια υγεία, χωρίς, όμως, να επεμβαίνουν στη ζώνη των ατομικών δικαιωμάτων.

Είναι, ακόμη, κοινωνικά ευαίσθητες. Γιατί ούτε απαγορεύουν, ούτε και επιβάλλουν κάτι στους πολλούς. Αλλά παροτρύνουν τους λίγους να μη βλάπτουν τη συντριπτική πλειονότητα.

Είναι, τέλος, μελετημένες και μετριοπαθείς. Γιατί δεν είναι γενικές και καθολικές. Αντίθετα, στο Δημόσιο προτάσσονται εκείνες οι κατηγορίες εργαζομένων που έχουν άμεση σύνδεση με τους πιο ευάλωτους πολίτες.

Ενώ στον ιδιωτικό τομέα δίνεται η ευχέρεια προστασίας ταυτόχρονα με την ισχύ όλων των προβλέψεων του Εργατικού Δικαίου. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μία πρωτοβουλία ισορροπημένη και δίκαιη που σταθμίζει το κοινό καλό με την ατομική επιλογή. Χωρίς, να ξεχνά και τη δημοκρατική αρχή ότι η ελευθερία συνυπάρχει με την υπευθυνότητα.

Η Πολιτεία έχει την υποχρέωση να προστατέψει όλα τα μέλη της και κυρίως τα πιο αδύναμα. Απέναντι σε καθαρές αλήθειες, λοιπόν, απαιτούνται καθαρές συμπεριφορές. Και οι σαφείς αποφάσεις μπορούν να αμφισβητηθούν μόνο με σαφείς αντιπροτάσεις. Η κατάσταση δεν επιτρέπει ούτε επαμφοτερίζουσες στάσεις, ούτε μισόλογα και «ναι μεν αλλά», ούτε αστερίσκους.

Πολύ περισσότερο που τα 2 μέτωπα έχουν, σταδιακά, διαμορφωθεί: είναι η πλευρά της επιστήμης και της δημόσιας υγείας και η πλευρά της φημολογίας και της συνωμοσιολογίας. Ενώ τα περιθώρια στενεύουν: Η οικονομία πρέπει να λειτουργήσει, η κοινωνία να απελευθερωθεί και η μετάλλαξη ''Δέλτα'' να αντιμετωπιστεί. Γι’ αυτό και, παράλληλα με την πειθώ, χρειάζονται και μέτρα. Γιατί, ακριβώς, αν τα τελευταία λείψουν θα έχει κάθε λόγο να κατηγορηθεί για αδράνεια η Πολιτεία από τα εκατομμύρια πολιτών που εμβολιάστηκαν και δικαιούνται να ζητούν τη ζωή τους πίσω. Είναι, άλλωστε, η πολιτική που ακολουθούν τώρα όλες οι χώρες.

Η στάση, συνεπώς, απέναντι στις νέες ρυθμίσεις θα κρίνουν και τη σοβαρότητα των κομμάτων. Δεν γίνεται κάποιοι να ζητούν πειθώ, όταν λαμβάνονται μέτρα και να απαιτούν μέτρα όταν εξελίσσονται οι εκστρατείες πειθούς. Γιατί μπορεί οι ίδιοι να αποδεικνύονται πολιτικοί καιροσκόποι. Όμως με τον διαρκή αλληθωρισμό τους προς όλες τις κατευθύνσεις και προς όλα τα αιτήματα, βλάπτουν την κοινωνία. Σπέρνοντας τελικά, το δηλητήριο της αμφισβήτησης και για την πειθώ και για τα μέτρα. Και στο τέλος, ασφαλώς, θα τους καταψηφίσουν και οι εμβολιασμένοι και οι ανεμβολίαστοι. Αλλά, στο μεταξύ, ο ιός θα έχει κερδίσει χρόνο ζωής για να φέρει πόνο, ενώ ο τόπος θα έχει χάσει πολύτιμο χρόνο από το μέλλον του. Θα πρότεινα, λοιπόν, σε όσους επιμένουν σε αυτή την αδιέξοδη στάση να κάνουν το εμβόλιο της αλήθειας και της ευθύνης. Και απέναντι στην μετάλλαξη ''Δέλτα'' να μεταλλαχθούν οι ίδιοι προς το καλύτερο. Θα είναι ένα καλό νέο για την υγεία της δημόσιας ζωής».