Mε δήλωση του ο Γιάννης Οικονόμου απαντά για το  δημοσίευμα της εφημερίδας «Documento» για το ζήτημα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, τονίζοντας ότι όσα αναφέρονται στην εφημερίδα του Κώστα Βαξεβάνη χρειάζεται να διερευνηθούν διεξοδικά από τις αρμόδιες αρχές και ιδιαίτερα από την ελληνική Δικαιοσύνη, παρότι όπως αναφέρει δεν προκύπτει καμία τεκμηρίωση του δημοσιεύματος.

«Η ελληνική πολιτεία θα αξιολογήσει κάθε πτυχή του ζητήματος αυτού. Κανένας τυφλοπόντικας δεν θα μείνει κρυμμένος», αναφέρει επίσης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.

Ολόκληρη η ανακοίνωση

Όσα αναφέρονται στην εφημερίδα του κ. Βαξεβάνη χρειάζεται να διερευνηθούν διεξοδικά από τις αρμόδιες αρχές και ιδιαίτερα από την ελληνική Δικαιοσύνη παρότι δεν προκύπτει καμία τεκμηρίωση του δημοσιεύματος.

Πλεονάζουν οι αφηγήσεις, απουσιάζουν τα στοιχεία.

Όταν διατυπώνονται τέτοιοι ισχυρισμοί, δύο βασικά ερωτήματα που τίθενται είναι ποιος τους λέει και ποιος είναι ο σκοπός του.

• Ο εθνικός συκοφάντης, ο άνθρωπος που έχει ξεπεράσει σε φαντασία και επινοητικότητα ακόμα και τους μεγαλύτερους παραμυθάδες. Αυτός που η θεματολογία και η προσέγγισή του ταυτίζεται με τον εθνικό οχετό (την εφημερίδα Μακελειό). Εκείνος που οι «αποκαλύψεις» του προαναγγέλονται από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και τον ίδιο τον κ. Τσίπρα. Και τέλος, αυτός που εμπλέκεται στην χρηματοδότηση με ρωσικά κεφάλαια τηλεοπτικού δικτύου στην χώρα μας, προφανώς δεν έχει καμία εγγύηση αξιοπιστίας.

• Στο ποιο σκοπό εξυπηρετεί, όταν χωρίς το παραμικρό στοιχείο αποδίδει στον Πρωθυπουργό την φαιδρή κατηγορία ότι παρακολουθούσε υπουργούς του, τις συζύγους τους, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους και πολιτικούς αντιπάλους τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: επιχειρεί να πλήξει την κυβέρνηση, να δημιουργήσει πρόβλημα στη Νέα Δημοκρατία, να ωφελήσει εκείνους τους οποίους υπηρετεί αφοσιωμένα και να βάλει νερό στο μύλο κέντρων που έχουν ενοχληθεί από την Κυβέρνηση και δεν κρύβουν την δυσαρέσκειά τους για την σταθερότητα και την ασφάλεια που έχει επιτύχει η Ελλάδα. Κέντρα που θα προτιμούσαν μια άλλη κυβέρνηση, πιο βολική, και έναν άλλο πρωθυπουργό, αδύναμο και ελέγξιμο.

Λογισμικά παρακολούθησης υπάρχουν στην Ελλάδα όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη αλλά δεν τα αγόρασε και δεν τα χρησιμοποιεί καμία δημόσια αρχή. Η Κυβέρνηση έχει επιδιώξει από την πρώτη στιγμή την διερεύνηση της υπόθεσης αυτής και βρίσκεται σε εξέλιξη ανοιχτή δικαστική έρευνα. Ταυτόχρονα είναι έτοιμη η δριμεία θεσμική αντίδραση της Κυβέρνησης στο φαινόμενο αυτό, το οποίο δημιουργεί εθνικούς κινδύνους και χρησιμοποιείται από όσους επιδιώκουν την ανωμαλία και την αναταραχή, σε μια κρίσιμη μάλιστα συγκυρία, σε κάθε επίπεδο. Η Κυβέρνηση θα προχωρήσει στην καθολική απαγόρευση της εμπορίας τους, πράξη που θα καταστήσει την Ελλάδα την πρώτη χώρα στην Ευρώπη που θα απαγορεύεται η κυκλοφορία κακόβουλων λογισμικών στην επικράτεια της.

Η ελληνική πολιτεία θα αξιολογήσει κάθε πτυχή του ζητήματος αυτού. Κανένας τυφλοπόντικας δεν θα μείνει κρυμμένος.

ΣΥΡΙΖΑ: «Το πολιτικό σύστημα να προστατέψει την αξιοπρέπειά του»

To δημοσίευμα της εφημερίδας «Documento» για την υπόθεση των παρακολουθήσεων σχολιάζει με ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ και ζητά από την Δικαιοσύνη «να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων». Παράλληλα, εξαπολύει επίθεση στον πρωθυπουργό σημειώνοντας: «Το τι ισχυρίζεται πλέον ένας ένοχος πρωθυπουργός μικρή σημασία έχει»

Και προσθέτει πως αυτό που έχει σημασία είναι «αν η δικαιοσύνη σταθεί τελικά στο ύψος των περιστάσεων και ιδίως αν το πολιτικό σύστημα προστατεύσει εν τέλει τη στοιχειώδη αξιοπρέπειά του, αλλά και τη δημοκρατία».

Η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ

«Όλα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας από την εφημερίδα Documento γεννούν βαθύ προβληματισμό, θλίψη και αποτροπιασμό σε κάθε δημοκρατικό πολίτη ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης.

»Είναι ώρες κρίσιμες για τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη.

»Για την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και το πολιτικό σύστημα.

»Το τι ισχυρίζεται πλέον ένας ένοχος πρωθυπουργός μικρή σημασία έχει.

»Αυτό που έχει σημασία είναι αν η δικαιοσύνη σταθεί τελικά στο ύψος των περιστάσεων και ιδίως αν το πολιτικό σύστημα προστατεύσει εν τέλει τη στοιχειώδη αξιοπρέπειά του αλλά και τη δημοκρατία».