Αποκαλύψεις όσον αφορά τα σχέδια που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ αν την Κυριακή των εκλογών κερδίσει τις εκλογές και πραγματοποιήσει κυβέρνηση έκανε ο Γιώργος Κατρούγκαλος.

«Είναι λογικό να συνδέεται με το εισόδημα η ασφαλιστική εισφορά», είπε, μεταξύ άλλων, ο πρώην υπουργός Εργασίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με τον παριστάμενο υπουργό, Άδωνι Γεωργιάδη, να του επισημαίνει: «Η σύνδεση του ύψους της ασφαλιστικής εισφοράς με το εισόδημα είναι φόρος».

Ο κ. Κατρούγκαλος υπεραμύνθηκε της συγκεκριμένης ρύθμισης, λέγοντας ότι είναι δίκαιο να πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές οι ελεύθεροι επαγγελματίες όσο και οι εργάτες.



Σκέρτσος: Άλλη μία κρυφή πτυχή της κυβέρνησης ειδικού σκοπού


Μετά την αποκάλυψη διά στόματος Γιώργου Κατρούγκαλου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Άκης Σκέρτσος, σε ανακοίνωσή του τόνισε ότι πρόκειται για «άλλη μια κρυφή πτυχή της κυβέρνησης ειδικού σκοπού και ολικής καταστροφής που μας προτείνει ο κ. Τσίπρας».

«Έχουμε προειδοποιήσει επανειλημμένα ότι το μη κοστολογημένο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν "βγαίνει" χωρίς νέα φοροεπιδρομή στα εισοδήματα ή νέα δάνεια, ελλείμματα, χρέος και τελικά νέα εποπτεία. Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές τόσο αποκαλύπτεται ότι δεν έμαθαν τίποτα από την ήττα του 2019 και το μόνο που επιδιώκουν είναι η επιστροφή για να ολοκληρώσουν όσα δεν πρόλαβαν στην προηγούμενη θητεία τους», προσθέτει ο κ. Σκέρτσος.


Η ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου

Χθες το βράδυ αποκαλύφθηκε από τον κ. Κατρούγκαλο άλλη μία κρυφή πτυχή της κυβέρνησης ειδικού σκοπού και ολικής καταστροφής που μας προτείνει ο κ. Τσίπρας: η επαναφορά, δηλαδή, του νόμου Κατρούγκαλου σε ό,τι αφορά τον συντελεστή ασφαλιστικών κρατήσεων των ελεύθερων επαγγελματιών στο 20% του ετήσιου εισοδήματός τους. Έχουμε προειδοποιήσει επανειλημμένα ότι το μη κοστολογημένο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν «βγαίνει» χωρίς νέα φοροεπιδρομή στα εισοδήματα ή νέα δάνεια, ελλείμματα, χρέος και τελικά νέα εποπτεία. Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές τόσο αποκαλύπτεται ότι δεν έμαθαν τίποτε από την ήττα του 2019 και το μόνο που επιδιώκουν είναι η επιστροφή για να ολοκληρώσουν όσα δεν πρόλαβαν στην προηγούμενη θητεία τους. Την Κυριακή λέμε «ναι» στην πρόοδο και την προκοπή όλων μας και «όχι» στη δεύτερη φορά στη συμφορά.


Λίγα λόγια για τον νόμο Κατρούγκαλου - Η αντισυνταγματικότητα και οι στρεβλώσεις

Ο ν. 4387/2016 («Νόμος Κατρούγκαλου») συνέδεσε το ύψος των καταβαλλόμενων εισφορών ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών με τα δηλωθέντα εισοδήματά τους. Έτσι ένας ελεύθερος επαγγελματίας ή αυτοαπασχολούμενος (μετά την πρώτη πενταετία άσκησης επαγγέλματος) κατέβαλε (μέχρι και το 2018) ως ασφαλιστικές εισφορές (κύριας σύνταξης) το 20% του ετήσιου εισοδήματός του. Σε αυτό ερχόταν να προστεθεί και 6,95% εισφορά υπέρ υγείας και 7% για επικουρική (για όσους υπάγονται σε αυτή). Μιλάμε δηλαδή για μια επιβάρυνση της τάξης του 26,95% για όσους δεν είχαν επικουρική και 33,95% για όσους είχαν υποχρέωση επικουρικής ασφάλισης (δικηγόροι, μηχανικοί και συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελματιών). Ταυτόχρονα υπήρχε κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα ίσο με τον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού, γεγονός που οδηγούσε και σε ελάχιστη εισφορά. Με λίγα λόγια, ένας ελεύθερος επαγγελματίας ή αυτοαπασχολούμενος κατέβαλε στο σύνολο του φορολογητέου του εισοδήματος το σύνολο των εισφορών (εργοδότη και εργαζόμενου) που κατέβαλε και ένας μισθωτός.

Το 2019, έπειτα και από αντιδράσεις των επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων, η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μείωσε τους συντελεστές των εισφορών για κύρια σύνταξη, ουσιαστικά περιορίζοντάς την στο ύψος της εισφοράς εργοδότη όπως ισχύει για τους μισθωτούς. Έτσι, η επιβάρυνση για κύρια σύνταξη έπεσε στο 13%, ενώ για υγεία παρέμεινε στο 6,95% και για επικουρική έπεσε στο 6,5% (αλλά αυτό ίσχυε για το σύνολο των ασφαλισμένων – μισθωτών και μη μισθωτών).

Ο μηχανισμός αύξησης εισφορών των μη μισθωτών ήταν ο ίδιος με τον μηχανισμό αύξησης εισφορών των μισθωτών. Δηλαδή κάθε αύξηση των εισοδημάτων, άρα και κάθε αύξηση των τιμών λόγω πληθωρισμού (θα) αύξανε και τις εισφορές των μη μισθωτών ανάλογα με το κατά πόσο οι μη μισθωτοί θα ενσωμάτωναν στις τιμές των αγαθών ή των υπηρεσιών τους και την αύξηση.

Ο τρόπος αυτός επιβολής εισφορών (δηλαδή το να καταβάλει κανείς εισφορές στο σύνολο του φορολογητέου εισοδήματος) ήταν μεταξύ των βασικών στοιχείων του νόμου Κατρούγκαλου, τα οποία κρίθηκαν αντισυνταγματικά από το ΣτΕ, με τις αποφάσεις του τον Οκτώβριο του 2019.

Πέρα όμως από την αντισυνταγματικότητα, υπήρχαν και ακόμα δύο βασικοί λόγοι οι οποίοι καθιστούσαν το συγκεκριμένο σύστημα επιβολής εισφορών εξαιρετικά αναποτελεσματικό: ο πρώτος είχε να κάνει με το γεγονός ότι η επιβολή εισφορών βάσει φορολογητέου εισοδήματος δημιουργούσε σημαντικά κίνητρα απόκρυψης εισοδημάτων. Ο δεύτερος αφορούσε την πολυπλοκότητα του ίδιου του συστήματος, καθώς τα φορολογητέα εισοδήματα γίνονταν γνωστά κατά το επόμενο έτος από αυτό κατά το οποίο δημιουργούνταν και οι μη μισθωτοί βρίσκονταν διαρκώς σε μια κατάσταση εκκαθάρισης εισφορών, η οποία, όπως όλοι γνωρίζουν, πήρε πολλά χρόνια να ολοκληρωθεί.

Το 2020, με τον νόμο 4670/2020, διορθώθηκαν οι παραπάνω στρεβλώσεις ως προς τις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών. Συγκεκριμένα, υιοθετήθηκε η ελεύθερη επιλογή κλάσεων με κατώτατη εισφορά για κύρια σύνταξη στα €155 και για υγεία στα €55 (σύνολο €210 η βασική επιβάρυνση). Η ανώτατη (6η) ασφαλιστική κατηγορία έχει εισφορά €500 για κύρια σύνταξη και €66 για υγεία. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες επιλέγουν ελεύθερα κάθε έτος την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία θέλουν να ενταχθούν και με τα στοιχεία του 2022 πάνω από 80% αυτών επιλέγουν την πρώτη ασφαλιστική κατηγορία. Καθώς πλέον οι ελεύθεροι επαγγελματίες πληρώνουν συγκεκριμένα ποσά για ασφάλιση και όχι ποσοστό εισοδήματος, έπρεπε να υπάρχει ένας μηχανισμός αναπροσαρμογής αυτών. Από την 01.01.2023 έως την 31.12.2024 τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής τού ως άνω ποσοστού το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από την 1.1.2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.