«Το 41% δεν ισοδυναµεί µε λευκή επιταγή. Ισοδυναµεί µε αυξηµένη ευθύνη. ∆εν είναι άλλοθι για λάθη. Είναι κίνητρο για αποτέλεσµα, που επιπλέον δεν επιτρέπει υπερφίαλες συµπεριφορές, καθώς το πολιτικό "κοντέρ" µηδενίστηκε στις εκλογές». Το καµπανάκι για την κυβερνητική παράταξη, τη Νέα Δημοκρατία, ήρθε από τα χείλη του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στη συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής της Ν.∆.


Οι δηµοσκοπήσεις επιβεβαίωναν τη µετεκλογική εικόνα στο πολιτικό σκηνικό

Περίεργο, καθώς την ίδια ώρα η µία µετά την άλλη οι δηµοσκοπήσεις επιβεβαίωναν τη µετεκλογική εικόνα στο πολιτικό σκηνικό: η Ν.∆. διατηρεί την πολιτική της κυριαρχία µε ποσοστά πέριξ του 40% και από εκεί και πέρα... η ανατροπή της ανατροπής.

Ο ΣΥΡΙΖΑ φθίνει δηµοσκοπικά, µε µια κρίση που βαθαίνει και τραβάει σε µάκρος, και το ΠΑΣΟΚ, εξαιτίας της πτώσης του ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύεται δεύτερο κόµµα. Είναι φανερό ότι οι τεκτονικές αναταράξεις στο αντιπολιτευτικό φάσµα δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την κυβερνητική παράταξη. Και τούτο γιατί, εκτός των άλλων, το µπρα ντε φερ ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ έχει να κάνει µε την «προσβασιµότητα»-αύξηση της επιρροής τους στον χώρο του Κέντρου (πάλι το Κέντρο στο επίκεντρο...), εκεί όπου η Ν.∆. διατηρεί ισχυρά ερείσµατα, παρά τις παλινωδίες, τις ατολµίες και τις εξωγενείς ασύµµετρες απειλές.


Η πορεία προς τις ευρωεκλογές και το κριτήριο της "κυβερνησιµότητας"

Οµως τίποτα δεν είναι δεδοµένο, ιδιαίτερα στην πορεία προς τις ευρωεκλογές. Ας δούµε µια βασική αντίφαση: όλες οι δηµοσκοπήσεις του Νοεµβρίου δίνουν στη Ν.∆. υψηλά ποσοστά, παραπλήσια του εκλογικού ποσοστού του Ιουνίου 2024. Επίσης η συσπείρωση παραµένει υψηλή: 82% για τη Ν.∆., στη µέτρηση της ALCO. Ωστόσο, στην ίδια δηµοσκόπηση, το 52% των ερωτηθέντων δηλώνουν µη ικανοποιηµένοι από την κυβέρνηση, έναντι 46% της µέτρησης του Σεπτεµβρίου.

Η έρευνα δίνει απάντηση και στην αναφορά του πρωθυπουργού για «υπερφίαλες συµπεριφορές», καθώς το 55% των ερωτηθέντων διαπιστώνει αλαζονεία στις κυβερνητικές πρακτικές. Ακόµα πιο γκρίζα είναι η εικόνα στη δηµοσκόπηση της Prorata: το 71% δηλώνουν µη ικανοποιηµένοι από το κυβερνητικό έργο. Πώς εξηγείται λοιπόν το χάσµα ανάµεσα στην κλιµακούµενη δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση -µε αιχµή του δόρατος την ακρίβεια- και στα υψηλά δηµοσκοπικά ποσοστά που διατηρεί; Η απάντηση είναι πως παραµένει ο βασικός εγγυητής της συνταγής «σταθερότητα - κυβερνησιµότητα», που εξακολουθεί να έχει απήχηση στον ενδιάµεσο πολιτικό, αλλά και κοινωνικό χώρο.

Απόδειξη γι’ αυτό, οι απαντήσεις των πολιτών σε σχετικό ερώτηµα της Prorata: στη συντριπτική τους πλειονότητα απαντούν ότι δεν είναι ικανοποιηµένοι από το έργο των κοµµάτων της αντιπολίτευσης. Το 93% το δηλώνουν αυτό για τον ΣΥΡΙΖΑ, το 89% για το ΠΑΣΟΚ και το 80% για το ΚΚΕ. Στον χώρο του Κέντρου στοχεύουν, θέλοντας και µη, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, που «φυλλορροεί», όσο και το ΠΑΣΟΚ, που αίφνης οφείλει να διαχειριστεί µια ανέλπιστη δεύτερη θέση στο πολιτικό στερέωµα. «∆εν θα αφήσω τους “νοικοκύρηδες” στη ∆εξιά, την ώρα που οι αληθινοί µπαχαλάκηδες είναι αυτοί που µας κυβερνούν και αποσυνθέτουν την κοινωνία», δήλωσε την περασµένη Τετάρτη ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Στ. Κασσελάκης, ο οποίος, µία µέρα πριν, έκανε ένα ιδιότυπο άνοιγµα στους «κυρ Παντελήδες» των sixties: «Είναι µία επιστροφή στην παλιά, νοικοκυρεµένη Ελλάδα... Στην Ελλάδα όπου ο νοικοκύρης είχε το σπίτι του καθαρό, τηρούσε τους κανόνες, τους νόµους και είχε ενδιαφέρον και ενσυναίσθηση για τον γείτονά του».


Η στροφή προς το Κέντρο του ΣΥΡΙΖΑ

Καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπει «φέτες» να αποκολλώνται από τα αριστερά του, είναι ολοφάνερο πως επιχειρεί µια στροφή προς το Κέντρο, φιλοδοξώντας να διεµβολίσει τον χώρο, που εκτός των άλλων χαρίζει στον Κυρ. Μητσοτάκη υψηλά ποσοστά δηµοφιλίας και κυβερνησιµότητας. Η καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ όµως δεν έχει να κάνει τόσο µε το κενό στην Κεντροαριστερά όσο µε το τεράστιο έλλειµµα αντιπολίτευσης. Κι αυτό είναι που φέρνει το ΠΑΣΟΚ σε κρίσιµα διλήµµατα ενόψει της επόµενης µέρας. Προσώρας, δύο τάσεις φαίνεται να αντιµάχονται. Η µία προκρίνει την υιοθέτηση ενός «ανένδοτου» ή «σκληρού ροκ» απέναντι στον Μητσοτάκη - περίεργη λογική, καθώς αυτό ακριβώς το αντιπολιτευτικό µοντέλο οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ σε κατάρρευση...

Η δεύτερη αντίληψη ωθεί στο συµπέρασµα ότι η δηµιουργία αξιόπιστου αντιπολιτευτικού πόλου προϋποθέτει την προσέγγιση ή κάποιας µορφής συνεργασία µε τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι τέτοιο, όµως, εξουδετερώνει εξαρχής τη βασική προσπάθεια που οφείλει να κάνει και το ΠΑΣΟΚ για ένα γενναίο άνοιγµα προς την Κεντροδεξιά, αλλά και την Κεντροαριστερά. Ισως η πιο σωστή επιλογή είναι και η πιο δύσκολη: η ανάδειξη µιας αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης απέναντι στη Ν.∆.

Με άλλα λόγια, η επιδίωξη να πείσει ευρύτερα κοινωνικά στρώµατα ότι µπορεί να κυβερνήσει. Η αίσθηση της «κυβερνησιµότητας», µέσω µιας θεσµικής και υπεύθυνης αντιπολίτευσης, θα είναι το κλειδί διείσδυσης σε έναν χώρο απαγορευµένο εδώ και χρόνια για το ΠΑΣΟΚ. Ολα αυτά πιθανόν θα είχαν µια «γραµµική» εξέλιξη, εάν δεν µεσολαβούσαν οι ευρωεκλογές σε λίγους µήνες.

Εκεί το κριτήριο της «κυβερνησιµότητας» µπορεί να υποσκελιστεί από τη διάθεση των πολιτών να στείλουν µηνύµατα σε κάθε κατεύθυνση. Οπως είδαµε, τα ποσοστά µη ικανοποίησης για κυβέρνηση αλλά και αντιπολίτευση είναι πολύ υψηλά. Για τον πρωθυπουργό, αυτό σηµαίνει ότι οφείλει να εφαρµόσει ένα πρόγραµµα µε συνδυασµό µεταρρυθµίσεων, αλλά και κοινωνικών παροχών. Για το ΠΑΣΟΚ, προέχει η ταχύρρυθµη επεξεργασία µιας βιώσιµης εναλλακτικής πρότασης. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως είναι τα πράγµατα, θα χρειαστεί κάποιος χρησµός από το µ αντείο των ∆ελφών για το πού θα κάτσει η σκόνη...

Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή της Κυριακής»