Έπειτα από δύσκολες διαπραγµατεύσεις τριών και πλέον ετών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη µέλη της Ε.Ε. κατέληξαν σε µια πολυπόθητη συµφωνία για την αναθεώρηση της νοµοθεσίας της Ε.Ε. για το άσυλο και τη µετανάστευση, στην υλοποίηση της οποίας η Ελλάδα είχε πρωτοστατήσει.

Το νέο πλαίσιο, σύµφωνα µε την πρόεδρο της Κοµισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προσφέρει «εργαλεία» για γρηγορότερη αντιµετώπιση κρίσεων και «φρενάρει» χώρες που µέσω των αυξηµένων ροών επιχειρούν να αποσταθεροποιήσουν την Ένωση.

Οι πέντε νέοι κανονισµοί, που προβλέπονται στο Νέο Σύµφωνο της Ε.Ε. για τη Μετανάστευση και το Ασυλο, αφορούν όλα τα στάδια της διαδικασίας. Από τον έλεγχο των µεταναστών κατά την άφιξή τους, τη λήψη βιοµετρικών δεδοµένων, την υποβολή και διεκπεραίωση των αιτήσεων, καθώς και τους κανόνες για τον καθορισµό της χώρας που θα διαχειριστεί την αίτηση.

*Διαβάστε εδώ: Τα υπαρξιακά της δεξιάς πτέρυγας- Οι συζητήσεις μετά το "αντάρτικο" Σαμαρά και το άγχος της ομάδας "γαλάζιων" βουλευτών


Υποστήριξη

Ιδιαίτερα σηµαντικό σηµείο του συµφώνου, η θέσπιση συστήµατος υποχρεωτικής αλληλεγγύης για τις χώρες της Ε.Ε. που αναγνωρίζεται ότι βρίσκονται υπό µεταναστευτική πίεση (όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Μάλτα και η Ισπανία). Το σύστηµα θα προσφέρει στις χώρες τρεις επιλογές: µετεγκατάσταση ορισµένου αριθµού αιτούντων άσυλο, καταβολή συνεισφοράς για κάθε αιτούντα που αρνείται να µετεγκατασταθεί και χρηµατοδότηση επιχειρησιακής υποστήριξης.

Στο νέο σύµφωνο περιλαµβάνεται επίσης για τους αιτούντες άσυλο µια προκαταρκτική διαδικασία για την ταχεία εξέταση του προφίλ τους και τη συλλογή βασικών πληροφοριών (εθνικότητα, ηλικία, βιοµετρικά στοιχεία), θα διαρκεί έως και επτά ηµέρες και θα διενεργούνται έλεγχοι υγείας και ασφάλειας. Με τις αλλαγές στο Eurodac, τη µεγάλης κλίµακας βάση δεδοµένων, θα εντοπίζονται οι αιτούντες και όχι ο αριθµός των αιτηµάτων τους. Για τους αιτούντες ορίζονται δύο πιθανά βήµατα: µια ταχεία διαδικασία στα σύνορα, διάρκειας έως και 12 εβδοµάδων, και η παραδοσιακή διαδικασία ασύλου, που µπορεί να διαρκέσει αρκετούς µήνες.


∆ύο ερµηνείες

«Είναι σηµαντικό ότι οι τρεις θεσµοί -Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ευρωπαϊκό Συµβούλιο και Ευρωπαϊκή Επιτροπή- µπόρεσαν να φτάσουν σε πολιτική συµφωνία» επισηµαίνει ο οµότιµος καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήµιο Αθηνών και πρώην πρεσβευτής-σύµβουλος του ΥΠΕΞ επί δεκαετίες, Παναγιώτης Ιωακειµίδης. Όπως λέει στην «Απογευµατινή» της Κυριακής, το νέο σύµφωνο εφοδιάζει την Ε.Ε. µε νέα µέσα για να αντιµετωπίσει το πρόβληµα -ιδιαίτερα ενόψει των ευρωεκλογών-, αλλά θα πρέπει να δούµε πώς θα εφαρµοστεί, ενώ εκφράζονται και ενστάσεις και αµφιβολίες από διάφορες πλευρές. Ο κ. Ιωακειµίδης επισηµαίνει ότι το σύµφωνο ερµηνεύεται µε δύο διαφορετικούς τρόπους από τις πολιτικές δυνάµεις και από την κοινωνία των πολιτών, ΜΚΟ κ.λπ.

«Η µία ερµηνεία τονίζει ότι θα συµβάλει ουσιαστικά στην αντιµετώπιση του προβλήµατος της µετανάστευσης. Κυρίως, οι ρυθµίσεις για τη χορήγηση ασύλου, για την υποχρεωτική αλληλεγγύη, την προστασία των συνόρων και για την αντιµετώπιση καταστάσεων κρίσης.

Και εποµένως είναι κάτι πολύ σηµαντικό για την Ε.Ε.» αναφέρει ο κ. Ιωακειµίδης.

«Υπάρχει όµως µία άλλη ερµηνεία -που προέρχεται π.χ. από τους Πράσινους και την Αριστερά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά και από µία πολύ µεγάλη οµάδα οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και ΜΚΟ- που λέει ότι το σύµφωνο αποτελεί µεγάλη οπισθοδρόµηση, διότι παραβιάζει το ∆ιεθνές ∆ίκαιο, τα ατοµικά δικαιώµατα, τα δικαιώµατα των προσφύγων, και το κυριότερο είναι ένα σύµφωνο το οποίο δεν θα µπορέσει να εφαρµοστεί. Με άλλα λόγια, δεν θα λύσει ουσιαστικά κανένα πρόβληµα σε ό,τι αφορά τη µετανάστευση, αλλά µάλλον θα επιδεινώσει το πρόβληµα», προσθέτει. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ο οµότιµος καθηγητής εκτιµά ότι θα πρέπει πρωτίστως να προσέξουµε δύο σηµεία. «Πρώτον, σε ό,τι αφορά τη λεγόµενη υποχρεωτική αλληλεγγύη και πώς ακριβώς θα εφαρµοστεί.

Η υποχρεωτική αλληλεγγύη προβλέπει ότι µία χώρα µπορεί να δεχτεί έναν µετανάστη µέσω ενός συστήµατος µετεγκατάστασης, αλλά µπορεί και να τον απορρίψει και να συνεισφέρει οικονοµικά, καταβάλλοντας ένα ποσόν 20.000 ευρώ σε ειδικό ταµείο. Αλλά αυτό µπορεί να αποδειχθεί ότι τελικά είναι µία ανέφικτη και κατά κάποιον τρόπο µη λειτουργική λύση, διότι οι χώρες θα µπορούν να απαλλαγούν από την αλληλεγγύη καταβάλλοντας απλώς ένα ορισµένο ποσόν και εποµένως τελικώς οι µετανάστες να καταλήξουν και πάλι στη χώρα πρώτης υποδοχής.

Εποµένως θα πρέπει να δούµε πώς ακριβώς θα εφαρµοστεί η εν λόγω ρύθµιση που είναι κεντρική, ειδικά σε χώρες πρώτης υποδοχής, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία», αναφέρει. «Και η δεύτερη ρύθµιση είναι αυτή η οποία προβλέπει ότι θα δηµιουργηθούν κέντρα κράτησης στα σύνορα, προκειµένου να γίνει µία πρώτη ανάλυση (screening) των στοιχείων των αιτούντων άσυλο. Και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει το ενδεχόµενο να καταλήξουµε και πάλι σε κέντρα όπου θα συγκεντρώνουν ένα µεγάλο αριθµό αιτούντων που ενδεχοµένως το µέγεθος αυτό να µην είναι διαχειρίσιµο», σηµειώνει ο κ. Ιωακειµίδης.


Θα συνεχιστούν

Η «µάχη» είχε χωρίσει την Ε.Ε. σε δύο «στρατόπεδα». Από τη µία οι χώρες «πρώτης γραµµής» -όπως Ιταλία, Ελλάδα, Μάλτα, Κύπρος και Ισπανία- οι οποίες ζητούν περισσότερη βοήθεια από την Ε.Ε., ενώ από την άλλη χώρες του Βορρά -όπως Γερµανία, ∆ανία και Ολλανδία- που επιµένουν ότι οι µετανάστες πρέπει να παραµένουν στην πρώτη χώρα που φθάνουν. Η εν λόγω συµφωνία πάντως είναι προκαταρκτική και οι εργασίες αναµένεται να συνεχιστούν σε τεχνικό επίπεδο, πριν υποβληθεί σε επίσηµη επικύρωση. Στόχος είναι η υιοθέτηση των µεταρρυθµίσεων πριν από τις ευρωεκλογές του 2024. Πάντως, επισηµαίνει ο καθηγητής, ενώ η Επιτροπή κατέβαλλε συστηµατικές προσπάθειες από το 2020 για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσµα, ωστόσο δεν έχουµε ακόµη γνήσια κοινή µεταναστευτική πολιτική σε επίπεδο Ε.Ε.

*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής