Ο Κωνσταντίνος Χήτας γεννήθηκε και µεγάλωσε στη Γερµανία. Οι γονείς του αποφάσισαν τα δύσκολα χρόνια να µεταναστεύσουν από την Ήπειρο και να εργαστούν σε εργοστάσιο στην Κολονία. Μιλά άπταιστα γερµανικά και θυµάται πολλά από την παιδική του ηλικία. Επικοινωνιακός, ∆ίδυµος στο ζώδιο, πάντα µε το χαµόγελο για να απαντήσει στα εύκολα και στα δύσκολα. Άνθρωπος του ρίσκου, συλλέκτης εµπειριών, µε γερό στοµάχι, που πιστεύει πως η ζωή θέλει και λίγη τρέλα. Όπως τα τρελά κοινοβουλευτικά ωράρια που αντέχει και οι άπειρες ώρες που περνά στη Βουλή. Δεν τα παρατάει εύκολα, δύσκολα απογοητεύεται, συγχωρεί, δεν µπορεί το ψέµα, την απληστία, έχει φάει χαστούκια, έχει κάνει λάθη, είναι προληπτικός, αλλά και µαχητής. Νιώθει ευλογηµένος για όσα έχει καταφέρει. Είναι παντρεµένος και έχει µια κόρη και τρία σκυλιά που υιοθέτησε, αδέσποτα. ∆εινός ψήστης, που αγαπά το µπάρµπεκιου «µε παρέες αγαπηµένες, γιατί οι παρέες γράφουν Ιστορία».

Μέχρι το ∆ηµοτικό έζησε στη Γερµανία, ώσπου οι γονείς του επέλεξαν το 1984 να επιστρέψουν, για να τελειώσει ο ίδιος και ο µεγαλύτερος αδερφός του το Γυµνάσιο και το Λύκειο στην Ελλάδα. «Αν δεν φεύγαµε τότε, δεν θα φεύγαµε ποτέ. ∆εν το µετάνιωσαν ποτέ που γύρισαν. Σαν την Ελλάδα δεν υπάρχει». Τελείωσε το σχολείο στην Πρέβεζα και από το 1991 εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη για σπουδές: «33 χρόνια Θεσσαλονίκη µόνο». Από τα 18 χρόνια κόλλησε το µικρόβιο της δηµοσιογραφίας και παράλληλα µε αυτήν σπούδαζε, εργαζόταν, εκπαιδευόταν.

«Από πολύ µικρός ξεκίνησα τη δηµοσιογραφία, ήµουν πάντα ανήσυχος, ήµουν για πολλά χρόνια στην άλλη πλευρά του ποταµού, αλλά πάντα παρακολουθούσα τα κοινά, πολιτικά, αθλητικά, τοπικά». Από το 1993 έως και το 2019, επί 26 χρόνια, ασκούσε εκείνος έλεγχο και κριτική στην εξουσία ως δηµοσιογράφος. «Ολα αυτά τα χρόνια δεν είχα σκεφτεί ποτέ να ασχοληθώ µε την πολιτική, µόνο µέσα από τις εκποµπές µου. Πολιτικοποιηµένος ήµουν πάντα, αλλά στρατευµένος στη δηµοσιογραφία. Από θέση αρχής ήµουν τοποθετηµένος σε αυτό που πρεσβεύω και τώρα στη λαϊκή ∆εξιά».

∆εν ξεχνά ποτέ τα πρώτα βήµατά του. «Θυµάµαι τη σπίθα που είχα στα µάτια και τη λαχτάρα όταν στεκόµουν µε τις ώρες έξω τότε στην “Αυριανή”, για να αρχίσω να γράφω παραπολιτικά και παραθλητικά σχόλια, τι αγωνία που είχα. Είχε ένα περίπτερο κοντά στον Λευκό Πύργο και κατά τις 4.30 το πρωί έβγαιναν οι εφηµερίδες. Περίµενα ένα θέµα που είχα γράψει - η καρδιά µου πήγε να σπάσει µέχρι να δω αν το έβαλαν. Από τότε άλλαξαν πάρα πολλά. Οχι µόνο ο τρόπος που γράφαµε. Ηταν όλα χειρόγραφα και τα στέλναµε στις δακτυλογράφους. Ενώ τώρα όλα είναι ψηφιακά».

"Ανέλαβα βασικός ρεπότερ της ομάδας μπάσκετ του ΠΑΟΚ"

Είχε τύχη, πήρε το ρίσκο. «Είχε ανοίξει µια θέση στην εφηµερίδα, στην “Αυριανή”, και µε φωνάζει ο αείµνηστος ο Σαράντης Πανταζής και µου λέει “Μικρέ, είσαι έτοιµος;”. Ανέλαβα βασικός ρεπόρτερ οµάδας µπάσκετ του ΠΑΟΚ, όπου έζησα φοβερά χρόνια, γιατί τότε το άθληµα στη Θεσσαλονίκη µεσουρανούσε, παίρναµε κύπελλα Ευρώπης, ταξίδια απίστευτα. Βούτηξα, κολύµπησα και βρέθηκα στην απέναντι όχθη. Έτσι λειτουργώ, αυτό λέω και στα νέα παιδιά όταν δίδαξα δηµοσιογραφία. Να αλλάξεις τη µοίρα σου. Προσπαθούσα να τους περάσω ότι δεν πρόκειται ποτέ να πετύχεις εάν δεν αγαπάς πραγµατικά αυτό που κάνεις. ∆ιαπιστώνω ότι τα παιδιά σήµερα δεν έχουν αυτή την τρέλα που είχαµε εµείς». Θυµάται πως δεν υπήρχαν ωράρια, µόνο ο στόχος να βγάλεις το ρεπορτάζ, την είδηση. «Είχα µείνει στο ξεκίνηµά µου ενάµιση χρόνο απλήρωτος, δεν µε ένοιαζε, είχα έναν στόχο να πετύχω. Θέλει υποµονή και διάθεση να κυνηγήσεις το όνειρό σου».

Παρ’ όλο που εδώ και 5 χρόνια είναι βουλευτής, κάθε Σάββατο συνεχίζει τη µεγάλη του αγάπη. «Κάνω ραδιοφωνικές εκποµπές στο FocusFM. Με το που ανεβαίνω Θεσσαλονίκη, πάω στούντιο. Είναι το χούι µου αυτό, δεν γίνεται να σταµατήσω. Μακάρι να µπορούσα να κάνω και εκποµπή στην τηλεόραση, αλλά λόγω της ιδιότητάς µου ως βουλευτή τι αντικειµενικότητα θα είχε; Ποιος θα µε παρακολουθούσε και θα έλεγε: “Να ένας αµερόληπτος”; Αυτό είναι πρόβληµα για εµάς τους δηµοσιογράφους βουλευτές που δεν µπορούµε να ασκήσουµε το επάγγελµά µας, όπως ο γιατρός, ο δικηγόρος».

Πιστεύει ότι «κάθε µέρα πρέπει να πετύχω µια µικρή νίκη. Αυτός είναι ο στόχος µου, όχι µόνο στη δουλειά, ανθρώπινες σχέσεις, φιλικές, είτε ο περίγυρός µου είτε επαγγελµατικές, κάθε µέρα που ξηµερώνει είναι µια νέα µάχη». ∆είχνει ήρεµος, αλλά «δεν µε λες ζεν, είµαι ψύχραιµος αλλά είµαι παθιασµένος». Πρώτες µέρες στη Βουλή, ένιωθε και νιώθει κάθε µέρα δέος. «Ο πρόεδρος έµπειρος κι εµείς 9 κοτοπουλάκια καινούργια, τον ακολουθούσαµε µη χαθούµε - ούτε τους διαδρόµους δεν ξέραµε καλά. ∆ύο-τρεις συνεδριάσεις και µε φωνάζει στο γραφείο και µου λέει: “Να θυµάσαι, η πολιτική δεν είναι κατοστάρι, είναι µαραθώνιος, βάστα!”. Γιατί είχα µπει µε τέτοιο ενθουσιασµό, που θα είχα ξεµείνει από δυνάµεις τους πρώτους 2 µήνες. Έτσι πορεύοµαι, σαν να είναι µαραθώνιος το έργο στη Βουλή».

Όπως εξηγεί, «προσπαθώ να αυτοτιθασευθώ για να έχω διάρκεια. Είµαι πολύ εκρηκτικός. Στην πολιτική απαγορεύεται το λάθος. Ένα λάθος λεκτικό µπορεί να στοιχίσει στο κόµµα - άνθρωπος είσαι, µπορεί κάτι να πεις. Η ευθύνη είναι πολύ µεγάλη, δεν παρεκκλίνουµε ούτε χιλιοστό από αυτά που έχουµε υποσχεθεί σε όσους µας ψήφισαν». Εχει µετανιώσει για κάτι; «Οχι, θα µετάνιωνα για κάτι που δεν θα είχα κάνει». Στα ελαττώµατά του «είµαι ενθουσιώδης και ευκολόπιστος. Υπερβολικά καλοπροαίρετος. Ευχαριστώ τον κάθε άνθρωπο που µου έµαθε κάτι, ακόµα και αν µε πλήγωσε, µε βοήθησε να καταλάβω ότι πρέπει να γίνω καλύτερος».

Τι τον ενοχλεί στη Βουλή; «Θα µπορούσαµε και θα έπρεπε να προσφέρουµε περισσότερα στον Έλληνα πολίτη. Να νοµοθετούµε πιο ευεργετικά για τους πολίτες. ∆υστυχώς όµως η κυβέρνηση δεν ακούει τις προτάσεις της Ελληνικής Λύσης που υπηρετούν τους Έλληνες».


Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή