Για έναν απλό, αλλά θεμελιώδη λόγο: Για να προστατέψουμε την πατρίδα μας, την κοινωνική μας συνοχή και τη Δημοκρατία μας.

Η Ελλάδα δεν είναι απλώς μια γεωγραφική περιοχή, είναι μια Ιστορία, μια Παράδοση, μια Ταυτότητα. Και αυτή την ταυτότητα οφείλουμε να τη διαφυλάξουμε.

Ας σκεφτούμε τι θα σήμαινε μια πολιτική “ανοιχτών θυρών”, σαν αυτή που εφαρμόστηκε την περίοδο 2015–2019. Αντί για οργανωμένη προστασία των συνόρων, θα είχαμε έναν ανεξέλεγκτο αριθμό μεταναστών — εκατομμύρια άνθρωποι που περιμένουν απέναντι, στα τουρκικά παράλια και στη Βόρεια Αφρική.

Αν έρχονταν μαζικά, τι θα γινόταν; Η Ευρώπη θα έκλεινε τα σύνορα, το ζήσαμε αυτό στην Ειδομένη. Και η Ελλάδα θα μετατρεπόταν σε ένα απέραντο «hot spot» χωρίς διέξοδο. Η κοινωνική ένταση θα αυξανόταν. Οι τοπικές κοινωνίες θα αντιδρούσαν. Οι ίδιοι οι μετανάστες, εγκλωβισμένοι και χωρίς προοπτική, θα εξεγείρονταν. Και η χώρα μας θα αντιμετώπιζε μια κρίση πολύ μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να αντέξει.

Η πραγματικότητα είναι σκληρή αλλά ξεκάθαρη: η Ελλάδα δεν έχει τις δυνατότητες να ενσωματώσει μαζικά πληθυσμούς χωρίς να διαλυθεί η κοινωνική συνοχή και να υπονομευτεί η εθνική μας ταυτότητα.

Και κάτι ακόμα βαθύτερο: Η ιδέα του έθνους-κράτους, αυτό το ιστορικό κεκτημένο του 19ου αιώνα που έδωσε μορφή στις σύγχρονες δημοκρατίες, δεν είναι δεδομένο. Οι ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές ροές, αν δεν αντιμετωπιστούν με σχέδιο και αποφασιστικότητα, μπορούν να διαβρώσουν την εθνική ενότητα και να μετατρέψουν τις κοινωνίες μας σε πεδία σύγκρουσης.

Δεν είμαστε αντίθετοι στην αλληλεγγύη. Όμως η αλληλεγγύη χωρίς όρια γίνεται αδυναμία. Και η αδυναμία, σε ένα δύσκολο γεωπολιτικό περιβάλλον όπως το δικό μας, μετατρέπεται σε απειλή.

Για να έχουμε μέλλον, πρέπει να έχουμε πατρίδα. Και για να έχουμε πατρίδα, πρέπει να έχουμε σύνορα, νόμους, και πολιτική με αρχές.

Η αυστηρή μεταναστευτική πολιτική δεν είναι θέμα ιδεολογίας. Είναι θέμα ευθύνης απέναντι στη χώρα μας, στα παιδιά μας και στις αξίες που μας κράτησαν όρθιους μέσα στους αιώνες.