Χθες, Δευτέρα, 8 Δεκεμβρίου ξεκίνησε μια αποφασιστική φάση, με την έναρξη των συζητήσεων ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών των Βρυξελλών. «Οι συζητήσεις, που αναβλήθηκαν πολλές φορές, θα διαρκέσουν όλο τον Δεκέμβριο. Και ο κίνδυνος το Qatargate να μετατραπεί σε φιάσκο —σε ένα “Belgiangate”, όπως το αποκαλούν ιταλικά μέσα— είναι πραγματικός», σχολιάζει στο ρεπορτάζ του ο Ντεμέτριο Σκαλιόλα στο βελγικό μέσο 21news.be. Σύμφωνα με τον ίδιο, η έρευνά του «αποκαλύπτει σοβαρά κενά, παρεκτροπές, ενδεχόμενες παραβιάσεις της αμεροληψίας και επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις διαδικασιών από σημαντικές προσωπικότητες του αστυνομικού και δικαστικού συστήματος».

Διαβάστε: Η αιχμή της Καϊλή για το Βέλγιο μετά τη σύλληψη της Μογκερίνι: "Δεν είναι ασφαλές μέρος για πολιτικούς, ιδιαίτερα Ιταλούς"


Στο επίκεντρο δύο από τους βασικούς υπεύθυνους της έρευνας για το Qatargate

Σύμφωνα με τον Σκαλιόλα, ο πρώην υψηλόβαθμος αξιωματούχος κατά της Αντιδιαφθοράς της OCRC στο Βέλγιο κατηγορείται για παραβίαση του απορρήτου της ανάκρισηςκαι φέρεται να παραδέχεται πως «είχαμε μια συμφωνία με τους δημοσιογράφους», φωτογραφίζοντας τον αρμόδιο εισαγγελέα. Έτσι, όπως τονίζεται, παρότι διεξήχθη έρευνα από τη βελγική δικαιοσύνη για το σκάνδαλο Qatargate, «με τεράστια μέσα και πρωτοφανή δημοσιότητα, δεν φαίνεται να σεβάστηκε όλα τα νομικά και δεοντολογικά όρια μιας άψογης έρευνας — κάθε άλλο».

Στο κέντρο του προβλήματος βρίσκονται οι δύο βασικοί υπεύθυνοι της έρευνας, ανάμεσα τους ο τότε διευθυντής του βελγικού Γραφείου Καταπολέμησης της Διαφθοράς (OCRC), Ουγκ Τασιό, αλλά και ο επικεφαλής της έρευνας Μπρουνό Αρνόλντ, ο οποίος και είχε κατηγορήσει τον πρώην εισαγγελέα Ραφαέλ Μαλανίνι. Μάλιστα, ο δημοσιογράφος του βελγικού μέσου χαρακτηρίζει τον Αρνόλντ «“βαθύ λαρύγγι” που λατρεύει τους δημοσιογράφους, σε σημείο να δημιουργήσει ένα πραγματικό, δαιδαλώδες δίκτυο για τη διαρροή πληροφοριών σε γαλλόφωνα και φλαμανδόφωνα μέσα» του Βελγίου. Μάλιστα, ο Σκαλιόλα το πάει ένα βήμα παρακάτω, τονίζοντας πως με αυτό τον τρόπο «ανεβαίνει στο “Τσάμπιονς” Λιγκ των διαρροών και παραβιάσεων της ανάκρισης», καθώς έτσι, δημιουργήθηκε «μια παράλληλη και ανεπίσημη ανακριτική κυψέλη, αποτελούμενη από δημοσιογράφους, ανακριτές, τον εισαγγελέα και μέλος της κρατικής ασφάλειας. Πολύ μακριά από τις κλασικές διαρροές που συχνά συνοδεύουν τις δημοσιογραφικές έρευνες».

Το δίκτυο αυτό έχει την κωδική ονομασία «Medusa» και φέρεται να κατηύθυνε τις διαρροές με κρυφά chats, κρυπτογραφημένα μηνύματα, να συγκροτούσε μυστικές ομάδες και να οργάνωνε συγκεκριμένο ρυθμό των δημοσιευμάτων στον Τύπο με αποτέλεσμα, κατά τον δημοσιογράφο, να επηρεάζεται η έρευνα. Κι εδώ είναι που κινδυνεύει όλη η έρευνα για το Qatargate να πέσει στο κενό γιατί οι συνήγοροι της Εύας Καϊλή και των συγκατηγορουμένων της φέρεται να χρησιμοποιεί ήδη τα συγκεκριμένα στοιχεία για να ζητήσει ακύρωση.


Οι υποψίες της λογίστριας: "600.000 ευρώ, αλλά δεν είχαμε ακόμη μετρήσει τα χρήματα…"

Για το ευρύ κοινό, το Qatargate ξεκινά στις 9 Δεκεμβρίου 2022, με θεαματικές έρευνες στο Ευρωκοινοβούλιο και τις συλλήψεις της αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου Εύας Καϊλή, της ευρωβουλεύτριας Μαρία Αρενά, του πολύ επιδραστικού πρώην ευρωβουλευτή Αντόνιο Παντσέρι, και του συνεργάτη του Φραντσέσκο Τζόρτζι, συντρόφου της Εύας Καϊλή.

Κατά την επιχείρηση κατασχέθηκαν οι διάσημοι σάκοι με τα 600.000 ευρώ σε μετρητά. Λίγα λεπτά μετά, τα κατασχεθέντα —συμπεριλαμβανομένου όλου του μετρητού— μεταφέρονται στα γραφεία της OCRC. Όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ του γαλλόφωνου βελγικού site 21news.be, «η λογίστρια της υπηρεσίας επιβεβαιώνει ότι βοήθησε να μεταφερθούν οι σάκοι. Ξαφνιάζεται, όμως, όταν μαθαίνει ότι κυκλοφορούν ήδη δημοσιεύματα για το ακριβές ποσό, ενώ κανείς δεν είχε ακόμη μετρήσει τα χρήματα. Ρωτά συναδέλφους και αυτοί επιβεβαιώνουν ότι κάποιοι μιλούν με τη (βελγική εφημερίδα) La Presse».


Οι μυστικές υπηρεσίες και η "υπερβολική" προβολή του Κατάρ

Μάλιστα, ο δημοσιογράφος τονίζει πως ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2022 που υπήρχαν οι πρώτες καταγγελίες για περίεργη σχέση Ευρωπαίων αξιωματούχων με το Κατάρ έγιναν στις μυστικές υπηρεσίες των Γερμανίας, Ολλανδίας, Βελγίου, και Ισπανίας, πιθανόν «από άλλο κράτος του Κόλπου». «Οι πρώτες επιχειρήσεις παρακολούθησης και διείσδυσης έγιναν από μυστικές υπηρεσίες στα σπίτια ορισμένων υπόπτων — και φαίνεται ότι πληροφορίες έφτασαν πρώτα σε δημοσιογράφους πριν φτάσουν στους Βέλγους ανακριτές» προσθέτει με νόημα, επισημαίνοντας ότι το ίδιο το «βαθύ λαρύγγι» έχει παραδεχτεί ότι «οι δημοσιογράφοι είχαν πληροφορίες που η αστυνομία δεν είχε ακόμη, και ότι, λόγω έλλειψης προσωπικού (40% κενά στο OCRC), τους θεωρούσαν “πολύτιμη βοήθεια”».


Η έρευνα μέσα στην έρευνα

Λόγω των συνεχιζόμενων διαρροών, το 2023, τότε οι Τζόρτζι, Καϊλή, Αρενά και ο γιος της Λεμέρ υπέβαλαν μήνυση για παραβίαση απορρήτου ανακριτικών πράξεων. Ο ανακριτής Ολιβιέ Ανσιό ανοίγει δεύτερη έρευνα, καθώς οι μηνυτές κατήγγειλαν μαζικές διαρροές εμπιστευτικών πληροφοριών, από την πρώτη κιόλας μέρα των ερευνών (9/12/2022), που έπληξαν τη φήμη και το τεκμήριο αθωότητάς τους.

«Η παράλληλη κυψέλη “Medusa” λειτουργούσε ήδη για εβδομάδες» σχολιάζει ο Σκαλιόλα, λέγοντας πως το «βαθύ λαρύγγι» έχει παραδεχτεί πως «είχε συμφωνία με δημοσιογράφους για να ελέγχουν και να καθυστερούν τις δημοσιεύσεις, υπήρχε άτυπη συμφωνία για να τους κρατούν υπό έλεγχο και ότι αυτό επέτρεπε επιλεκτικές διαρροές όταν εξυπηρετούσαν την έρευνα».

Μάλιστα, όπως αποκαλύπτεται στο δημοσίευμα, στα μηνύματα του chat υπάρχει και φράση περί «αλλαγής πολεμικού πλάνου», δηλαδή αναβολής προγραμματισμένου δημοσιεύματος.


Η μυστική αναφορά και οι ομολογίες από τα "βαθιά λαρύγγια"

Τον Ιούνιο 2024, ο φάκελος περνά στην Επιθεώρηση της Αστυνομίας (AIG). Στις 6 Φεβρουαρίου 2025 γίνονται έρευνες στο σπίτι του της OCRC, Ουγκ Τασιό και στα γραφεία της OCRC. Στον ανακριτή αρχικά αρνείται επαφές με δημοσιογράφους.

Αργότερα, υπό πίεση, παραδέχεται, συμφωνα με το ρεπορτάζ, λέγοντας πως «έκανα λάθη», «πολλά γίνονται σήμερα για να κρυφτούν πληροφορίες που είχαμε» και πως υπήρχε «συμφωνία» μεταξύ κάποιων δημοσιογράφων και του ομοσπονδιακού εισαγγελέα.

Η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, αποκαλύπτει συχνές επαφές με δημοσιογράφους, συναντήσεις πριν, κατά και μετά τις εφόδους.


Ανακριτές που γίνονται "ύποπτοι"

Στις 12 Μαρτίου 2025, οι ανακριτές του Qatargate —συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής Τασιό— εξετάζονται ως ύποπτοι. Ασκούν το δικαίωμα σιωπής. Στις 17 Ιουνίου 2025 συλλαμβάνονται Τασιό και Αρνόλντ. Για τις διαρροές και τις σχέσεις με τον Τύπο, αρνούνται να απαντήσουν ή κατηγορούν το ομοσπονδιακό γραφείο εισαγγελέα Μαλανίνι.

Η εισαγγελία, από την πλευρά της, θεωρεί ότι «καμία παράβαση δεν αμαυρώνει την ανάκριση».


Μια πραγματική παράνομη επιχειρησιακή κυψέλη

Σε αυτό το πλαίσιο, το ρεπορτάζ καταλήγει δημοσιεύοντας ένα ιδιαίτερα αποκαλυπτικό μήνυμα από το «βαθύ λαρύγγι» στις 28 Νοεμβρίου του 2022. Σε αυτό το μήνυμα περιγράφεται «ξεκάθαρα συντονισμό μεταξύ μυστικών υπηρεσιών, εισαγγελέων, αστυνομίας και δημοσιογράφων — πριν καν από τις επιχειρήσεις». Στο μήνυμα προγραμματιζόταν συνάντηση των δύο κύριων ανακριτών με «τρεις δημοσιογράφους, όπως επίσης συνάντηση με τον ομοσπονδιακό εισαγγελέα, ενώ υπήρξε και προσκλητήριο σε στέλεχος της κρατικής ασφάλειας (VSSE).

Σύμφωνα με τον Σκαλιόλα, «τα στοιχεία αυτά δείχνουν παραβίαση τεκμηρίου αθωότητας, συστηματική παραβίαση δεοντολογίας, απαγορευμένες ανεπίσημες επαφές με τον Τύπο», κάτι που δίνει στους συνηγόρους των κατηγορουμένων για το Qatargate να ζητήσουν τη μη παραπομπή σε δίκη.

qatar-gate