Της Ελένης Καλογεροπούλου

Πρόταση με στόχο την ενότητα του κόμματος κατέθεσε  η «ομάδα των 53» της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας, Όχι στο διαρκές συνέδριο, όχι στο δημοψήφισμα, ναι σε ένα έκτακτο Συνέδριο.

Να σημειωθεί ότι οι 53, πρόσκεινται στην προεδρική ομάδα, είναι η αριστερή πτέρυγα της αριστερής ομάδας συγκεκριμένα.

Κάποιοι από αυτούς είχαν καταψηφίσει τους δύο νόμους που κατατέθηκαν  πριν από λίγο καιρό στη Βουλή, είναι η πρώτη φορά που εμφανίζονται ξανά με ένα ομόφωνο κείμενα δείχνει ότι θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην δημιουργία των ισορροπιών μέσα στην Κεντρική Επιτροπή. Κάνοντας κάποιος μια πρώτη ανάγνωση των συσχετισμών θα μπορούσε να πει ότι η πρόταση των 53 έχει πολλές πιθανότητες να περάσει  από το σώμα και με έναν έμμεσο τρόπο να περάσει η πρόταση του Αλέξη Τσίπρα που έχει προτείνει έκτακτο συνέδριο το Σεπτέμβριο.

Η πρόταση έχει ως εξής:

1. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η συμφωνία που επιβλήθηκε από τους δανειστές στην ελληνική κυβέρνηση, συνιστά πραξικόπημα που βιάζει την εκφρασμένη στις εκλογές και το δημοψήφισμα θέληση του λαού. Με μέσο την απειλή για πλήρη διάλυση του τραπεζικού συστήματος, που θα οδηγούσε σε άτακτη χρεοκοπία και οικονομική κατάρρευση, οι δανειστές επέβαλαν ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας το οποίο βρίσκεται στον αντίποδα τόσο του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, των αναγκών της κοινωνίας, καθώς και της προοπτικής για ανάκαμψη. Παρά τις μεγάλες προσπάθειες της κυβέρνησης  για να αποφευχθούν τα χειρότερα, τα μέτρα που προβλέπονται στη συμφωνία, επιτείνουν τις υφεσιακές τάσεις της οικονομίας και, κυρίως, δημιουργούν ένα περιβάλλον κοινωνικής απορρύθμισης. Χωρίς να παραβλέπουμε τη δέσμευση για την αναδιάρθρωση του χρέους, δεν μπορούμε να αρνηθούμε το προφανές: το 3ο Μνημόνιο συνεχίζει το δρόμο των δύο προηγούμενων. Ακόμα χειρότερα, διατηρεί το καθεστώς μερικής αναστολής της λαϊκής κυριαρχίας, αφού το βασικό τμήμα της κυβερνητικής πολιτικής επιβάλλεται έξωθεν, με τρόπο που εύλογα ανακαλεί στις μνήμες συνθήκες  αποικιοκρατίας. Η συμφωνία αυτή δεν είναι οικονομικά βιώσιμη και πολιτικά δεν είναι διαχειρίσιμη από μια κυβέρνηση της αριστεράς. Φυσικά, όσο λάθος θα ήταν να ωραιοποιήσει κανείς τη συμφωνία, άλλο τόσο λάθος είναι να αρνηθεί κανείς ότι ο εκβιασμός που την επέβαλε, ήταν απολύτως υπαρκτός.

2. Το μείζον ερώτημα είναι πώς φτάσαμε στο σημείο να τεθεί με πραγματικούς όρους το δίλημμα «άτακτη χρεοκοπία ή μνημόνιο». Πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να κρυφτούμε πίσω από ασαφείς διατυπώσεις. Το γεγονός ότι βρεθήκαμε τελικά βρεθήκαμε ενώπιον του τραγικού διλήμματος, συνιστά ήττα της στρατηγικής της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Διαψεύστηκαν από την ίδια την πραγματικότητα οι βασικές θέσεις μας ότι μπορεί να γίνει ανεκτή μια εναλλακτική οικονομική πολιτική στο πλαίσιο της υφιστάμενης ευρωζώνης, καθώς και ότι το ευρωπαϊκό δημοκρατικό κεκτημένο θα αρκούσε  για να αποτρέψει τον στραγγαλισμό ενός ολόκληρου λαού.

Παρασυρμένοι από τις κατεπείγουσες ανάγκες της κοινωνίας καθώς και από έναν πολιτικό βολονταρισμό που παρέβλεπε τους πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης, δεν αντιληφθήκαμε εγκαίρως ότι οι κυρίαρχοι της Ευρώπης ήταν απολύτως αποφασισμένοι να καταβάλουν το οικονομικό κόστος (όσο βαρύ και αν ήταν αυτό) προκειμένου να καταπνίξουν ένα παράδειγμα εναλλακτικής πολιτικής με πανευρωπαϊκή εμβέλεια. Επιπλέον, υποτιμήσαμε τις αλλαγές που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια στην ευρωζώνη: από τη μια μεριά έχει ενισχυθεί η χρηματοπιστωτική θωράκιση απέναντι στον «ελληνικό κίνδυνο», από την άλλη, το Grexit συνιστά απειλή για ένα μόνο μέρος της ευρωπαϊκής ηγεσίας, ενώ για ένα άλλο αποτελεί μέρος του προγράμματος της.

3. Είναι προφανές ότι οι αδυναμίες και οι λάθος εκτιμήσεις δεν περιορίστηκαν μόνο στο πεδίο της διαπραγμάτευσης και του ευρωπαϊκού μας σχεδίου:  Από τις επιλογές στις διοικήσεις των τραπεζών έως τη σύνθεση της διαπραγματευτικής ομάδας, και από την ασάφεια στη διαπραγματευτική γραμμή έως τη μη προετοιμασία εναλλακτικού σχεδίου για την αντιμετώπιση του χρηματοπιστωτικού στραγγαλισμού (σχεδίου όχι ιδέας), πολλά πράγματα δεν έγιναν όπως έπρεπε. Στο διάστημα των έξι μηνών διακυβέρνησης δεν εφαρμόσαμε με επάρκεια το σχέδιό μας, που εμπεριείχε τομές, συγκρούσεις και ρήξεις με το παλαιό μνημονιακό και συντηρητικό καθεστώς. Παράλληλα, σε τομείς που δεν επηρεάζονταν από τη διαπραγμάτευση δεν δόθηκε διαφορετικός τόνος ούτε ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς τον τρόπο της διακυβέρνησης -ο προκλητικός Γ. Πανούσης είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση. Συνολικά, όμως, η αντίληψη της λαϊκής συμμετοχής και παρέμβασης, το πνεύμα και το μήνυμα των πλατειών, δυστυχώς, δεν ήταν στη στόχευση της κυβέρνησης, η οποία, ως εκ τούτου, δεν αξιοποίησε την υπαρκτή λαϊκή διαθεσιμότητα.

Για τα λάθη αυτά, όλοι και όλες θα πρέπει να αναλάβουμε σήμερα μερίδιο ευθύνης, ανεξαρτήτως αν σε αυτήν την ευθύνη δεν αντιστοιχούν σε όλους ίσα μερίδια. Η Κεντρική Επιτροπή παρακολουθεί την παράκαμψη των συλλογικών κομματικών διαδικασιών καθώς και τη δική της υποβάθμιση να συνεχίζονται. Παρά τις προηγούμενες ρητές αποφάσεις της δεν βρέθηκε τρόπος να τα αποτρέψει. Εκ των πραγμάτων, δηλαδή από το τελικό αποτέλεσμα, προκύπτει καθαρά ότι η αποκλειστική διαχείριση όλων των κρίσιμων σχεδιασμών και αποφάσεων από την κυβέρνηση δεν ωφέλησε. Οι συλλογικές εκτιμήσεις και επεξεργασίες εξακολουθούν να παραμένουν, ιδιαίτερα όταν μιλάμε για ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς, ο πιο ασφαλής δρόμος. 

4. Ωστόσο, θα ήταν ισοπεδωτικό και άδικο να αγνοήσουμε τις κατακτήσεις της περιόδου. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση μίλησε τη γλώσσα του δικαίου κι εξάντλησε όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης, άλλαξε σε μεγάλο βαθμό συνειδήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Το διεθνές trend #This is a coup  ("αυτό είναι ένα πραξικόπημα") δεν αποτελεί παρά την πιο εντυπωσιακή έκφραση της κοινής πεποίθησης ότι η Ελλάδα έπεσε θύμα ωμής επιβολής. Στους έξι μήνες της διαπραγμάτευσης καταρρίφθηκαν οι μύθοι περί αλληλέγγυας και δημοκρατικής Ευρώπης όπως επίσης και περί οπισθοδρομικής και ιδιόρρυθμης Ελλάδας. Ο κόσμος πια γνωρίζει. Το απέδειξε στο εσωτερικό με τη συγκλονιστική λαϊκή έκρηξη του δημοψηφίσματος, με το μεγάλο ταξικό και νεανικό "όχι". Το απέδειξε και στο εξωτερικό με το πρωτοφανές κύμα διεθνούς αλληλεγγύης. Δεν πρέπει να υποτιμάμε επίσης τις πολιτικές ρωγμές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα που είτε δημιουργήθηκαν είτε αναδείχτηκαν κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης. Είναι μια σημαντική παρακαταθήκη. Μπορεί στο μέλλον να δώσουν ευκαιρίες για να ενισχυθεί ο αγώνας ενάντια στην αέναη λιτότητα. Εμείς, όμως, από σήμερα θα χρειαστεί να συμβάλουμε σε μια πανευρωπαϊκή συζήτηση και στο συντονισμό  της Αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων, ώστε να αξιοποιήσουμε τις υπαρκτές ρωγμές στο αντίπαλο

5. Αυτή τη στιγμή ο μεγάλος κίνδυνος που αντιμετωπίζουν ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση είναι να μετατραπεί η συνθηκολόγηση σε πολιτική γραμμή. Να γίνει αποδεχτό δηλαδή ότι το Μνημόνιο είναι ο ορίζοντας της πολιτικής μας. Η παραδοχή ότι αυτός είναι ο συσχετισμός και δεν μπορούμε να τον αλλάξουμε θα οδηγούσε στην πλήρη εφαρμογή του σχεδίου της «αριστερής παρένθεσης», όχι ως προς τα πρόσωπα αλλά ως προς το πολιτικό περιεχόμενο. Πέραν του ότι η λογική «να εφαρμόσουμε εμείς με τον καλύτερο τρόπο το Μνημόνιο» είναι η επιτομή των αντιλήψεων της νεοφιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατίας, δεν ευσταθεί και ως ρεαλιστικό πολιτικό σχέδιο. Οι λεπτομερείς προβλέψεις του Μνημονίου σε συνδυασμό με την ασφυκτική επιτήρηση δεν επιτρέπουν εναλλαγές.