Ψήφος εμπιστοσύνης, διερευνητικές και εκλογές 20 ή 27 Σεπτεμβρίου
<p>Τι προβλέπει το Σύνταγμα και ο εκλογικός νόμος </p>
Του Γιώργου Λυκουρέντζου
Σενάρια εκλογών στις 20 ή το αργότερο στις 27 Σεπτεμβρίου φουντώνουν ξανά μετά την διαφαινόμενη απόφαση της κυβέρνησης να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από την ελληνική Βουλή αμέσως μετά την εκταμίευση της πρώτης δόσης στις 20 Αυγούστου. Το Σύνταγμα προβλέπει με ξεκάθαρο τρόπο τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί, η οποία με βάση την παρούσα συνθήκη και τους μόλις 119 κυβερνητικούς βουλευτές που ψήφισαν το Μνημόνιο καθιστά πιθανότατη την απώλεια της δεδηλωμένης.
Σύμφωνα με το άρθρο 84 του Συντάγματος η συζήτηση για την πρόταση εμπιστοσύνης αρχίζει μετά δύο ημέρες από την υποβολή της σχετικής πρότασης. H ψηφοφορία για την πρόταση εμπιστοσύνης διεξάγεται αμέσως μόλις τελειώσει η συζήτηση, μπορεί όμως να αναβληθεί για σαράντα οκτώ ώρες, αν το ζητήσει η Kυβέρνηση. Πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών. Με τη γλώσσα των αριθμών αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να λάβει την εμπιστοσύνη της Βουλής ακόμα και με μόλις 120 ΝΑΙ μόνο όμως στην περίπτωση που η αντιπολίτευση απουσίαζε από την ψηφοφορία, ώστε να μειωθεί ο αριθμός των παρόντων άρα και ο πήχης της πλειοψηφίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση πάντως κάτι τέτοιο δεν μοιάζει πιθανό αφού μια τέτοια ενέργεια εκ μέρους της αντιπολίτευσης και κυρίως από τη Νέα Δημοκρατία θα μπορούσε να της γυρίσει μπούμερανγκ με τη μομφή ότι βάζει πλάτη στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ.
Έτσι, στην περίπτωση που η αντιπολίτευση παραμείνει στην αίθουσα και καταψηφίσει την πρόταση εμπιστοσύνης τότε η κυβέρνηση δεν μπορεί να ελπίζει στη λεγόμενη ψήφο ανοχής και δεν θα της αρκούν 120 ΝΑΙ αλλά θα χρειάζεται 151 ώστε να πετύχει την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων και να μην απολέσει κερδίσει τη δεδηλωμένη.
Με δεδομένο το αποτέλεσμα της σημερινής ψηφοφορίας, το 151 για την κυβέρνηση θεωρείται σχεδόν αδύνατο με αποτέλεσμα ήδη οι περισσότεροι να έχουν πάει στο επόμενο βήμα που δεν είναι άλλο από την έναρξη της διαδικασίας διερευνητικών εντολών από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με το άρθρο 37 του Συντάγματος ο κ. Παυλόπουλος με τη γνωστή διαδικασία των τριημέρων, θα δώσει ξανά την πρώτη διερευνητική εντολή στον κ. Τσίπρα, τη δεύτερη στον κ. Μεϊμαράκη και την τρίτη στον αρχηγό της Χρυσής Αυγής Νίκο Μιχαλολιάκο ώστε να διαπιστωθεί αν μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση. Aν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων και, αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού Kυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Bουλής, επιδιώκει το σχηματισμό Kυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Bουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Eπικρατείας ή του Aρείου Πάγου ή του Eλεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό Kυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές, και διαλύει τη Bουλή.
Όλα τα παραπάνω κάνουν έμπειρους αναλυτές να εκτιμούν ότι με βάση το χρονοδιάγραμμα που ορίζει το Σύνταγμα, την πιθανότητα να μην εξαντληθεί η διαδικασία των τριημέρων των διερευνητικών εντολών αλλά και το ελάχιστο των 21 ημερών που προβλέπει ο εκλογικός νόμος ως προεκλογική περίοδος η 20η ή η 27η Σεπτεμβρίου φαντάζουν αυτή τη στιγμή ως οι επικρατέστερες ημερομηνίες για διεξαγωγή εθνικών εκλογών (με λίστα λόγω μη παρέλευσης του 18μήνου από τις προηγούμενες εκλογές) αν η κυβέρνηση απολέσει τη δεδηλωμένη.