Η διάσπαση της ΝΔ και η προοπτική επιστροφής στην εξουσία
<p>Γιατί θα... ευνοήσει το κόμμα μία απόσχιση ενός κομματιού του προκειμένου να επανέλθει στο Μέγαρο Μαξίμου</p>
Του Νίκου Σίμου - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Tον κυβερνητικό της δρόμο, που -καλώς ή κακώς- περνάει από τη... διάσπασή της, καλείται να βρει η Ν.Δ., με αφορμή τη διαμάχη για την εκλογή νέου προέδρου. Πράγματι, ενώ επικρατεί μια τεχνητή ηρεμία, η εσωκομματική διελκυστίνδα για τη διαδικασία έχει φυτέψει τον σπόρο της αμφισβήτησης του αποτελέσματος από κάποιον ηττημένο υποψήφιο. Πράγμα το οποίο οδηγεί κατ’ αρχάς σε δημιουργία αντιμαχόμενων στρατοπέδων μέσα στο κόμμα και, στη συνέχεια, σε διάσπαση, την οποία φαίνεται να ευνοούν κάποιοι, καθώς:
Παραμένει το ερώτημα της ιδεολογικής στροφής της Ν.Δ.
Το κόμμα εμφανίζεται σήμερα ως φθαρμένο προϊόν, που δεν κατορθώνει να πείσει την κοινωνία.
«Καταργούνται» οι αυτοδυναμίες και στην Ελλάδα, όπου η κοινωνία εξωθεί στη δημιουργία συμμαχικών φορέων για τη συντηρητική παράταξη, που αυτή τη στιγμή, λ.χ., δεν υπάρχουν για τη Ν.Δ. Την ώρα, μάλιστα, που ο Αλ. Τσίπρας προσπαθεί να καλύψει τον ευρύτερο κεντρώο χώρο.
ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ
Αν παρατηρήσει κανείς τις δημοσκοπήσεις για τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων για την ηγεσία της Ν.Δ., θα εξαγάγει ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Λόγου χάριν, ενώ μεταξύ των παραδοσιακών ψηφοφόρων της Ν.Δ. ο Β. Μεϊμαράκης προηγείται με διαφορά 20%-23% του Απ.Τζιτζικώστα, όταν καλούνται να απαντήσουν όσοι έχουν ψηφίσει άλλα κόμματα, αλλά έστω και μία φορά Ν.Δ., τότε η διαφορά πέφτει στο 10%. Η διαφορά αυτή έχει σημασία, πολύ περισσότερο διότι ευφυώς ο δημοσκόπος δεν ρώτησε «τι κόμμα έχετε ψηφίσει» και «ποιον προτιμάτε να εκλεγεί αρχηγός της Ν.Δ.». Απλώς ρωτάει ποιον προτιμούν αυτοί που τους έχει απομονώσει ως ψηφίσαντες έστω μία φορά τη Ν.Δ. Δεδομένου ότι εικάζεται ευλόγως ότι πρόκειται για ψηφοφόρους των ΑΝ.ΕΛ. και της Χρυσής Αυγής που εγκατέλειψαν τη Ν.Δ., αν αποφάσιζαν να ψηφίσουν, θα ήταν δυνατόν να ανατρέψουν την υπέρ Μεϊμαράκη δημοσκοπική διαφορά και να εκλεγεί ο Τζιτζικώστας. Και έχουν λόγο να το κάνουν, αν καθοδηγηθούν από τους αρχηγούς τους.
Με τα πράγματα να έχουν έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί υποστηρίζουν ότι ο Μεϊμαράκης εξασφαλίζει την ενότητα. Μια ενότητα όμως που εν τινί μέτρω εξαρτάται και από τη διάθεση των άλλων υποψηφίων είτε να μείνουν στο κόμμα είτε να ικανοποιήσουν προσωπικές φιλοδοξίες είτε να θεωρήσουν ότι πρέπει να δημιουργηθεί κάτι άλλο, με την προοπτική να μπορεί να συνεργαστεί, όπως προαναφέρθηκε, με τη Ν.Δ. ή με οποιονδήποτε άλλο φορέα θα εδημιουργείτο με βάση αυτήν, στο πλαίσιο της ανανέωσης της παράταξης.
Αντίθετα, υποστηρίζεται ότι, αν εκλεγεί άλλος πλην Μεϊμαράκη, οι άλλοι υποψήφιοι δύσκολα θα παραμείνουν υπό τον νέο αρχηγό, στην περίπτωση μάλιστα που στο μυαλό ενίων εξ αυτών είναι η δημιουργία άλλου φορέα, δεξιότερα της Ν.Δ. Αυτό ισχύει στην περίπτωση, όπως λέγεται, που εκλεγεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ, αν εκλεγόταν ο Αδωνις Γεωργιάδης, ο νέος φορέας που πιθανώς να εδημιουργείτο θα ήταν στο αριστερό πλευρό του κόμματος του οποίου θα ηγείτο ο ίδιος.
ΠΙΕΣΕΙΣ
Λιγότερο από την κοινωνία, που σήμερα μοιάζει πιο ζαλισμένη από ποτέ, και περισσότερο από τον επιχειρηματικό κόσμο ασκείται πίεση για τη δημιουργία μιας νέας Δεξιάς, καθώς με την πάροδο του χρόνου θα συνειδητοποιεί ο κόσμος ότι τον άλλο ιδεολογικό πόλο έρχεται να τον καλύψει ο κ. Τσίπρας. Με άλλα λόγια, η άποψη είναι ότι πρέπει να υπάρξει ένας αντίστοιχος πολιτικός πόλος, που ιδεολογικά θα βρίσκεται ασφαλώς δεξιότερα του χώρου που καλύπτει σταδιακά ο ΣΥΡΙΖΑ. Συγχρόνως, πρέπει να δημιουργηθούν «στηρίγματα» κινούμενα στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς, προκειμένου να μπορούν να συνεργαστούν, κυβερνητικά, με ένα συντηρητικό ευρωπαϊκό κόμμα.
Αυτό που, με άλλα λόγια, παρατηρείται με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα είναι ότι, ενώ στην Ευρώπη υφίστανται αμιγώς δεξιά κόμματα, ανεξαρτήτως της ονομασίας τους, στην Ελλάδα δεν υπάρχει ένας τέτοιος καθαρόαιμος φορέας, που να εκπροσωπεί τη συντηρητική κοινωνία. Τα περί Κέντρου, το οποίο είναι ουσιαστικώς ανύπαρκτο, χρησιμοποιούνται ως άλλοθι από μεν την Αριστερά για να μην κατηγορηθεί ότι βρίσκεται στο ιδεολογικό άκρο του πολιτικού μας συστήματος, από δε τη Δεξιά για να μην κατηγορηθεί ότι καλύπτει το άλλο άκρο. Αλλωστε, ο Κώστας Καραμανλής, γνωρίζοντας την ανυπαρξία του Κέντρου, μίλησε για μεσαίο χώρο, που είναι κάτι πολύ ευρύτερο.
Το πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η Ν.Δ. είναι ποιοι μπορεί να είναι οι ιδεολογικοί της σύμμαχοι, αν κληθεί να κυβερνήσει, δεδομένου ότι συνεργασία με τη Χρυσή Αυγή αποκλείεται, ενώ με τους ΑΝ.ΕΛ. είναι σχεδόν αδύνατη υπό τη σημερινή ηγεσία τους, όποιος και αν εξελέγετο αρχηγός στη Νέα Δημοκρατία. Πράγματι, με την προοπτική να γίνει το εκλογικό σύστημα αναλογικότερο, με πλήρη κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών ή με σημαντική μείωσή του στην περίπτωση που τα κόμματα κρίνουν ότι αυξάνονται οι πιθανότητες ακυβερνησίας αν εκλείψει τελείως, η ανάγκη για συγκρότηση συμμαχικών κυβερνήσεων καθίσταται πολύ μεγάλη. Πολύ περισσότερο όταν το πείραμα της συγκρότησης κυβέρνησης από τα δύο μεγάλα κόμματα δεν έχει ακόμη γίνει στη χώρα μας, για τον πρόσθετο λόγο ότι όλοι αναγνωρίζουν ότι πρέπει να υπάρχει για τη λειτουργία του συστήματος μια ισχυρή και αξιόπιστη αξιωματική αντιπολίτευση.