Του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου - Εφημερίδα ΕΠΕΝΔΥΣΗ

Αρκετοί το παρατήρησαν, ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν το παρασκήνιο.

Ο λόγος για τους γενικά χαμηλούς τόνους που τήρησε η Νέα Δημοκρατία κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλή περί το νομοσχέδιο για τις νέες τηλεοπτικές άδειες. Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι ο πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Ευάγγελος Μεϊμαράκης επέλεξε να μην λάβει το λόγο καθώς και το ότι αρκετοί γαλάζιοι βουλευτές υπερψήφισαν κάποια από τα άρθρα του σχεδίου που έφερε η κυβέρνηση δεν είναι κινήσεις που στερούνται ευρύτερης πολιτικής σημασίας. Κάποιοι βεβαίως έσπευσαν να επικρίνουν τη Νέα Δημοκρατία ότι δεν στήριξε ένθερμα ένα νομοσχέδιο που μοιάζει να έλκει την καταγωγή του από τον «Βασικό Μέτοχο» της πρώτης κυβέρνησης του κ. Κώστα Καραμανλή και, όπως λένε οι γνωρίζοντες, ικανοποίησε τόσο τον πρώην πρωθυπουργό όσο και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλο.

Η κριτική, ωστόσο, δεν είναι ορθή εάν λάβει κανείς υπόψη του πως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν θα μπορούσε να συναινέσει ευθέως καθώς έχει περιέλθει σε εσωστρέφεια εξαιτίας της διαδικασίας εκλογής νέου προέδρου. Κανείς εκ των υποψηφίων αρχηγών δεν θα ήθελε να βρεθεί ευθέως αντιμέτωπος με ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης που έχουν κάθε λόγο να αντιδρούν στην κυβερνητική προσπάθεια να ανατρέψει τους επί 25ετία διαμορφωμένους συσχετισμούς στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο.

Ωστόσο, πίσω από το «φαίνεσθαι» εκτυλίχθηκε έντονο παρασκήνιο που αποκαλύπτει πως μεταξύ του Μεγάρου Μαξίμου και της Λεωφόρου Συγγρού υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας. Οι πληροφορίες θέλουν, μάλιστα, τον πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα να έχει συνεννοηθεί με τον κ. Μεϊμαράκη ώστε να μην λάβει κανείς εκ των δύο τον λόγο στη Βουλή και, έτσι, να κρατηθούν χαμηλά οι τόνοι της αντιπαράθεσης.
Ο κ. Μεϊμαράκης δεν ήθελε, από την πλευρά του, να δημιουργήσει πολιτικές εντυπώσεις ότι κρατά αποστάσεις από μια πολιτική (κατά της διαπλοκής) που αποτέλεσε «σημαία» της περιόδου Καραμανλή αλλά και από την άλλη δεν θα μπορούσε να αναλάβει το πολιτικό κόστος μιας σύγκρουσης με τους καναλάρχες.

 

Η αποχή ήταν η καλύτερη λύση. Το ίδιο έπραξε, άλλωστε, και ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός. Ο κ. Καραμανλής δεν πήγε στη Βουλή και δεν ψήφισε, όπως είχε πράξει και επί των ημερών του κ. Αντώνη Σαμαρά με το νομοσχέδιο για την ίδρυση της Digea.

Ο κ. Καραμανλής, όμως, είχε από την πλευρά του ενημερώσει τον κ. Μεϊμαράκη ότι διάκειται θετικά στην προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου, ενώ, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, δίαυλος ενημέρωσης του πρώην πρωθυπουργού ήταν ο πρώην υπουργός κ. Ευριπίδης Στυλιανίδης που συναντάται συχνά με τον υπουργό Επικρατείας κ. Νίκο Παππά.

Ο τελευταίος επισκέφθηκε τον κ. Στυλιανίδη στο πολιτικό του γραφείο στο κέντρο της Αθήνας, λίγα 24ωρα πριν την κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή και ο πρώην υπουργός ανέλαβε να ενημερώσει σχετικά τόσο τον πρόεδρο της Ν.Δ όσο και το καραμανλικό «στρατηγείο» της οδού Παναγή Κυριακού.

Οι σχέσεις του Θρακιώτη πρώην βουλευτή με το Μέγαρο Μαξίμου είναι αρκετά στενές, τόσο λόγω της παλαιάς φιλίας του με τον κ. Παππά, όσο και επειδή ο ίδιος ο πρωθυπουργός βλέπει στο πρόσωπο του κ. Στυλιανίδη έναν ήπιο φιλελεύθερο πολιτικό. Οι πληροφορίες, μάλιστα, θέλουν τον πρωθυπουργό να τον έχει συμπεριλάβει στην πρώτη λίστα υποψηφίων προς υπουργοποίηση μετά τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου.

Όπως είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ο κ. Τσίπρας είχε σκεφθεί να αναβαθμίσει το υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης, ιδιαίτερα μετά την μη εκλογή χριστιανού βουλευτή στο νομό Ροδόπης, και να προτείνει να το αναλάβει ο κ. Στυλιανίδης ως εξωκονοβουλευτικός. Επικράτησαν, όμως, ψυχραιμότερες σκέψεις και τελικά δεν προχώρησε το συγκεκριμένο σχέδιο.

Ο πρωθυπουργός, όμως, γνωρίζει πως ο κ. Στυλιανίδης θα αναλάβει σημαίνοντα ρόλο στη Νέα Δημοκρατία, εφόσον εκλεγεί πρόεδρος ο κ. Μεϊμαράκης. Η αλήθεια είναι πως ο εκ Ροδόπης πρώην βουλευτής αποτελεί εκ των πλεόν στενών συνεργατών του προέδρου της Ν.Δ. Αυτός ανέλαβε να τον συστήσει σε κορυφαίους παράγοντες του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, κατά την πρόσφατη σύνοδο στη Μαδρίτη, αλλά και στην γραφειοκρατία των Βρυξελλών και σε υψηλόβαθμα στελέχη των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών, ακόμα και στην ίδια την Καγκελάριο κ. Άνγκελα Μέρκελ.

Έτσι, όπως πληροφορείται η «Επένδυση», εφόσον ο κ. Μεϊμαράκης κερδίσει την κούρσα της διαδοχής ο κ. Στυλιανίδης θα προωθηθεί για τη θέση του γραμματέα του κόμματος, αν και ορισμένοι δεν αποκλείουν να ορισθεί ακόμα και αντιπρόεδρος, σε μια προσπάθεια προετοιμασίας της επιστροφής της Νέας Δημοκρατίας σε καραμανλική «ομπρέλα» που θα περιλαμβάνει ακόμα και την αλλαγή του ονόματος.

Στο Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθούν με ενδιαφέρον αυτές τις εξελίξεις και ο πρωθυπουργός δεν κρύβει σε συνομιλητές του ότι θα ήθελε την εκλογή του κ. Μεϊμαράκη, την ανάληψη σημαντικού ρόλου από τον κ. Στυλιανίδη και την δημιουργία προϋποθέσεων ευρύτερης συνεννόησης τόσο για την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου όσο και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής που θα εισέλθουν σε «διακεκαυμένη ζώνη» από τους πρώτους μήνες του 2016.

Κρίσιμο ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση έχει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο κ. Παυλόπουλος θεωρεί πως η εθνική ατζέντα των επομένων ετών είναι τόσο σοβαρή που απαιτεί συνεννόηση του ΣΥΡΙΖΑ με τη Ν.Δ αλλά και με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.

Δεν είναι τυχαίο πως κατά την επίσκεψη του προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας κ. Φρανσουά Ολάντ στην Αθήνα, ο κ. Παυλόπουλος σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό ανέλαβε να κλείσει το ραντεβού του Γάλλου προέδρου με την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ κ. Φώφη Γεννηματά.

Ο «οδικός χάρτης» του Μεγάρου Μαξίμου λαμβάνει πολύ σοβαρά τα κρίσιμα ορόσημα των επομένων μηνών και, ως εκ τούτων, την ανάγκη να δημιουργηθούν συνθήκες πολιτικής σταθερότητας και συνεννόησης με την αντιπολίτευση.

Όπως εξηγούσε καθημερινός συνομιλητής του πρωθυπουργού, ο κ. Τσίπρας θέλει να κλείσει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα ο κύκλος της αξιολόγησης του προγράμματος και της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, ώστε αμέσως μετά να θέσει σε εφαρμογή το πολιτικό του σχέδιο που περιλαμβάνει:

– Έναρξη της συζήτησης για την ελάφρυνση του χρέους,

– Ανασχηματισμό της κυβέρνησης στις αρχές της νέας χρονιάς με την «επιστράτευση» προσωπικοτήτων και πολιτικών που δεν ανήκουν στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ και θα δημιουργήσουν εντυπώσεις μιας άτυπης κυβέρνησης εθνικής ενότητας,

– Σύγκλιση Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, σε συνεννόηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και με αφορμή πιθανότατα θέμα εξωτερικής πολιτικής που απ΄ ότι φαίνεται θα προκύψει το επόμενο διάστημα ως «παρακολούθημα» των ευρωπαϊκών εξελίξεων περί το προσφυγικό,

– Έναρξη συζήτησης για τη Συνταγματική αναθεώρηση και μάλιστα στη βάση του σχεδίου που είχε υποβάλλει η Ν.Δ, τον Δεκέμβριο του 2014, και το οποίο φέρει την νομική υπογραφή του κ. Παυλόπουλου. Ο κ. Τσίπρας είχε από τότε δηλώσει ότι συμφωνεί με μεγάλο μέρος των προταθέντων προς αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος αλλά είχε αντιδράσει επειδή η τότε κυβέρνηση Σαμαρά είχε εκμεταλλευθεί το θέμα για επικοινωνιακούς λόγους παρότι όλα έδειχναν πως η χώρα οδηγείται σε εθνικές εκλογές,

– Ένταση των επαφών με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία προκειμένου να στερεωθούν γέφυρες επικοινωνίας και συνεργασίας. Επ’ αυτού, άλλωστε, έχει αναλάβει διαμεσολαβητικό ρόλο ο ίδιος ο Γάλλος πρόεδρος που θέλει να εμφανίσει την «σοσιαλδημοκρατική μετεξέλιξη» του Έλληνα πρωθυπουργού (και) ως δική του επιτυχία.

Στο Μέγαρο Μαξίμου ομολογούν πως μόνο μέσα σε ένα πεδίο ευρύτερων συναινέσεων η κυβέρνηση είναι δυνατό να επιτύχει αφενός την άμβλυνση των σκληρών όρων του μνημονίου και τη δημοσιονομική χαλάρωση και αφετέρου την δημιουργία κλίματος σταθερότητας που θα προσελκύσει επενδύσεις. Ο κ. Τσίπρας θεωρεί πως με αυτές τις προϋποθέσεις είναι εξαιρετικά δύσκολο να τεθεί εν αμφιβόλω η πολιτική του ηγεμονία αλλά και ότι, ακόμα κι αν υπάρξουν κλυδωνισμοί στον ΣΥΡΙΖΑ, θα έχει, πάντοτε, τη δυνατότητα σχηματισμού ad hoc ή και μονιμότερων συνεργασιών.