Της Μαριάννας Πυργιώτη - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Πλησιάζοντας στις κάλπες για την εκλογή νέου προέδρου στη Ν.Δ. και με την ελπίδα αυτές τουλάχιστον να ανοίξουν και… να κλείσουν ομαλά, οι τέσσερις διεκδικητές κινούνται άνω, κάτω και πλαγίως. Τελευταίο σενάριο πριν από την εκλογή; Να μη γίνει ο δεύτερος γύρος, αν δεν έχει εκλεγεί -που είναι και το πιθανότερο- πρόεδρος από τον πρώτο. Να υπάρξει, δηλαδή, συνεννόηση και οι τρεις να στηρίξουν τον πρώτο, ακόμα κι αν το ποσοστό του δεν είναι κοντά στο 50%, για την ακρίβεια ακόμη κι αν είναι στην περιοχή του «30», λόγου χάρη, ένα ποσοστό της τάξης του 36%.

Είχε προηγηθεί η έντονη φημολογία για «ξαφνικό θάνατο» μίας υποψηφιότητας ή -ακόμα καλύτερα- δύο, δηλαδή για απόσυρση από τη διεκδίκηση του Αδωνι Γεωργιάδη, που εμφανίζεται στις μετρήσεις συνήθως τέταρτος, ή του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, αλλά για άλλους λόγους, για λόγους ανωτερότητας και έμπρακτης στήριξης της ενότητας.

Δεν είναι τυχαίο ότι δύο εβδομάδες νωρίτερα, αμέσως μετά το φιάσκο της πρώτης Κυριακής, είχε κυκλοφορήσει το ίδιο σενάριο και για τον Απόστολο Τζιτζικώστα, που θα αποσυρόταν και θα επέστρεφε στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, αν παρατεινόταν η εκκρεμότητα. Και αυτή η σεναριολογία στόχευε ουσιαστικά στη ματαίωση του δεύτερου γύρου, αφού εκ των πραγμάτων θα αναδείκνυε νικητή από την πρώτη Κυριακή. Και ενώ η αντίδραση όλων των ενδιαφερομένων ήταν κάθετη και οξύτατη στις φήμες περί απόσυρσης, στο νέο σενάριο δεν υπάρχουν ακόμη αντιδράσεις.

Προφανώς, διότι κανείς δεν μπορεί να το χαρακτηρίσει ανοιχτά «προβοκάτσια» ή διότι τουλάχιστον δύο, οι Μεϊμαράκης-Τζιτζικώστας, δεν έχουν κανέναν λόγο να το δυναμιτίσουν, διότι ο καθένας χωριστά πιστεύει ότι θα είναι πρώτος. Με δεδομένο ότι οι Κυριάκος Μητσοτάκης και Αδ. Γεωργιάδης εκτιμούν ότι σίγουρα θα είναι στον β’ γύρο, αλλά όχι πρώτοι, οι δικές τους αντιδράσεις έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Αν υπάρξουν…

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ

Να θυμίσουμε ότι, κατά τη διάρκεια της κανονικής προεκλογικής περιόδου, τόσο ο Κ. Μητσοτάκης όσο και ο Απ. Τζιτζικώστας είχαν ξεκαθαρίσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι θα τηρηθεί ό,τι ορίζει το καταστατικό, δηλαδή ο πρόεδρος πρέπει να εκλεγεί με 50% συν ένα. Κάτι που είχε αποφύγει να σχολιάσει το επιτελείο του Β. Μεϊμαράκη, μιας που ο ίδιος τότε δεν έδινε συνεντεύξεις.

Τώρα, όπως λένε οι υποστηρικτές του «ενός γύρου», έχουν αλλάξει οι συνθήκες, δηλαδή «έχει τραβήξει σε μάκρος η διαδικασία, το κόμμα είναι ακέφαλο και ο Τσίπρας το εκμεταλλεύεται στο έπακρο».

Συμπληρώνουν, δε, με έμφαση ότι, «αν πράγματι οι υποψήφιοι θέλουν την ενότητα του κόμματος κι αν τους νοιάζει η παράταξη και όχι η καρέκλα, τότε πρέπει να στηρίξουν τον πρώτο, όποιος κι αν είναι. Διαφορετικά, θα αρχίσει ένας νέος γύρος παρασκηνιακών συμφωνιών, συμμαχιών με ανταλλάγματα και θα φτάσουμε στον β’ γύρο σε χειρότερη κατάσταση».

Ακούγεται λογικό, αλλά την ίδια στιγμή βάζει σε σκέψεις, αν επιβεβαιωθούν τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων -ευρήματα που αμφισβητούνται ή και καταγγέλλονται έντονα και ανοιχτά από υποψηφίους-, τα οποία δείχνουν ότι δεν υπάρχει ισχυρό προβάδισμα κάποιου εκ των διεκδικητών.

«Τι είδους συμφωνία θα είναι αυτή;», διερωτήθηκε βουλευτής που δηλώνει ουδέτερος και συνέχισε: «Βάζουμε τον κόσμο να ψηφίσει και μετά τι θα κάνουμε; Ηγετικό σχήμα στα πρότυπα… κυβέρνησης συνεργασίας; Οι τέσσερις υποψήφιοι θα μοιράσουν μεταξύ τους τις ηγετικές θέσεις; Και τι θα γίνει σε έξι μήνες, όταν ο πρόεδρος ακούσει στο περίπου το… μη μιλάς, γιατί εμείς σε στηρίξαμε, άρα συναποφασίζουμε;».

Οι κινήσεις των τεσσάρων υποψηφίων

Στο γενικότερο κλίμα, είναι φανερό ότι η αναβολή των εκλογών έχει φέρει ανατροπές σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα στρατόπεδα.

Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δεν είναι πια πρόεδρος, έχοντας χάσει το στρατηγικό πλεονέκτημα να εκπροσωπεί την αξιωματική αντιπολίτευση έναντι του Αλέξη Τσίπρα, ενώ επικοινωνιακά η αρχική αλλαγή πλεύσης, με συνεντεύξεις και δηλώσεις, δεν πήγε καλά, ξαναγύρισε στη «σιωπηλή» ως προς τα ΜΜΕ παρουσία, αλλά από την προηγούμενη εβδομάδα άλλαξε ξανά, παραχωρώντας συγκεκριμένες συνεντεύξεις.

Ο Απόστολος Τζιτζικώστας, που εκμεταλλεύτηκε τον χρόνο για στοχευμένες περιοδείες ανά την Ελλάδα, συνεχίζει τον επικοινωνιακό μαραθώνιο, έχοντας όμως πια πρόβλημα στο συγκριτικό του πλεονέκτημα, τη δυναμική του «νέου», αλλά αποκτώντας από την άλλη ένα πιο σαφές και δομημένο πολιτικό προφίλ.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που εξαρχής βασίστηκε στο πολιτικό του προφίλ ως εκπροσώπου της κεντρώας φιλελεύθερης τάσης, ειδικά σε αστικά κοινά μέσης και ανώτερης μορφωτικής και οικονομικής τάξης, δείχνει να κερδίζει έδαφος, σε σχέση με την περίοδο πριν από την 22α Νοεμβρίου.

Τέλος, ο Αδωνις Γεωργιάδης, επίσης με πολύ συγκεκριμένο ιδεολογικό στίγμα, αγωνίζεται, με υπερόπλο την επικοινωνιακή του δεινότητα, να κρατήσει τον κόσμο που αρχικά τον στήριξε και να μη χάσει δυνάμεις λόγω της στήριξης του Μάκη Βορίδη προς τον Απ. Τζιτζικώστα. Αλλά στην περίπτωσή του η δυναμική που είχε επικοινωνιακά, με την επανάληψη των ίδιων και των ίδιων καταγγελτικών κυρίως απόψεων, επίσης εμφανίζει σημάδια κόπωσης.