Του Γιώργου Κατσίγιαννη - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Σε κατάσταση πολιορκίας βρίσκεται το Μέγαρο Μαξίμου, χωρίς ωστόσο να βρίσκει εύκολα οδό διαφυγής, δεδομένου ότι τα πολλαπλά και καυτά μέτωπα που καλείται να αντιμετωπίσει, εντός και εκτός συνόρων, καθιστούν ριψοκίνδυνη πλέον κάθε σκέψη για ανανέωση της λαϊκής εντολής με πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, όπως εισηγούνται στον πρωθυπουργό οι θιασώτες της σκληρής γραμμής.

Το θέμα του εκλογικού αιφνιδιασμού, που κυριάρχησε τις προηγούμενες ημέρες στη δημόσια συζήτηση, ασχέτως εάν επισήμως διαψεύστηκε από το Μαξίμου, είναι ενδεικτικό του πανικού που επικρατεί στο κυβερνών κόμμα. Αυτό γιατί μια τέτοια επιλογή, ως έσχατη λύση, για την απόκρουση των παράλογων απαιτήσεων των θεσμών στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, θα μπορούσε να απαλλάξει τον ΣΥΡΙΖΑ από το να χρεωθεί ιστορικά την κατηγορία της εξόντωσης της ελληνικής κοινωνίας και φυσικά να αποτρέψει τον κίνδυνο της θεαματικής αποδυνάμωσης του κόμματος στον πολιτικό χάρτη.

ΑΠΟΔΡΑΣΗ

Αν και το ενδεχόμενο του εκλογικού αιφνιδιασμού ερμηνεύεται από πολιτικούς παρατηρητές ως ηρωική απόδραση του Αλ. Τσίπρα από την εξουσία, εντούτοις όσοι του εισηγούνται κάτι τέτοιο διακατέχονται από την πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, στήνοντας ένα σκηνικό ρήξης με τους δανειστές και σύγκρουσης με τα συστημικά ΜΜΕ, στο πλαίσιο εξυγίανσης του άναρχου ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, θα καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Το φλερτ με την ιδέα των πρόωρων εκλογών, στη βάση του προαναφερθέντος σκεπτικού, αποδίδεται στον σκληρό ηγετικό πυρήνα του Μαξίμου. Αυτό γιατί άλλοι κορυφαίοι υπουργοί, που διακρίνονται για τη μετριοπαθή τους στάση, όπως ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γ. Δραγασάκης, ο υπουργός Εσωτερικών, Π. Κουρουμπλής, αλλά και ο υπουργός Οικονομίας, Γ. Σταθάκης, είναι της άποψης ότι η εκ νέου προσφυγή στις κάλπες θα βυθίσει τη χώρα στην απόλυτη ανυποληψία έναντι των εταίρων και θα τραυματίσει θανάσιμα την οικονομία.

Πέραν όμως των προαναφερθέντων, η εκπόρευση της «εκλογολογίας» από συγκεκριμένα κέντρα της κυβέρνησης τις προηγούμενες ημέρες ναι μεν χρησιμοποιήθηκε ως προειδοποίηση προς τους εκπροσώπους των θεσμών επάνω στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, ωστόσο το μήνυμα πέρασε και ως απειλή προς τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Στόχος, να περιοριστεί το κύμα δημόσιων διαφοροποιήσεών τους από την επίσημη κυβερνητική γραμμή και, κυρίως, να αντιληφθούν πως όσοι δεν στηρίξουν το νομοθετικό έργο στη Βουλή όχι μόνο θα πρέπει να παραδώσουν εγκαίρως τις έδρες τους -κάτι που είπε και ο υπουργός Επικρατείας Αλ. Φλαμπουράρης στην τελευταία του συνέντευξη-, αλλά σε περίπτωση έκτακτων εκλογών θα αποβληθούν από τα ψηφοδέλτια. Αυτό γιατί μέχρι τις 26 Ιουλίου ισχύει η λίστα και όχι ο σταυρός προτίμησης.

Σε κάθε περίπτωση, η συντήρηση της εκλογολογίας ως μπλόφα προς τους δανειστές και τα κόμματα της αντιπολίτευσης -που είναι προφανές ότι δεν επιθυμούν πρόωρες κάλπες- ή ως εκβιασμός για την εξυπηρέτηση εσωκομματικών σκοπιμοτήτων φαντάζει ως ύστατη γραμμή άμυνας για το Μαξίμου. Στόχος του, να απεγκλωβιστεί με όρους επικοινωνιακής διαχείρισης των γεγονότων από τα προβλήματα που καλείται να διαχειριστεί στα πολλά μέτωπα που έχουν ανοίξει.

«ΕΠΙΒΙΩΣΗ»

Υπό την πίεση, δε, των ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων που θέτουν οι θεσμοί για ολοκλήρωση των συμφωνηθέντων στη λογική των δικών τους προτάσεων, από τη μια, και με όλες σχεδόν τις συνδικαλιστικές ομάδες σε γενικό ξεσηκωμό, από την άλλη, η εικόνα στο εσωτερικό της κυβέρνησης, του κόμματος και της Κ.Ο. αρχίζει να παρουσιάζει διαλυτικά στοιχεία. Υπουργοί, κομματικά στελέχη και βουλευτές επιδίδονται σε προσωπικά παιχνίδια επιβίωσης ή προστασίας του ιδιωτικού τους πολιτικού και εκλογικού κεφαλαίου, αποφεύγοντας να «πέσουν στη φωτιά», υπερασπιζόμενοι μια πολιτική που δεν συνάδει με τις προεκλογικές υποσχέσεις που έδωσαν - και ας τους έχει «εγχειρίσει» η ηγεσία κατάλογο με σειρά επιχειρημάτων, όπως ότι «οι πολίτες μάς ψήφισαν για να εφαρμόσουμε το συγκεκριμένο σχέδιο».

Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, η απροθυμία κυρίως των κορυφαίων υπουργών να υπερασπιστούν δημοσίως το πολιτικό σχέδιο της κυβέρνησης ανάγκασε τον πρωθυπουργό να σηκώσει τα τηλέφωνα, ζητώντας από όλους συμμετοχή στη μάχη της ενημέρωσης. «Μην κρύβεστε. Μας έχουν πάρει παραμάζωμα στα κανάλια», ήταν το

μήνυμα που έστειλε, διαπιστώνοντας ότι τις τελευταίες εβδομάδες τα μόνα πρόσωπα που σηκώνουν το βάρος της επικοινωνιακής εκπροσώπησης της κυβέρνησης είναι μετρημένα στα δάχτυλα: η κυβερνητική εκπρόσωπος, Ο. Γεροβασίλη, η εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος, Ρ. Σβίγκου, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Σ. Φάμελλος, και ο διευθυντής της Κ.Ο., Κ. Ζαχαριάδης.

Εξαιτίας αυτής της εντολής που έδωσε ο πρωθυπουργός, τις τελευταίες ώρες άρχισαν να βγαίνουν μπροστά πολλοί από τους μέχρι πρότινος «άφαντους» υπουργούς, που υποτίθεται ότι έχουν εμπειρία και γνώση. Μεταξύ αυτών οι Ν. Φίλης και Π. Σκουρλέτης.

«Μασάζ» από τον Κατρούγκαλο, αδιαφορία από τον Τσακαλώτο

Τουλάχιστον δέκα βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως από αγροτικές περιοχές, έχουν διαμηνύσει στο Μέγαρο Μαξίμου και στους αρμόδιους υπουργούς, Γ. Κατρούγκαλο και Β. Αποστόλου, ότι δεν προτίθενται να συναινέσουν στην προτεινόμενη νομοθετική τους πρωτοβουλία. Η μόνιμη επωδός στις προειδοποιήσεις που απευθύνουν είναι ότι «δεν μπορούμε να εμφανιστούμε στις εκλογικές μας περιφέρειες», ενώ κάποιοι εξ αυτών επικαλούνται και τις επιθέσεις που έχουν δεχτεί στα πολιτικά γραφεία των περιφερειών τους.

Τις τελευταίες ημέρες, ο υπουργός Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλος, έχει αναλάβει να τους καθησυχάσει, παρευρισκόμενος συνεχώς σε κλειστές συνεδριάσεις στη Βουλή, όπου απαντά σε όλες τις ερωτήσεις που του θέτουν. Ωστόσο, για τους περισσότερους βουλευτές η τακτική αυτή ενημέρωση δεν έχει καμία απολύτως αξία και δεν τους προσφέρει τα εχέγγυα της σοβαρής υπεράσπισης των θέσεων της κυβέρνησης, από τη στιγμή που δεν λαμβάνουν διαφωτιστικές απαντήσεις στο ερώτημα: «Ποιες είναι οι προθέσεις των δανειστών και τι σχέδιο έχουν για το Ασφαλιστικό και το Φορολογικό των αγροτών;».

Η ιδιότυπη απομόνωση μέσα από την έλλειψη «συντροφικής αλληλεγγύης» που βιώνουν οι υπουργοί Εργασίας και Αγροτικής Ανάπτυξης δεν αποτυπώνεται μόνο στην επιθετική κριτική που δέχονται από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στο εύσχημο «άδειασμα» από άλλους συναδέλφους τους, που είτε σιωπούν είτε ομιλούν με υπαινιγμούς για τους έως τώρα χειρισμούς τους.

Εκείνος που δείχνει να κρατά αποστάσεις από το σχέδιό τους, ενώ κανονικά θα έπρεπε να συνδράμει επικουρικά στην προσπάθειά τους για διάσωση του ασφαλιστικού συστήματος -καθώς το πρόβλημα έχει και δημοσιονομικό χαρακτήρα- είναι ο «τσάρος» της ελληνικής οικονομίας, Ευ. Τσακαλώτος. Ο τελευταίος αποφεύγει συνειδητά να εμπλακεί στην επίλυση του προβλήματος και ο μόνος που για λογαριασμό του υπουργείου Οικονομικών εμφανίζεται αυτοπροσώπως να εκφράζει λόγο στην όλη διαδικασία είναι ο υφυπουργός Τρ. Αλεξιάδης. Ο δε αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γ. Χουλιαράκης, που είχε κληθεί σε μυστική σύσκεψη την Τετάρτη στη Βουλή από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, απέφυγε να εμφανιστεί, επειδή ακριβώς δεν ήξερε ή δεν ήθελε να απαντήσει σε ερωτήσεις στις οποίες ή έπρεπε να εκφράσει τη διαφωνία του ή ενδεχομένως αγνοούσε τις απαντήσεις.

Χρυσή εφεδρεία ο Δραγασάκης και σε ρόλο «εξισορροπιστή»

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γ. Δραγασάκης, το όνομα του οποίου προβάλλεται ως επικρατέστερο στα σενάρια περί μιας μεταβατικής κυβέρνησης με οικουμενικά χαρακτηριστικά, φέρεται να διαδραματίζει τις τελευταίες ημέρες τον ρόλο του παράγοντα εξισορρόπησης στις σχέσεις της «αριστερής» εξουσίας με τους κυρίαρχους παράγοντες της αποκαλούμενης «αστικής ολιγαρχίας» στον χώρο των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των ΜΜΕ. Ο ίδιος αρχίζει και πυκνώνει τις δημόσιες εμφανίσεις του, καλλιεργώντας ένα πνεύμα συναίνεσης και συνεννόησης με τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις. Επίσης υπερασπίζεται τη θέση περί άμεσης δρομολόγησης των διαδικασιών για αλλαγή του εκλογικού νόμου, προκειμένου η χώρα να εισέλθει σε έναν «αστερισμό» συμμαχικών κυβερνήσεων, αφήνοντας πίσω τα «εμφυλιοπολεμικά» σύνδρομα μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων.

Ο κ. Δραγασάκης θεωρεί ότι το νέο αφήγημα της πολιτικής και των πολιτικών πρέπει να εδραιωθεί σε νέες κοινωνικές συμμαχίες και προγραμματικές συγκλίσεις για το μέλλον της χώρας, ακόμη και αν αυτό απαιτήσει μονομερείς υποχωρήσεις από όλες τις πλευρές.

Σε οικονομικούς και πολιτικούς κύκλους η περίπτωση του κ. Δραγασάκη προκρίνεται ως ιδανική για να αναλάβει μεταβατικό ρόλο στην ηγεσία της χώρας, εάν και ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας αποδεχθεί ότι πλέον δεν υπάρχουν περιθώρια για τακτικισμούς διάσωσής του μέσα από εκλογές - δεδομένου ότι και οι εταίροι έχουν διαμηνύσει ότι μια τέτοια επιλογή δεν θα επηρεάσει τη στάση τους.

Συνεπώς, το δίλημμα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο πρωθυπουργός είναι εάν τον συμφέρει να διακινδυνεύσει την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ προσφεύγοντας σε εκλογές ή, επικαλούμενος τη διόγκωση των κοινωνικών και εθνικών ζητημάτων, να δρομολογήσει οικειοθελώς τις διαδικασίες αντικατάστασής του στην πρωθυπουργία - για να στείλει το μήνυμα ότι «εγώ συνεχίζω με τον λαό και δεν αναλαμβάνω την κεντρική ευθύνη να τον προδώσω με αποφάσεις που δεν με εκφράζουν, αλλά δυστυχώς πρέπει να ληφθούν για το καλό του κοινωνικού συνόλου».