Τι αποκαλύπτουν τα μυστικά γκάλοπ για τις εκλογές
<p>Οι εν λόγω δημοσκοπήσεις έχουν διενεργηθεί για λογαριασμό εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων, που έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν για την πορεία των πολιτικών πραγμάτων<br /> </p>
Του Νίκου Σίμου-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Σοβαρότατες πιθανότητες οι ιδιαίτερα δυσοίωνες προοπτικές για την Ελλάδα να προκαλέσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις επί του σημερινού πολιτικού σκηνικού τους προσεχείς μήνες αναδεικνύουν τα αποτελέσματα ερευνών των τάσεων της κοινής γνώμης. Οι εν λόγω δημοσκοπήσεις έχουν διενεργηθεί για λογαριασμό εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων, που έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν για την πορεία των πολιτικών πραγμάτων, αλλά και για τις κυβερνητικές πολιτικές που επηρεάζουν την ελληνική οικονομία. Τα συμπεράσματα αυτά σε σχέση με το πολιτικό σκηνικό βασίζονται: (α) Στις απαντήσεις των ερωτηθέντων, που εκφράζουν πολύ μεγάλη απαισιοδοξία για την οικονομική τους προοπτική τους επόμενους μήνες, γεγονός που δείχνει ότι η γενική ψυχολογία της αγοράς είναι στο ναδίρ, με ό,τι κι αν αυτό σημαίνει για μια ήδη παραπαίουσα οικονομία. (β) Στις εκτιμήσεις των εγχώριων επιχειρηματιών, οι οποίοι, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις έρευνες, αλλά και την εμπειρία τους από τις σημερινές συνθήκες της αγοράς, θεωρούν περίπου βέβαιο ότι είναι μη αναστρέψιμη η οικονομική περιπέτεια στην οποία ήδη εισέρχεται η χώρα και η οποία θα τη φέρει στα επίπεδα της δεκαετίας του ’50! Δηλαδή αμέσως μετά τον πόλεμο και τον Εμφύλιο! (γ) Στη διαπίστωση των δημοσκόπων ότι ακόμη και μια αλλαγή της κυβέρνησης δεν πρόκειται να αποδώσει στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα αυτή τη στιγμή. Σε σχέση με το ατελέσφορο για την ανάταξη της χώρας, ακόμη και με αλλαγή στη διακυβέρνησή της, θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθούν οι κυβερνητικές συμμαχίες, ύστερα από μια εκλογική αναμέτρηση. Κι αυτό διότι η απογοήτευση της κοινωνίας απέναντι σε σχεδόν όλο το πολιτικό σύστημα προειδοποιεί ότι η στάση του εκλογικού σώματος θα είναι τόσο διαφοροποιημένη, που ενδεχομένως στη Βουλή να μην μπουν κόμματα τα οποία να μπορεί κανείς να υπολογίζει ως κυβερνητικούς εταίρους. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που κανείς δεν θέλει εκλογές, εκτός αν οι συνθήκες εξωθήσουν σε αυτή τη λύση.
ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ
Η οικονομική περιπέτεια της χώρας που προαναφέρθηκε ως πρώτη πρόβλεψη βασίζεται στον συνδυασμό των εξής τριών παραγόντων: Πρώτον, των δυσμενέστατων οικονομικών δεδομένων, τα οποία ωραιοποιεί η κυβέρνηση. Δεύτερον, της προσέγγισης που κάνουν στο ελληνικό πρόβλημα οι δανειστές και, κυρίως, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο, μέσω του γνωστού άρθρου Τόμσεν, επιχειρεί να θέσει επί άλλης -καταστροφικής ασφαλώς- βάσης τη συνταγή της επίλυσης του ελληνικού οικονομικού προβλήματος. Τρίτον, της κυβερνητικής ανικανότητας, όπως τη διαπιστώνουν η αγορά και οι άνθρωποί της, καθώς είναι φυσικό ο επιχειρηματικός χώρος να απαιτεί γρηγορότερους ρυθμούς υλοποίησης των συμφωνηθέντων, ώστε με τις δόσεις που θα έλθουν να καταφέρει να αναπνεύσει κάπως η αγορά. Αυτό που φοβίζει τον επιχειρηματικό κόσμο -και δεν εννοούμε τους σημερινούς εκπροσώπους της όποιας μεγάλης βιομηχανίας έχει απομείνει στην Ελλάδα, αλλά τους μικρομεσαίους βιοτέχνες, εμπόρους και ελεύθερους επαγγελματίες- είναι ότι, ενώ η οικονομία απαιτεί σταθερότητα, οι επιδεινούμενες συνθήκες και οι δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις θα έχουν άμεση επίπτωση και στα πολιτικά πράγματα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι τους προσεχείς μήνες οι εκτιμήσεις της αγοράς είναι ότι το 60% του πληθυσμού θα ζει πλέον με ελάχιστα χρήματα, γεγονός που θα έχει σοβαρές συνέπειες επί της κατανάλωσης και, κατ’ επέκταση, της οικονομίας. Ενα στοιχείο στο οποίο βασίζονται οι σχετικές δυσοίωνες εκτιμήσεις είναι ότι οι έρευνες που έχουν διενεργηθεί για λογαριασμό επιχειρηματικών ομίλων δείχνουν ότι ο διεθνώς αποδεκτός δείκτης «goodwill factor», που φανερώνει το μέγεθος της αισιοδοξίας μιας κοινωνίας, όσον αφορά την Ελλάδα είναι μονίμως μονοψήφιος πλέον. Και όπως είναι φυσικό, η αρνητική ψυχολογία της κοινωνίας επηρεάζει άμεσα την οικονομία.
«ΚΑΤΕΝΑΤΣΙΟ»
Οι συνθήκες που επικρατούν στη χώρα είναι πολύ επιβαρυντικές για τον Αλέξη Τσίπρα. Ο επιχειρηματικός κόσμος -και όχι οι λεγόμενοι «νταβατζήδες», τους οποίους έχει αναδείξει σε μέγα εχθρό της Ελλάδας ο ΣΥΡΙΖΑ- θεωρεί ότι η κυβέρνηση είναι κυριολεκτικώς απούσα και καθυστερεί στη δημιουργία συνθηκών που θα δείξουν ότι κάτι κινείται στην οικονομία. Ως παράδειγμα αναφέρουν τις καθυστερήσεις στη μεταβίβαση των αεροδρομίων, την υλοποίηση των συμφωνιών για τα λιμάνια και την εκμετάλλευση του Ελληνικού και αυτά λόγω διαδικασιών που δεν προωθούνται. Ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει αυτή την κατάσταση και, ασχέτως αν οι εκτιμήσεις του επιχειρηματικού κόσμου -στα όρια της πεποίθησης- είναι ότι θα αποδράσει με εκλογές (παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα και τις διαψεύσεις), εκείνος θέλει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να φέρει σε πέρας αυτό που ανέλαβε, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να τον δικαιώσει και να αντιδιαστέλλονται τα δικά του πεπραγμένα με αυτά των προκατόχων του. Αλλωστε, και ο ίδιος αναγνωρίζει ότι οποιαδήποτε αλλαγή στη διακυβέρνηση της χώρας δεν πρόκειται να αποδώσει, στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία και με το μεγάλο πρόβλημα που φαίνεται ότι δημιουργείται στις ευρωπαϊκές τράπεζες – γεγονός που περιορίζει τις δυνατότητες χρηματοδότησης της Ελλάδας. Οπως υποστηρίζεται από εγχώριους επιχειρηματικούς κύκλους, οι οποίοι έχουν παρακολουθήσει τις τάσεις της αγοράς τους τελευταίους μήνες, το momentum για την οικονομία χάθηκε πολλούς μήνες πριν, συγκεκριμένα από την επομένη της πρώτης αποτυχημένης εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας.
Εισηγούνται «απόδραση» στον Τσίπρα
Μεταξύ των σχεδίων που εισηγούνται στον Αλ. Τσίπρα θύλακοι στην κυβέρνηση και στο Μαξίμου είναι ένα «πλάνο απόδρασης», βασισμένο στα εξής: Πρώτον, τη διαφύλαξη του προσωπικού κύρους του, αλλά και της διακυβέρνησης της Αριστεράς, με το επιχείρημα ότι διαπραγματεύτηκαν -και πάλι- σκληρά για τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Αλλά, από τη στιγμή που οι δανειστές είναι ανένδοτοι όσον αφορά τις λύσεις που έβαλε στο τραπέζι η κυβέρνηση, η «για πρώτη φορά Αριστερά» δεν θα θυσιάσει την κοινωνική της ευαισθησία, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση -πιστεύουν στον ΣΥΡΙΖΑ- το κόμμα θα επέστρεφε στα αρχικά του ποσοστά! Αλλωστε, ας μην παραγνωρίζεται ότι ένα από τα απειλητικά επιχειρήματα του πρωθυπουργού στους θεσμούς σε σχέση με το Ασφαλιστικό είναι η επανάληψη όσων συνέβησαν το καλοκαίρι, από τα οποία τη φορά αυτή μπορεί να λείπει ένα δημοψήφισμα, όχι όμως και το ενδεχόμενο των εκλογών. Δεύτερον, με κάλπες μπορεί να χάσει εκλογική δύναμη ο ΣΥΡΙΖΑ (όπως δείχνουν άλλωστε και οι δημοσκοπήσεις), όμως θα κατορθώσει να διατηρήσει κάποιο ποσοστό του, ασφαλώς υψηλότερο από εκείνο των κομμάτων από το τρίτο και κάτω, γεγονός που θα του επιτρέπει να πρωταγωνιστεί στην πολιτική σκηνή ως αξιωματική αντιπολίτευση. Και, συγχρόνως, να διαμορφώνει ένα νέο αντιμνημονιακό προφίλ έναντι της κυβέρνησης που θα τον διαδεχθεί και που θα είναι επίσης υποχρεωμένη να εφαρμόσει είτε τα συμφωνηθέντα με τους δανειστές είτε το περιεχόμενο νέων απαιτήσεων από το κουαρτέτο.
Τρία «ναι» υπέρ Ν.Δ. και Μητσοτάκη
Από την αγορά, αλλά και μεγάλο μέρος της κοινωνίας που έχει σταθεί απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, όσον αφορά στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκτιμάται, όπως αποτυπώνεται και στις έρευνες της κοινής γνώμης, ότι για τρεις λόγους είναι πολύ αυξημένη η πιθανότητα να κληθεί να λάβει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι θα γίνουν εκλογές και θα έλθει πρώτο κόμμα η Ν.Δ., όπως υπολογίζεται. Πρώτον, διότι από μέρος της κοινωνίας που έχει φύγει από τη Ν.Δ. και έχει πάει σε άλλα κόμματα θεωρείται ως η εναλλακτική λύση. Δεύτερον, διότι υπάρχει μεγάλη κοινωνική δυσφορία απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, όπως ανέδειξαν οι πάνδημες κινητοποιήσεις από όλες τις επαγγελματικές τάξεις. Τρίτον, διότι τα άλλα κόμματα παραμένουν σε κατάσταση ημιαποσύνθεσης, όταν μάλιστα η περίφημη ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς, υπό την «αιγίδα» του ΠΑΣΟΚ, δεν φαίνεται να μπορεί να ευοδωθεί, ώστε να αναδειχθεί και άλλη εναλλακτική λύση. Για τρεις λόγους, ωστόσο, ο κ. Μητσοτάκης αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι την προοπτική των εκλογών: Ο πρώτος είναι ότι, με βάση τις εξαιρετικά δυσοίωνες προοπτικές που περιγράφηκαν πιο πάνω και που αποτελούν εδραία πεποίθηση των ανθρώπων της αγοράς, ο νέος πρόεδρος της Ν.Δ. γνωρίζει ότι αναλαμβάνοντας την εξουσία διατρέχει τον κίνδυνο «να καεί πριν της ώρας του». Ο δεύτερος λόγος είναι ότι, όπως προαναφέρθηκε ως δημοσκοπική εκτίμηση, και δεν γνωρίζει τι θα βγάλει η κάλπη και, κατά συνέπεια, δεν είναι σε θέση να υπολογίσει με ποιους θα κυβερνήσει. Ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν για ευνόητους λόγους δεν είναι διατεθειμένος να συγκυβερνήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλωστε, για τον ίδιο λόγο (δηλαδή την άρνησή του να ταυτισθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τον ΣΥΡΙΖΑ) δεν είναι διατεθειμένος και σε αυτή τη φάση, στην περίπτωση που θα παρίστατο η ανάγκη για οικουμενική κυβέρνηση, να αποδεχθεί να είναι στην κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα. Με το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να θέλει να συμβάλει σε λύσεις ένα κόμμα το οποίο δημιούργησε τα σημερινά αδιέξοδα και οδηγεί την οικονομία στην καταστροφή.
ΟΙ ΑΛΛΟΙ
Ειδικώς όσον αφορά τον απροσδιόριστο σήμερα «τοκετό» της κάλπης, οι εκτιμήσεις των δημοσκόπων είναι ότι: (1) Το μόνο κόμμα -πλην της Ν.Δ.- που θα αυξήσει τα ποσοστά του θα είναι η Χρυσή Αυγή, με την οποία πάντως κανείς δεν δέχεται να συγκυβερνήσει. (2) Το «Ποτάμι», με δείγματα διάλυσης και τη διαφαινόμενη διαφυγή στελεχών του προς άλλες κομματικές κατευθύνσεις, μάλλον δεν θα μπει στη Βουλή. (3) Η Ενωση Κεντρώων, όπως και οι ΑΝ.ΕΛ., εκτιμάται ότι θα «χαροπαλεύουν» εκλογικά και ίσως μόνο το ένα από τα δύο κόμματα να μπει στη Βουλή, καθώς πιστεύεται ότι η Ν.Δ. θα πάρει ψηφοφόρους και από τα δύο. (4) Το ΠΑΣΟΚ, ακόμη και αν αυξήσει ως Δημοκρατική Συμπαράταξη τα ποσοστά του (αν και είναι νωπές οι μνήμες από τα πεπραγμένα του που οδήγησαν στην εντυπωσιακή συρρίκνωσή του), και πάλι δεν θα αρκεί για να συμβάλει σε μια κυβερνητική κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο των ερευνών αυτών, που δικαιολογεί και τη δυσκολία της πρόβλεψης σχετικά με το ποιο από τα μικρά κόμματα θα είναι στη Βουλή, είναι ότι το ποσοστό των αναποφάσιστων τη στιγμή αυτή ανέρχεται σε 35% (που είναι πάνω από το 1/3, θεωρητικά τουλάχιστον, των δυνητικών ψηφοφόρων σε μια προσεχή εκλογική αναμέτρηση). Ο τρίτος λόγος, τον οποίο αποδέχεται ο κ. Μητσοτάκης, όπως και οι ξένοι, είναι ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς μπορεί ευκολότερα να περάσει τα δυσβάστακτα μέτρα, ώστε μια άλλη κυβέρνηση, διαφορετικής ιδεολογικής κατεύθυνσης, να μην επωμισθεί συγχρόνως την ευθύνη για την προώθηση και την εφαρμογή δύσκολων μέτρων, τα οποία διαμορφώθηκαν από την παρελκυστική στάση του Μεγάρου Μαξίμου και μόνο – και όχι επειδή η αντιπολίτευση έφερνε εμπόδια, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν στη θέση της αντιπολίτευσης.