«Ναι μεν… αλλά» από τον πρωθυπουργό ήταν η απάντηση που διαβάζει κανείς πίσω από την αποδοχή του αιτήματος της Φώφης Γεννηματά για την σύγκληση του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών.

Ο πρωθυπουργός αποφάσισε να κινηθεί αμυντικά απέναντι στην πίεση για τη σύσκεψη των αρχηγών, χωρίς όμως να κλείσει τις πόρτες τη συνεννόησης, αφού το πρόβλημα μπορεί να χειροτερέψει και η συναίνεση επ’ αυτού γίνει αναπόφευκτη. Πήρε μάλιστα ο ίδιος τηλέφωνο την κυρία Γεννηματά, καθώς νωρίτερα ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος τον είχε ενημερώσει και επίσημα για το αίτημα της προέδρου του ΠΑΣΟΚ.

Το αίτημα απερρίφθη προς το παρόν υπό το φόβο μετατροπής του προσφυγικού σε αιχμή της αντιπολιτευτικής κριτικής και της δημιουργίας ενός «κλοιού» σκληρών κριτικών από τους άλλους αρχηγούς προς τον πρωθυπουργό, στο φόντο μίας σύσκεψης στο προεδρικό μέγαρο. Η συγκυρία άλλωστε είναι η χειρότερη δυνατή για την κυβέρνηση: οι προσφυγικές ροές συνεχίζονται αμείωτες καθώς το ΝΑΤΟ δεν έχει αναλάβει ακόμα δράση για τον περιορισμό τους και η Τουρκία δεν συνεργάζεται, ενώ οι διαβεβαιώσεις των ευρωπαίων ότι δεν θα κλείσουν τα βόρεια σύνορα αποδεικνύονται χάρτινες, με αποτέλεσμα να έχει απομονωθεί η χώρα και να διαπληκτίζεται διαρκώς με χώρες που χαράσσουν γραμμή ενάντια στις κοινές αποφάσεις της ΕΕ. Η κατάσταση, μέσα σε αυτές τις συνθήκες, έχει γίνει απελπιστική, αφού η χώρα μετατρέπεται πλέον σε «αποθήκη» προσφύγων.

Ο κ. Τσίπρας ευελπιστεί ότι με τις πρωτοβουλίες των επόμενων ημερών θα αποκαταστήσει τον «διάδρομο διέλευσης» των προσφύγων προς τα βόρεια και ταυτόχρονα θα δραστηριοποιηθεί αποτελεσματικά το ΝΑΤΟ. Ευελπιστεί ακόμη ότι η προετοιμασία της συνόδου κορυφής της 6ης Μαρτίου θα φέρει την Τουρκία προ των ευθυνών της και θα περιορίσει τις ροές. Εκτιμά δηλαδή ότι προϊόντος του χρόνου τα πράγματα θα έχουν βελτιωθεί, ώστε να μην βρεθεί σε απόλυτα μειονεκτική θέση σε ένα συμβούλιο των αρχηγών σε περίπου 10 με δέκα μέρες, όπως πιθανά θα συνέβαινε εάν αυτό συγκαλούνταν αυτή την εβδομάδα.