Στο ναδίρ κατρακυλά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., η οποία καταγράφει ιστορικά πλέον χαμηλά ποσοστά αποδοχής από την ελληνική κοινωνία, τέτοια που κανένα άλλο κυβερνητικό σχήμα δεν έχει καταγράψει είτε στο πρόσφατο μνημονιακό παρελθόν είτε παλαιότερα.

Η μοναδική στα πολιτικά χρονικά ραγδαία κατρακύλα της κυβέρνησης συνοδεύεται από αντίστοιχη άνευ προηγουμένου κατάρρευση της εικόνας του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος φαίνεται να χάνει την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειονότητας της κοινής γνώμης, που δείχνει να μη δελεάζεται από το περιβόητο δήθεν «ηθικό πλεονέκτημα» και εκπέμπει SOS για τους σχεδιασμούς περί νέων περικοπών στις συντάξεις και αυξημένων φορολογικών επιβαρύνσεων. Η πλειοψηφία, ωστόσο, του εκλογικού σώματος, όπως προκύπτει από έρευνα που διενήργησε η εταιρεία Alco για λογαριασμό του «ΘΕΜΑτος», απορρίπτει στην παρούσα φάση την προοπτική προσφυγής στις κάλπες και προκρίνει την αντικατάσταση της σημερινής κυβέρνησης.

Ο σχηματισμός άλλης κυβέρνησης από τη σημερινή Βουλή επιλέγεται από το 38% των πολιτών, έναντι 21% των ερωτηθέντων που προτιμούν τις εκλογές, ενώ στο 22% περιορίζονται όσοι θεωρούν προτιμητέα επιλογή να συνεχίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. Ενδεικτικό, εξάλλου, της ευρύτατης απογοήτευσης που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία είναι ότι περισσότεροι από επτά στους δέκα πολίτες (72%) διαβλέπουν ότι η κατάσταση στη χώρα στο επόμενο εξάμηνο θα επιδεινωθεί. Στο 17% φθάνουν όσοι πιστεύουν -ή ίσως ελπίζουν- ότι η κατάσταση θα μείνει ίδια, ενώ μόλις στο 8% περιορίζονται εκείνοι που αποδέχονται τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς περί βελτίωσης και τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες για επερχόμενη… ανάσταση.

Μέσα σε αυτό το αναμφισβήτητα βαρύ κλίμα, δεν προκαλούν ιδιαίτερη έκπληξη τα πρωτόγνωρα στοιχεία που αποτυπώνονται στον δείκτη εμπιστοσύνης των πολιτών προς την κυβέρνηση: το 84% της κοινής γνώμης απαντά αρνητικά στο ερώτημα για την ικανοποίησή τους από την απόδοση της κυβέρνησης, έναντι μόλις του 9% που απαντά θετικά. Πρόκειται για εύρημα που αποτυπώνει την ιστορικά ταχύτερη φθορά που έχει υποστεί κυβερνητικό σχήμα, πόσο μάλλον όταν αφορά μια κυβέρνηση που δεν έκλεισε ακόμη το πρώτο εξάμηνο ζωής, από τον περασμένο Σεπτέμβριο που σχηματίστηκε ή τους 14 μήνες παραμονής στην εξουσία εφόσον μετρηθεί ο χρόνος από τον Ιανουάριο του 2015 που άρχισε η περιπετειώδης διαδρομή της «Πρώτης Φοράς Αριστεράς» διακυβέρνησης.

Η κυβερνητική κατάρρευση αποτυπώνεται ίσως περισσότερο στις απαντήσεις για το «ηθικό πλεονέκτημα» που το 81% θεωρεί ότι το έχασε η κυβέρνηση έναντι του 9% που πιστεύει ότι το διατηρεί. Και η εξήγηση για τη ραγδαία υποχώρηση ίσως βρίσκεται στην εξάντληση των ορίων αντοχής της κοινωνίας έναντι νέων φόρων ή περαιτέρω περικοπής των συντάξεων που βρίσκει αντίθετο το 85% των ερωτηθέντων και σύμφωνο μόλις έναν στους δέκα.  

Αλλά ακόμη και στο Μεταναστευτικό, που θεωρείται «προνομιακό» πεδίο για την κυβέρνηση, καθώς για μεγάλο μέρος της κοινωνίας προέχει η έκφραση της αλληλεγγύης, οι κυβερνητικοί χειρισμοί που οδήγησαν στην «ντροπή της Ειδομένης» αποδοκιμάζονται από την πλειονότητα: το 67% τους θεωρεί λανθασμένους και μόνον ένας στους τέσσερις απαντά ότι είναι σωστοί. 

Σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα διαμορφώνεται, εξάλλου, ο βαθμός εμπιστοσύνης των πολιτών στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, καθώς το 73% απαντά αρνητικά στο σχετικό ερώτημα και μόλις 16% είναι όσοι δηλώνουν ότι εμπιστεύονται τον κ. Τσίπρα, ο οποίος είναι σαφές ότι βρίσκεται πίσω από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη.

Αν και ο πρόεδρος της Ν.Δ. βελτιώνει διαρκώς την εικόνα και υπερτερεί του κ. Τσίπρα, η κοινή γνώμη φαίνεται, πάντως, να είναι επιφυλακτική ως προς τον κ. Μητσοτάκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ερώτημα για μια κυβέρνηση με εκείνον  πρωθυπουργό, το 34% των πολιτών απαντά ότι η κατάσταση θα παρέμενε ίδια, ενώ στο 25% φτάνουν όσοι θεωρούν ότι θα χειριζόταν καλύτερα τα προβλήματα από τη σημερινή κυβέρνηση και στο 29% αυτοί που πιστεύουν ότι θα ήταν χειρότερα.     

Στην πρόθεση ψήφου, όπως αποτυπώνεται στα ευρήματα της δημοσκόπησης που έγινε το διάστημα 15-17 Μαρτίου σε δείγμα 1.000 ψηφοφόρων, η Νέα Δημοκρατία διευρύνει το προβάδισμά της έναντι του ΣΥΡΙΖΑ που φτάνει πλέον στις 4,5 εκατοστιαίες μονάδες, καθώς η συσπείρωση των ψηφοφόρων που προτίμησαν τον περασμένο Σεπτέμβριο το μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα περιορίζεται στο 55%.

Το αντίστοιχο ποσοστό συσπείρωσης για την αξιωματική αντιπολίτευση φτάνει στο 84%, ενώ αξιοσημείωτη είναι η απευθείας μετακίνηση εκλογέων που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ προς τη Ν.Δ., που φτάνει στο 6% και, σύμφωνα με τους αναλυτές, θεωρείται ως «επιστροφή» ψηφοφόρων οι οποίοι για διάφορους λόγους (ΕΝΦΙΑ κ.λπ.) άλλαξαν κατεύθυνση στις περσινές εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά απογοητεύτηκαν με όσα ήρθαν αντιμέτωποι το τελευταίο εξάμηνο.

Η Νέα Δημοκρατία κατακτά την πρωτιά στην πρόθεση ψήφου, συγκεντρώνοντας 21,1%, ποσοστό που είναι ελαφρώς (κατά 0,2%) μειωμένο σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα της Alco. Διευρύνει, ωστόσο, τη διαφορά που τη χωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου η πρόθεση ψήφου υποχωρεί και άλλο (-0,7%) και φτάνει στο 17,3%.

Τη θέση της ως τρίτη κατά σειρά πολιτική δύναμη φαίνεται να εδραιώνει η Χρυσή Αυγή που, λόγω προφανώς της έξαρσης του Μεταναστευτικού-Προσφυγικού, ανεβαίνει στο 6,1% (+0,9%), υπερσκελίζοντας εκ νέου το ΚΚΕ που υποχωρεί ελαφρώς στο 5% (-0,4%). Μικρή άνοδο εμφανίζει η Δημοκρατική Συμπαράταξη ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜ.ΑΡ. με 3,6% (+0,5%) και ακολουθεί μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας η Ενωση Κεντρώων που παραμένει στο 2,6%, ενώ 2,2% συγκεντρώνουν οι ΑΝ.ΕΛ. (+0,3%) και η Λαϊκή Ενότητα (+0,9%), στο 1,8% καθηλώνεται το Ποτάμι (+0,2%) και προτίμηση σε «άλλο κόμμα» εκφράζει το 5,4% (+1,3%).

Σε υψηλά επίπεδα εκτινάσσονται τα ποσοστά της λεγόμενης «αδιευκρίνιστης ψήφου», καθώς 17,2% δηλώνουν αναποφάσιστοι, 12,1% εκφράζουν πρόθεση για αποχή και 3,4% δηλώνουν προτίμηση στο λευκό.

Στην αναγωγή επί των εγκύρων, η δύναμη της Ν.Δ. υπολογίζεται ότι φτάνει στο 25% (με ελάχιστο όριο το 22% και μέγιστο το 28%). Αντιστοίχως ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στο 20,5% (ως μέση τιμή ανάμεσα στο χαμηλότερο 17,7% και στο υψηλότερο 23,3%). Υψηλό, της τάξης του 20,4%, είναι το ποσοστό των αναποφάσιστων, ενώ σίγουρο εισιτήριο εισόδου στην επόμενη Βουλή έχουν η Χρυσή Αυγή με 7,2%, το ΚΚΕ με 5,9%, η Δημοκρατική Συμπαράταξη 4,3% και οριακά η Ενωση Κεντρώων με 3,1%. Αντιθέτως, με το 2,6% που υπολογίζεται η δύναμη των ΑΝ.ΕΛ. και της ΛΑΕ, όπως και με το 2,1% που φαίνεται ότι φτάνει το Ποτάμι, το πιθανότερο είναι ότι μένουν εκτός Βουλής, εκτός και αν φτάσουν στο μέγιστο όριο της απήχησής τους που είναι οριακά άνω του 3%, το οποίο θα τους οδηγήσει στην επόμενη Βουλή.

Πηγή protothema.gr