Τα «ναι» και τα «όχι» σε πρόωρες εκλογές
<p>Η πρόσφατη κυβερνητική κρίση επανέφερε στο προσκήνιο τα σενάρια για κάλπες</p>
Του Νίκου Σίμου-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Η φημολογία περί του ενδεχόμενου εκλογικού αιφνιδιασμού που όλο το προηγούμενο διάστημα έβλεπε το φως της δημοσιότητας ως ένα από τα εναλλακτικά σενάρια που είχε στο μυαλό του ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, είχε αρχίσει να κοπάζει μετά τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις ότι κάτι τέτοιο δεν είναι στα σχέδια του Μαξίμου.
Αιφνιδίως, η κρίση που προκάλεσε ο κυβερνητικός συνεταίρος κ. Πάνος Καμμένος, με αφορμή την ατυχή δήλωση του Γ. Μουζάλα, όταν αποκάλεσε «Μακεδονία» τα Σκόπια, αναζωπύρωσε τα σενάρια αυτά, αν και οι εναλλακτικές υπήρχαν. Και δεν ήταν άλλες από την εξασφάλιση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από την κυβέρνηση μέσω της συνεργασίας με άλλα, πρόθυμα απέναντι σε μια τέτοια προοπτική κόμματα. Το ερώτημα είναι αν έχει αποσοβηθεί η κυβερνητική κρίση, διότι ο υπουργός Αμυνας εμφανίζεται να κάνει μικρή στροφή.
Οσα είπε σε δηλώσεις του μετά τη σύγκληση της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας σε αυτό παραπέμπουν. Διότι τόνισε ότι δεν τίθεται θέμα ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, αλλά προς τον... κ. Μουζάλα! Καθώς και ότι δεν ζήτησε από τον πρωθυπουργό να... παραιτήσει τον υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής! Επομένως, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, παραμένει αρραγής η εύθραυστη κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή. Από την άλλη πλευρά, η δύσκολη πολιτικοοικονομική κατάσταση είναι αυτή που μπορεί να επιβάλει τους δικούς της κανόνες. Δηλαδή, να μην αντέξει η κυβέρνηση υπό την πίεση των μέτρων που χρειάζεται να εφαρμόσει και τα οποία ήδη έχουν εξαγριώσει όλες τις επαγγελματικές τάξεις εξαιτίας του Ασφαλιστικού.
Αλλωστε, για την αντοχή της κυβέρνησης διερωτήθηκε και η γαλλική αριστερή εφημερίδα «Liberation». Μάλιστα, το σχετικό άρθρο στο οποίο συνεκτιμώνται πραγματικά πολιτικά και δημοσκοπικά στοιχεία είχε τίτλο «Ο ΣΥΡΙΖΑ σύντομα στην αντιπολίτευση;». Αλλά και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πρόσφατα μάλιστα, δήλωσε ότι η Ν.Δ. είναι έτοιμη να αντικαταστήσει την ανίκανη, όπως τη χαρακτήρισε, κυβέρνηση.
ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Το προς τα πού θα οδεύσει η πολιτική ζωή της χώρας θα κριθεί τις επόμενες εβδομάδες, καθώς η πίεση της κοινωνίας θα είναι αυξημένη, με τις επιβαρύνσεις να αναγκάζουν τους πολίτες να είναι συνεχώς με το χέρι στην τσέπη. Ανεξαρτήτως, πάντως, των εξελίξεων στις οποίες μπορεί να οδηγήσει η εξάντληση των αντοχών της κυβέρνησης, ο κ. Τσίπρας μπορεί να παρακάμψει το ζήτημα των εκλογών, αν δεν τις επιθυμεί. Αν, λ.χ., ο κ. Καμμένος αποφάσιζε να άρει την εμπιστοσύνη του προς την κυβέρνηση, υπήρξαν ήδη κόμματα, όπως το «Ποτάμι» και το ΠΑΣΟΚ, που με σχετικές ανακοινώσεις τους και υποβαθμίζοντας το ζήτημα Μουζάλα ουσιαστικά άφησαν ανοικτή την πόρτα για υποκατάσταση της σημερινής κυβερνητικής συμμαχίας με μια άλλη, στην οποία θα συμμετείχαν. Πάντοτε, δε, πρόθυμη παραμένει η Ενωση Κεντρώων, ο αρχηγός της οποίας πολλές φορές μοιάζει να λέει αυτά που δεν μπορεί να πει ο κ. Τσίπρας.
Ενα εύλογο ερώτημα που προκλήθηκε στους πολιτικούς κύκλους από τη σύγκρουση Καμμένου-Μουζάλα είναι αν δημιουργήθηκε συγχρόνως μια ευκαιρία που πιθανώς να συνέφερε και τους δύο κυβερνητικούς εταίρους. Για τον μεν κ. Τσίπρα να απαλλαγεί από τον κ. Καμμένο, καθώς ελάχιστοι μέσα στο κόμμα του είναι ικανοποιημένοι με την παρά φύσιν πολιτική αυτή σύμπλευση. Για τον δε αρχηγό των ΑΝ.ΕΛ. να απαλλαγεί από το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται η εφαρμογή των μέτρων, δεδομένου μάλιστα ότι το κόμμα του θέλει να εμφανίζεται, έστω και ανεπιτυχώς, ως εκφραστής της λαϊκής Δεξιάς. Καθόλου, δε, δεν πρέπει να παραγνωριστεί η χρονική στιγμή κατά την οποία έδειξε την αδιαλλαξία του ο κ. Καμμένος, αφού ο κ. Μουζάλας και πέρυσι τον Οκτώβριο είχε αποκαλέσει τα Σκόπια «Μακεδονία», χωρίς τότε να αντιδράσει ο υπουργός Αμυνας, όταν μάλιστα το ίδιο λάθος είχε γίνει παραμονές εθνικής επετείου. Επιπλέον, αποκαλύπτεται ότι στην πρόσφατη συνάντηση Τσίπρα και Ολάντ στο Παρίσι στην κοινή έγγραφη δήλωσή τους τα Σκόπια αναφέρονται ως «Μακεδονία»!
Ασφαλώς, δε, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη η νέα αποστροφή Λεβέντη, ο οποίος, με αφορμή το θέμα Μουζάλα, θεώρησε ότι αποτελεί ένα «σικέ σχέδιο διαφωνίας». Από την άλλη πλευρά, και στην περίπτωση που θα είχε στο μυαλό του έναν εκλογικό αιφνιδιασμό, ο Αλέξης Τσίπρας θα επιχειρούσε προηγουμένως, σύμφωνα με σχετικές πληροφορίες και εισηγήσεις που έχει δεχθεί, μια ενδιάμεση καταμέτρηση της απήχησής του στην κοινωνία. Και αυτό διότι γνωρίζει τα αρνητικά αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων. Αυτή η ενδιάμεση «πολιτική πρωτοβουλία» θα ήταν μια δημοψηφισματικού χαρακτήρα προσφυγή στον λαό, με ερώτημα αναφορικά με ένα από τα επίκαιρα σημερινά ζητήματα. Λ.χ., για το Προσφυγικό ή τον εκλογικό νόμο, αφού η σκέψη είναι να καθιερωθεί ένα αναλογικότερο σύστημα για τη λαϊκή εκπροσώπηση.
Στον ΣΥΡΙΖΑ κάνουν υπολογισμούς
Tο κρίσιμο ερώτημα σήμερα είναι ποιον συμφέρει μια νέα εκλογική αναμέτρηση και ποια κόμματα θα πρέπει να τη φοβούνται. Μπορεί η εκτίμηση του προέδρου της Ενώσεως Κεντρώων περί του χρόνου των εκλογών, με αφορμή το θέμα Μουζάλα, να είναι τυχαία και να συνιστά «πολιτικό καιροσκοπισμό», πλην όμως συντηρεί την εκλογολογία και στα ΜΜΕ, αλλά και στον πολιτικό κόσμο. Είπε ερωτηθείς σχετικά ο κ. Λεβέντης: «Ο Τσίπρας απειλεί -διέρρευσε μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ- τους βουλευτές του, αν δεν ψηφίσουν το Ασφαλιστικό, με εκλογές την Κυριακή του Θωμά».
«Για αυτό», πρόσθεσε, «εγώ είπα ότι ο Καμμένος απείλησε κ.λπ., επειδή δημοσκοπικά καταρρέει. Μήπως ήθελε να φύγει για να σώσει τον εαυτό του; Μήπως γνωρίζοντας το σχέδιο Τσίπρα για εκλογές, ενημερωμένος από τον Τσίπρα ότι πάμε για εκλογές;». Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, υπό μία έννοια, μπορεί να θεωρεί ότι τη συμφέρουν οι εκλογές, υπό το πρίσμα της προϊούσας φθοράς της, η οποία μπορεί να μειώσει, με την πάροδο του χρόνου, ακόμη περισσότερο την απήχησή της στην κοινωνία και τα ποσοστά της. Με άλλα λόγια, μια προσφυγή στις κάλπες θα είχε ως αποτέλεσμα να συγκρατήσει σε κάποιο υποφερτό ποσοστό την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο θα ήταν ενδεχομένως μια καλή βάση για την επάνοδό του στην εξουσία. Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι μια προσφυγή στις κάλπες, στην περίπτωση που ισχύουν οι εκτιμήσεις για τον χρόνο τους, θα έχει το μειονέκτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι ήδη θα έχουν εφαρμοστεί τα νέα εισπρακτικά μέτρα, τα οποία ήδη επιβαρύνουν τους πολίτες υπέρμετρα. Και αυτό θα επηρεάσει την εκλογική κρίση τους σε βάρος της κυβέρνησης. Στο σημείο, δε, αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι στην περίπτωση τόσο του δημοψηφίσματος όσο και των εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου, μπορεί μεν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να είχε περάσει από τη Βουλή τα επώδυνα μέτρα, πλην όμως δεν είχε αρχίσει η εισπρακτική εφαρμογή τους.
Η ετοιμότητα της Ν.Δ. και το ρίσκο
Η Ν.Δ. διά στόματος Κ. Μητσοτάκη υποστηρίζει ότι είναι έτοιμη για εκλογές. Πόσο έτοιμη είναι, όμως; Υπάρχει μια διαφορά μεταξύ ετοιμότητας και απήχησης στην κοινωνία. Ασφαλώς και η εκλογή ενός νέου προσώπου στην αρχηγία της Ν.Δ. δημιούργησε προσδοκίες στους πολίτες, καθώς άρχισαν να βλέπουν ως εναλλακτική λύση το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, από εκεί που θεωρούσαν ότι δεν υπήρχε αξιόπιστη διάδοχος κατάσταση. Το ερώτημα είναι αν αυτή η ευφορία διατηρείται. Μπορεί σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις να καταγράφεται πρωτιά της Ν.Δ. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και αυτό να αποτυπώνεται και στην παράσταση νίκης, όμως προκύπτουν τα εξής ζητήματα, που θέτουν εν αμφιβόλω την όποια προθυμία για μια εκλογική αναμέτρηση. Πρώτον, δεν είναι βέβαιο ότι η Ν.Δ. θα μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό σε σχέση με την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κακό για τη Ν.Δ. είναι ότι αυτή η εκτίμηση γίνεται πεποίθηση και στον περισσότερο κόσμο. Και αυτό είναι ένα μειονέκτημα. Δεύτερον, υπό τις σημερινές συνθήκες, ένα εκλογικό αποτέλεσμα, ακόμη και οριακό να μην είναι, δεν πρόκειται ασφαλώς να εξασφαλίσει αυτοδυναμία, αλλά αντιθέτως θα χρειαστεί να συγκροτηθεί μια κυβέρνηση, ενδεχομένως και τριών κομμάτων. Το ζήτημα είναι με ποιο κόμμα θα καλείτο να σχηματίσει την απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία η Ν.Δ. Οι ενδείξεις και οι αριθμοί δείχνουν ότι, χωρίς ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, αυτή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θα επιτευχθεί. Ομως, θα συνέφερε τη Ν.Δ. να επιμερισθεί το κόστος μιας εξίσου σκληρής διακυβέρνησης, από πλευράς μέτρων, με τη σημερινή, όταν μάλιστα θα εκαλείτο να συγκυβερνήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ; Αντιθέτως, ως αντιπολίτευση θα μπορεί να ασκεί κριτική στα κυβερνητικά πεπραγμένα και να κερδίζει πόντους έναντι της κυβέρνησης, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι τα μέτρα που είναι υποχρεωμένη η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να παίρνει δυσαρεστούν την κοινωνία.
Το μέλλον των πέντε μικρών
Τα μικρότερα κόμματα δεν θα ήσαν ιδιαίτερα ευτυχή με έναν εκλογικό αιφνιδιασμό. Οπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις μέχρι σήμερα, η όποια απομάκρυνση των ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο ενισχύει τους αναποφάσιστους, την αποχή και τη λευκή ψήφο, παρά τα κόμματα. Αντιθέτως, όπως υπολογίζουν οι δημοσκόποι:
-Λόγω του Προσφυγικού, έχει πολύ μεγάλες πιθανότητες να ενισχυθεί η Χρυσή Αυγή.
- Το «Ποτάμι» σταδιακώς απαξιώνεται, έχοντας διαψεύσει τις προσδοκίες, όταν ιδρύθηκε, ότι θα μπορούσε να αποτελέσει είτε το υποκατάστατο του ΠΑΣΟΚ είτε τη βάση για μια νέα Κεντροαριστερά. Κατά συνέπεια, σε μια εκλογική αναμέτρηση, άμεσα, το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη θα βρισκόταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
-Το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να είναι ο πρωταγωνιστής της ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς, αλλά με περιορισμένη απήχηση. Η κοινωνία παραμένει επιφυλακτική και το γεγονός ότι υπάρχουν εσωτερικές αντιπαλότητες, με τον Ευάγγελο Βενιζέλο να είναι αποστασιοποιημένος, αλλά και την κ. Γεννηματά να τον κρατάει σε απόσταση, ενισχύει την επιφυλακτικότητα αυτή. Ερώτημα είναι αν η περίπτωση Παπανδρέου θα μπορούσε να είναι κέρδος για το σημερινό ΠΑΣΟΚ, σε περίπτωση που εντασσόταν και πάλι σε αυτό, ή η ζημιά θα ήταν μεγάλη. Πολιτικοί αναλυτές, πάντως, εκτιμούσαν ότι η αιφνίδια παρέμβαση του κ. Κώστα Σημίτη, με αφορμή τη Σύνοδο για το Προσφυγικό και την πιθανότητα να πέσει η Ελλάδα σε τουρκική παγίδα, αποσκοπούσε στο να δείξει ότι η σοσιαλιστική πλευρά του πολιτικού συστήματος είναι παρούσα.
Και κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να καταδειχθεί παρά μόνο με την παρέμβαση ενός προσώπου που θα προερχόταν από αυτόν τον χώρο και με το κύρος μιας οκταετούς πρωθυπουργικής θητείας. Συμπερασματικά, αν υπήρχαν για το ΠΑΣΟΚ εκλογικά κέρδη, θα ήσαν μικρά, στην κατάσταση που είναι σήμερα το συγκεκριμένο κόμμα.
-Οσον αφορά τους Ανεξάρτητους Ελληνες, μολονότι έχουν διαψεύσει τις δημοσκοπήσεις, δεν είναι βέβαιο ότι σε νέες εκλογές θα τρίτωνε το... καλό. Αν λάβουμε υπ’ όψιν την περίπτωση της ΔΗ.ΜΑΡ., θα μπορούσε να πει κανείς ότι η θέση ή μη στην κυβέρνηση των ΑΝ.ΕΛ., μετά την υπόθεση Μουζάλα, μπορεί να καθορίσει το εκλογικό μέλλον της.
-Η Ενωση Κεντρώων, ενώ δείχνει δημοσκοπική σταθερότητα, δεν είναι βέβαιο ότι σε τυχόν προσεχείς εκλογές μπορεί να κατορθώσει κάτι καλύτερο. Και για τον Βασίλη Λεβέντη οι εκλογές έχουν ρίσκο, για τον λόγο επίσης ότι ενδεχομένως η… ψήφος διαμαρτυρίας συνολικώς προς το πολιτικό σύστημα μπορεί να μην επαναληφθεί. Ειδικώς όταν θα έχουμε ένταση της πόλωσης μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ.