Του Γιώργου Κατσίγιαννη - Εφημερίδα Παραπολιτικά

Σχέδιο τεχνητής αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού της χώρας μέσα από μελετημένες αλλαγές στην εκλογική νομοθεσία απεργάζεται το επιτελείο του πρωθυπουργού, αξιοποιώντας στον μέγιστο βαθμό και τα ανομοιογενή κομματικά συμφέροντα των δυνάμεων της αντιπολίτευσης.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, στο συρτάρι του Μεγάρου Μαξίμου βρίσκονται «εναλλακτικά σχέδια προτάσεων» για τις αλλαγές στον εκλογικό νόμο, με κύριο όμως χαρακτηριστικό να είναι προσαρμόσιμα στην πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, στην πορεία προς τις επόμενες εθνικές κάλπες, και συνάμα να κατοχυρώνουν την παρουσία του στη διακυβέρνηση της χώρας. Σε γενικές γραμμές, η νομοθετική πρωτοβουλία του Μαξίμου, που βρίσκεται προ των θυρών, θα κινείται στο πνεύμα των αρχών και των θέσεων της Κουμουνδούρου, όπως αυτές έχουν καταγραφεί στο τελευταίο συνέδριό της, στα ντοκουμέντα του οποίου αναφέρεται:

«Καθιερώνεται ως πάγιο εκλογικό σύστημα διεξαγωγής όλων των εκλογικών αναμετρήσεων (Βουλή, Ευρωβουλή, Αυτοδιοίκηση) η απλή αναλογική. Ειδικότερα για τις βουλευτικές εκλογές, η απλή αναλογική εφαρμόζεται σε κατά το δυνατόν πιο ισόρροπες πληθυσμιακά εκλογικές περιφέρειες (καταργούνται οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες, όπως η Β’ Αθηνών). Καταργείται το εκλογικό όριο για την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ενός κόμματος (σ.σ. σήμερα είναι το 3%). Καταργούνται οι βουλευτές Επικρατείας».

Η θέσπιση της απλής αναλογικής αποτελεί διαχρονικό αίτημα όλων των δυνάμεων της Αριστεράς, συμπεριλαμβανομένου του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, καθώς και άλλων πολιτικών σχηματισμών με κοινοβουλευτική παρουσία σήμερα, όπως της Ενωσης Κεντρώων και της Χρυσής Αυγής.  

Από το Μέγαρο Μαξίμου εκπέμπεται η αισιοδοξία ότι η καθιέρωση ενός εκλογικού συστήματος με αναλογική εκπροσώπηση των κομμάτων θα τύχει ευρύτατης αποδοχής από την παρούσα Βουλή και για πρώτη φορά θα οδηγήσει ακόμη και τον Περισσό να δώσει θετική ψήφο στη νομοθετική πρωτοβουλία μιας κυβέρνησης. Να υπενθυμίσουμε ότι οι κυοφορούμενες αλλαγές στον εκλογικό νόμο προς την κατεύθυνση της απλής αναλογικής είχαν συζητηθεί εκτενώς στην πολύωρη συνάντηση που είχε πριν από μερικούς μήνες στο Μέγαρο Μαξίμου ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας με τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπα.  

ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ. Η καθιέρωση της απλής αναλογικής σε συνδυασμό με τις επιμέρους ρυθμίσεις που επεξεργάζεται το επιτελείο του πρωθυπουργού, σε συνεννόηση με τον υπουργό Εσωτερικών, Π. Κουρουμπλή, αναμένεται να λειτουργήσει δελεαστικά για να εισέλθουν στον πειρασμό της υπερψήφισης του επίμαχου νομοθετήματος και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης. Για παράδειγμα, η Ενωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη, σίγουρα οι Ανεξάρτητοι Ελληνες του Π. Καμμένου, οι οποίοι δημοσκοπικά βρίσκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, το ίδιο και το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη, αλλά και το ΠΑΣΟΚ της Φ. Γεννηματά - που δεν είναι βέβαιο ότι μέσα από τις πρωτοβουλίες για επανένωση των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς μπορεί να πετύχει τη συγκρότηση του περίφημου τρίτου πόλου.

Στον σχεδιασμό του Μεγάρου Μαξίμου εξετάζεται επίσης η κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα. Το προνόμιο της «κοινοβουλευτικής ενίσχυσης» που απολάμβανε τα προηγούμενα χρόνια όποιο κόμμα ερχόταν πρώτο στις εθνικές εκλογές θα μειωθεί από τις πενήντα έδρες στις είκοσι.  

Το πολιτικό τέχνασμα που έχουν επινοήσει οι «εκλογικοί μάγειρες» του Μαξίμου κρύβεται στη «μοιρασιά» των υπόλοιπων τριάντα εδρών, καθώς θα προβλέπεται ότι αυτές θα πηγαίνουν στην πριμοδότηση συνασπισμών κομμάτων. Χωρίς να έχουν ξεκαθαρίσει οι τεχνικές λεπτομέρειες, το πολιτικό σκεπτικό αυτής της αλλαγής βασίζεται, αφενός μεν, στο ότι η αυτοδυναμία είναι ανέφικτος στόχος, αφετέρου δε, στην πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ -που διόλου τυχαία δεν προβάρει το κοστούμι της Σοσιαλδημοκρατίας- έχει πολλαπλάσιες πιθανότητες από τη Ν.Δ. να διακηρύξει προεκλογικά τη συνεργασία του με άλλους σχηματισμούς, καθώς «αθροιστικά» οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς υπερτερούν των αντίστοιχων της Κεντροδεξιάς.

Εφόσον λοιπόν οι τριάντα έδρες θα κατανέμονται αναλογικά υπέρ των κομμάτων που θα έχουν κατέλθει στον εκλογικό στίβο ως «συνασπισμός», διατηρώντας την οργανωτική τους αυτοτέλεια, ενδεχομένως και υπό τον όρο να έχουν δεσμευτεί να συγκυβερνήσουν αν χρειαστεί με αυτούς που «συμμάχησαν» -που, αντικειμενικά, θα είναι ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα-, τότε μπορεί να συμβεί το εξής παράδοξο: Η Νέα Δημοκρατία να είναι μεν πρώτο κόμμα στις κάλπες, αλλά, ελλείψει «συμμάχων» από τα κεντροδεξιά της ή, στην καλύτερη εκδοχή, με τη στήριξη του Ποταμιού, να μην μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση με 151 βουλευτές.

Σε αντίθεση με τον Αλ. Τσίπρα, που θα έχει έρθει δεύτερος, αλλά θα του προσφέρεται με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας η δυνατότητα να «εξασφαλίσει» με τη σύμφωνη γνώμη των δυνάμεων της «πληθυντικής» Κεντροαριστεράς, αλλά και των ΑΝ.ΕΛ. του Π. Καμμένου, τη δεδηλωμένη για συγκρότηση κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Στη λογική της «αποδυνάμωσης» της Ν.Δ. διά του δημιουργικού κατακερματισμού του πολιτικού χάρτη της χώρας εντάσσεται και η πρόταση για μείωση του ορίου εισόδου στη Βουλή σε άκρως δελεαστικά επίπεδα για όσους διεκδικούν παρουσία στην επόμενη εθνική αντιπροσωπία.

Δηλαδή, από την κατάκτηση του πήχη 3% του εκλογικού σώματος που ισχύει σήμερα για να εξασφαλίσει ένας πολιτικός σχηματισμός την αυτόνομη παρουσία του στο Κοινοβούλιο να οδηγηθούμε σε επίπεδα μεταξύ 2% και 2,5%. Είναι προφανές ότι μια τέτοια ρύθμιση καθιστά εξωπραγματική τη στόχευση της Ν.Δ. να κερδίσει τις επόμενες εκλογές με όρους «αυτοδύναμης» κοινοβουλευτικής κυριαρχίας. Επίσης, λειτουργεί αποτρεπτικά στην ευόδωση των πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ για επανένωση των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς, με στόχο τη συγκρότηση του τρίτου πόλου. Με απλά λόγια, το επιτελείο του πρωθυπουργού σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τη μείωση του ορίου εισόδου στη Βουλή ως όπλο, αφενός μεν, για να εμποδίσει τη Νέα Δημοκρατία να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, με τη βεβαιότητα ότι θα σχηματίσει κυβέρνηση, αφετέρου δε, για να την παροπλίσει σε επίπεδο συμμαχιών ή προσεταιρισμού άλλων πολιτικών κινήσεων, εντός και εκτός Βουλής.

Σε ποιους ανοίγει τώρα την όρεξη

Είναι προφανές ότι διά της ρύθμισης της μείωσης του ορίου εισόδου στη Βουλή και σε συνδυασμό με την άλλη, που αφορά στο κίνητρο της μοιρασιάς εδρών σε συνασπισμούς κομμάτων, το Μέγαρο Μαξίμου θα επιδιώξει να εγκλωβίσει δελεαστικά και τις μικρότερες πολιτικές κοινοβουλευτικές δυνάμεις. Επίσης, η αναδιάταξη της πολιτικής και κομματικής χωροταξίας της χώρας τεχνηέντως, μέσα από τις αλλαγές στον εκλογικό νόμο, εξυπηρετεί τις ηγεσίες πολιτικών σχηματισμών που βρίσκονται εκτός Κοινοβουλίου και πλέον θα τους δοθεί η ευκαιρία να διεκδικήσουν με μεγαλύτερες αξιώσεις κοινοβουλευτική παρουσία.

Ανάμεσα σε αυτούς που θα ήθελαν να χαμηλώσει θεαματικά, δηλαδή στα επίπεδα του 2% έως 2,5%, το όριο εισόδου στη Βουλή είναι ο πρόεδρος του ΚΙΔΗΣΟ, Γ. Παπανδρέου, η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζ. Κωνσταντοπούλου, η ηγεσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η Λαϊκή Ενότητα του Π. Λαφαζάνη. Απομένει να αποδειχθεί εάν από αυτή την εξέλιξη θα «ανοίξει η όρεξη» σε στελέχη της Κεντροδεξιάς να δημιουργήσουν νέα κόμματα, στερώντας ψήφους από την εκλογική δεξαμενή της Νέας Δημοκρατίας.

Δημοψήφισμα για  την καθιέρωσή του

Ο πρωθυπουργός έχει δεχτεί εισηγήσεις ώστε το σύνολο των αλλαγών στην εκλογική νομοθεσία να μην τεθεί μόνο σε δημόσια διαβούλευση, αλλά και να αξιολογηθεί από το εκλογικό σώμα μέσα από τη διαδικασία του δημοψηφίσματος. Κυβερνητικοί παράγοντες που στηρίζουν μια τέτοια απόφαση εκτιμούν ότι θα απαιτηθεί χρόνος για να τεθεί στην κρίση του λαού η πρόταση της κυβέρνησης για αλλαγές στο εκλογικό σύστημα, προσδιορίζοντας τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος το φθινόπωρο. Σημειώνουν, δε, ότι θα πρέπει να έχει προηγηθεί εξαντλητική ενημέρωση των πολιτών και να έχει δοθεί ταυτόχρονα η δυνατότητα στα υπόλοιπα κόμματα να παρουσιάσουν τις δικές τους θέσεις.  Πάντως, η διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τις αλλαγές στην εκλογική νομοθεσία θα βοηθήσει την κυβέρνηση να «μετρήσει» και την απήχησή της στο εκλογικό σώμα. Θα είναι δηλαδή μια άτυπη εκλογική πρόβα πριν από τις επίσημες εθνικές κάλπες.