Για τρεις τομείς που προσδιορίζουν τον όρο της «δίκαιης ανάπτυξης» κάνει λόγο ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος σε συνέντευξή του στην Αυγή της Κυριακής.

Αυτοί είναι:

α) η δίκαιη (ανα)διανομή της αξίας που προκύπτει από την παραγωγή, όπως συλλογικές συμβάσεις, ρύθμιση της εργασίας και νέες μορφές συνεργατικής/συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας.

β)η χωρική - περιβαλλοντική δικαιοσύνη, δηλαδή οι επιβαρύνσεις και τα οφέλη της ανάπτυξης να μοιράζονται γεωγραφικά και χωρικά ισότιμα και ισορροπημένα και

γ) η δικαιοσύνη στη λήψη αποφάσεων, μέσω συνεννόησης και κοινών αποφάσεων της κεντρικής κυβέρνησης με την τοπική αυτοδιοίκηση, τους επίσημους φορείς των παραγωγικών ομάδων και κυρίως όσους δεν εκπροσωπούνται στις επίσημες διαδικασίες.

Ο κ. Τσακαλώτος επισημαίνει την ανάγκη να έχει η κυβέρνηση ένα πρόγραμμα «ιεραρχημένο και χρονικά προσδιορισμένο που να το υπηρετεί κάθε υπουργείο με καθορισμένες τις προτεραιότητες». Σημειώνει ότι κατανοεί την αγωνία των υπουργείων να βάλουν τάξη στο χάος, να αλλάξουν δομές και νοοτροπίες «μόνο που αυτό δεν μπορεί να γίνεται ασυντόνιστα με τα άλλα συναρμόδια υπουργεία και, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι σε αρμονία με το κυβερνητικό πρόγραμμα». Σύμφωνα με τον ίδιο, για τον καλύτερο συντονισμό της κυβερνητικής λειτουργίας δεν απαιτούνται νέα πολιτικά και συντονιστικά κέντρα, «αλλά να λειτουργήσουν αποφασιστικά, με την έννοια της απόφασης και της δέσμευση, τα υφιστάμενα».
Σχολιάζοντας το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία, τονίζει ότι «είναι ακόμα μια στιγμή ανυπακοής των πληβείων απέναντι στις ελίτ της χώρας και των Βρυξελλών». Διαπιστώνει, ωστόσο, ότι η Αριστερά δεν κατάφερε να πολιτικοποιήσει αυτή τη διαμαρτυρία, την οποία, «οικειοποιήθηκε η Ακροδεξιά, μετατρέποντάς τη σε αντιμεταναστευτική και ρατσιστική επιχειρηματολογία».
Υπογραμμίζει τέλος τη σημασία νε εκπονηθεί ένας σχεδιασμός με πέντε ή έξι μεγάλα νομοσχέδια του παράλληλου προγράμματος μέχρι το Πάσχα, προσθέτοντας ότι «η διαπραγματευτική ομάδα οφείλει έτσι κι' αλλιώς να αναζητήσει λιγότερη και ποιοτικότερη επιτήρηση μέχρι το τέλος του προγράμματος».