Οι δεκαέξι προτάσεις του ΚΙΔΗΣΟ για τη Συνταγματική Αναθεώρηση
<p>Ποιες είναι οι προτάσεις που καταθέτει το κόμμα του Γιώργου Παπανδρέου</p>
Το ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου, έδωσε στη δημοσιότητα, τις δικές του προτάσεις που αφορούν τη Συνταγματική Αναθέωρηση. Μεταξύ άλλων στα αξιοσημείωτα είναι η πρόταση που καταθέτει για την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας, για την κατάργηση των συνταγματικών προνομίων των βουλευτών και των υπουργών ως προς την ποινική τους αντιμετώπιση, για την επιλογή των Ανεξάρτητων Αρχών, για την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, καθώς και για τη Διάλυση της Βουλής.
Αναλυτικότερα
«Διαδικασία - Πλαίσιο
Η Συνταγματική Αναθεώρηση αποτελεί μια κατεξοχήν συναινετική διαδικασία.
Το Σύνταγμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να εκφράζει συγκυριακές πλειοψηφίες. Αντιθέτως, αποτυπώνει και αναδεικνύει ένα πλαίσιο κοινών αξιών και κανόνων.
Αξιών που, υπερασπιζόμαστε συλλογικά.
Αξιών που,
Μας καθοδηγούν για να υπηρετήσουμε το δημόσιο καλό,
Αποτελούν πυξίδα για την διαχρονική προστασία και προώθηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των πολιτών,
Ενισχύουν τη συλλογική μας ικανότητα να αντιμετωπίσουμε αναδυόμενες σύγχρονες προκλήσεις.
Επιβάλλεται, λοιπόν, μεταξύ των κομμάτων να αναζητηθούν και να ανευρεθούν οι περισσότεροι κοινοί τόποι, πράγμα που σημαίνει ότι, οφείλουμε να αποφύγουμε τόσο τον συνταγματικό λαϊκισμό όσο και τον συνταγματικό πατριωτισμό.
O χρόνος που κύλησε από την τελευταία ουσιώδη Συνταγματική Αναθεώρηση το 2001 και, κυρίως, η εκδήλωση της κρίσης μετά το 2009, οδήγησαν σε ασφαλή συμπεράσματα για τις αναγκαίες αλλαγές του Συντάγματος, καθώς και για την αντοχή πολλών διατάξεών του.
Στη διάρκεια της κρίσης πολλοί επιχείρησαν να καταστρατηγήσουν διατάξεις του Συντάγματος, άλλοτε απροσχημάτιστα και άλλοτε με καινοφανείς ερμηνείες.
Σε αρκετές περιπτώσεις το κατάφεραν.
Καλό είναι να ληφθεί αυτό υπόψη κατά το Αναθεωρητικό εγχείρημα, ώστε πιθανές μελλοντικές απόπειρες προσβολής του Συντάγματος να καταστούν δυσχερέστερες.
Κάθε Σύνταγμα, από μόνο του, δεν μπορεί να εγγυηθεί την προστασία των δημοκρατικών αρχών. Απαιτείται διαχρονικά να εμπεδώνονται αυτές οι αξίες στις καθημερινές πρακτικές στον πολιτικό βίο και τη διακυβέρνηση της χώρας, στον πολιτικό πολιτισμό των κομμάτων, καθώς και στη δια βίου εκπαίδευση του πολίτη.
Η δε δημοκρατική παιδεία του πολίτη, πρέπει να αντανακλάται στο περιεχόμενο και τις πρακτικές του εκπαιδευτικού μας συστήματος, αλλά και στις υποχρεώσεις, τα δικαιώματα και τη συμμετοχή του πολίτη σε όλα τα θέματα που τον αφορούν.
Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνουμε τις ακόλουθες κατευθυντήριες αρχές για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
1. Σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας
Πρέπει να είναι σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού, στηριζόμενες σε απολύτως διακριτούς ρόλους. Η αναγνώριση της ιδιαίτερης συμβολής της Ορθοδοξίας στην εθνική μας πορεία και ιδιοπροσωπία πρέπει να συνοδεύεται από την αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους.
2. Εκπαίδευση
Η εκπαίδευση στην Ελλάδα απαιτείται να υπηρετεί την ανάδειξη και εμπέδωση διαχρονικών δημοκρατικών αξιών και πρακτικών, την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης, τη συλλογική υπεράσπιση του δημόσιου καλού, την κριτική, αναλυτική και συνθετική σκέψη, την οικουμενικότητα του ανθρωπισμού, καθώς και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το σεβασμό της διαφορετικότητας κάθε ατόμου αλλά και την καλλιέργεια της ειρηνικής συμβίωσης όλων - ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας, φύλλου, σεξουαλικής προτίμησης, ταξικής, εθνοτικής ή άλλης προέλευσης, πάντα προς όφελος όλων.
Η ελληνική παιδεία πρέπει να υπηρετεί την αρχή, «Έλληνας είναι ο μετέχων της ελληνικής παιδείας».
Η ελληνική παιδεία οργανώνεται ώστε να διαδοθούν οι δημοκρατικές αξίες και ο πολιτισμός του Ελληνισμού εντός της Ελλάδας, αλλά και διεθνώς.
Εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται από δημόσιους, κοινωνικούς, αυτοδιοικητικούς, συνεταιριστικούς, συνδικαλιστικούς, αυτοδιαχειριζόμενους ή ιδιωτικούς φορείς, σε όλα τα επίπεδά της.
Η εκπαίδευση εποπτεύεται από το κράτος μόνο στο κατά πόσο η παρεχόμενη εκπαιδευτική πρακτική και το περιεχόμενο συνάδουν με τις δημοκρατικές αξίες της πολιτείας.
Η επιστημονική και επαγγελματική εγκυρότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, αξιολογείται και πιστοποιείται σε συνεργασία με τους αντίστοιχους επιστημονικούς φορείς της χώρας και της ΕΕ.
Το δημόσιο εγγυάται το δικαίωμα πρόσβασης κάθε πολίτη σε όλα τα επίπεδα τυπικής εκπαίδευσης καθώς και στη δια βίου μάθηση.
Οι φορείς ή τα ιδρύματα που δεν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα και παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης, δεν φορολογούνται.
Φορείς που παρέχουν εκπαιδευτικές υπηρεσίες με κερδοσκοπικό χαρακτήρα, φορολογούνται.
3. Κατοχύρωση του αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης και καταπολέμηση της ανισότητας
Κατοχυρώνεται το αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, ώστε να δοθεί πιο συγκεκριμένο νόημα και πιο ουσιαστική προστασία στον σκληρό πυρήνα των πανταχόθεν βαλλόμενων κοινωνικών δικαιωμάτων και ειδικότερα από πιθανές δυσμενείς εξελίξεις στην παγκόσμια ή εθνική οικονομία, καθώς και στις τεχνολογικές εξελίξεις που θα επηρεάσουν τις μορφές απασχόλησης και την ύπαρξη θέσεων εργασίας.
Η οικονομική ανάπτυξη της χώρας απαιτείται να έχει χαρακτήρα σύγκλισης και καταπολέμησης των ανισοτήτων.
Στον προϋπολογισμό του κράτους απαιτείται - πέραν του ΑΕΠ, να συνυπολογίζεται η επίπτωση των αποφάσεων στην καταπολέμηση της ανισότητας, χρησιμοποιώντας το δείκτη Gini (Gini coefficient).
4. Παραχώρηση αρμοδιοτήτων και εθνικής κυριαρχίας.
Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί κοινός κανόνας ενισχυμένης πλειοψηφίας στις αποφάσεις της νομοθετικής εξουσίας, όταν αποφασίζεται εκχώρηση συνταγματικών αρμοδιοτήτων σε διεθνείς οργανισμούς ή περιορισμός στην άσκηση εθνικής κυριαρχίας.
5. Η δημοκρατική αρχή στη λειτουργία των κομμάτων και η διαφάνεια στη χρηματοδότησή τους.
Η δημοκρατική αρχή στην οργάνωση, τη λειτουργία και τη δράση των πολιτικών κομμάτων, καλό είναι να αναχθεί σε κανόνα συνταγματικής περιωπής, που θα συνοδεύει την ισχύουσα συνταγματική πρόνοια για την εξυπηρέτηση της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος από την οργάνωση και δράση των πολιτικών κομμάτων.
Τα κόμματα έχουν δικαίωμα στην κρατική χρηματοδότηση.
Ωστόσο, το πρόβλημα παραμένει στην ιδιωτική χρηματοδότησή τους, καθώς πολλές φορές οι πηγές της παραμένουν αδιαφανείς, με προφανή τον κίνδυνο αθέμιτων εξαρτήσεων.
Απαιτείται να αξιολογηθούν νέοι μέθοδοι που θα δημιουργούν κίνητρα για την διαφάνεια και θα συμβάλλουν στον έλεγχο της ιδιωτικής χρηματοδότησης, όπως για παράδειγμα, της αρχής ότι η κρατική χρηματοδότηση είναι ανάλογη της ιδιωτικής χρηματοδότησης. Με τον τρόπο αυτό τα κόμματα να έχουν κίνητρο να παρουσιάζουν όλο το εύρος της ιδιωτικής τους χρηματοδότησης.
6. Εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, μέσω της εξασφάλισης ενισχυμένων κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών ή με την άμεση εκλογή του, και να αποδεσμευτεί από τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών.
7. Μορφές άμεσης δημοκρατίας και δημοκρατικής συμμετοχής.
Οι πρόσφατη οικονομική κρίση είχε ως βασική αιτία τη δυσλειτουργία των πολιτικών μας θεσμών. Η πελατειακή διαχείριση, η ιδιοποίηση, η αυθαιρεσία και η σπατάλη του πλούτου του Ελληνικού λαού, συνέβαλλαν καθοριστικά στην υπερχρέωση της πολιτείας σε βάρος του Έλληνα πολίτη.
Είναι λοιπόν, αδήριτη ανάγκη η πολιτεία να ενισχύει θεσμούς που εγγυώνται βασικές αρχές της δημοκρατίας, όπως της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της αλληλεγγύης - ιδιαίτερα μεταξύ γενεών, της αξιοκρατίας, της διαβούλευσης, της πολυφωνίας, της βιώσιμης ανάπτυξης και του σεβασμού της ιστορικής κληρονομιάς.
Αναγκαία είναι η αναδιοργάνωση των δημοκρατικών θεσμών και του πολιτικού συστήματος.
Να σπάσουμε την εξάρτησή μας από το πελατειακό πολιτικό σύστημα και να μεταμορφώσουμε τη Δημοκρατία από μαραζωμένη διαμεσολάβηση στην εξουσία σε ουσιαστική αντιπροσώπευση σε μια σφύζουσα Δημοκρατία από άμεσες λαϊκές πρωτοβουλίες και κοινωνικό διάλογο.
Σημαντικό μέτρο θα ήταν, υπό αυτό το πρίσμα, ο εμπλουτισμός του αντιπροσωπευτικού συστήματος, με την λελογισμένη υιοθέτηση μορφών άμεσης δημοκρατίας, τόσο ως προς την λήψη των αποφάσεων (πχ. διεξαγωγή δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία), όσο και ως προς την άσκηση του νομοθετικού έργου (πχ. νομοθετική πρωτοβουλία ύστερα από πρόταση ικανού αριθμού πολιτών ή ύστερα από πρόταση φορέων με ισχυρή δημοκρατική νομιμοποίηση).
Τοπικά ή και περιφερειακά δημοψηφίσματα να υιοθετηθούν για θέματα που αφορούν σε αποφάσεις για τη συγκεκριμένη περιοχή.
Παράλληλα, δημοψηφίσματα δεν μπορούν να αμφισβητήσουν ή να ακυρώσουν βασικές αξίες του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως για παράδειγμα, της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή των δικαιωμάτων μειοψηφιών.
Η Δημοκρατία αποτελεί έργο πολιτών σε μόνιμη εξέλιξη. Απαιτείται να εμπλουτίζεται η εφαρμογή των αξιών της Δημοκρατίας με θεσμούς και πρακτικές που αντικατοπτρίζουν τη συλλογική γνώση της ανθρωπότητας, καθώς και τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Το διαδίκτυο πρέπει να αξιοποιηθεί με την δημιουργία ενός νέου πυλώνα της δημοκρατίας. Μια Αγορά (με την αρχαία της έννοια) ιδεών και προτάσεων, συνεχούς διαβούλευσης, σφυρηλάτησης συνθετικών προτάσεων, ανοιχτή σε κάθε πολίτη για τις πολιτικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες του κράτους, της κυβέρνησης, του κοινοβουλίου και της κοινωνίας των πολιτών.
Η «κλήρωση» για τη στελέχωση επιτροπών για διαβούλευση νομοθετικών προτάσεων ή αξιολόγηση προτάσεων, υιοθετείται.
Διασφαλίζεται ως δικαίωμα κάθε πολίτη η αποτελεσματική και ισότιμη πρόσβαση στο διαδίκτυο, στις πηγές «big data», καθώς και σε κάθε απόφαση της πολιτείας.
Δημόσιοι λειτουργοί υποχρεούνται να δημοσιοποιούν τα περιουσιακά τους στοιχεία στο διαδίκτυο.
Θεσπίζεται ένας τρίτος πυλώνας της οικονομίας, μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού, της κοινωνικής οικονομίας.
8. Επιτελική μορφή κράτους με παράλληλη ριζική αποκέντρωση εξουσιών και πόρων στην αυτοδιοίκηση
Ο συγκεντρωτισμός του Ελληνικού κράτους υπονόμευσε την ουσιαστική συμμετοχή του πολίτη, συνέβαλε καθοριστικά στην πελατειακή διαχείριση της περιουσίας του Ελληνικού λαού, στην ιδιοποίηση και νομή της εξουσίας καθώς και την εξάρτηση των πολιτών από μια αδιαφανή κεντρική εξουσία.
Απαιτείται να μεταμορφωθεί το κεντρικό κράτος σε επιτελικό κράτος και να μεταφερθούν ουσιαστικές εξουσίες και πόροι στην Αυτοδιοίκηση.
Φόροι επί των ακινήτων, πρέπει να είναι πόροι της Αυτοδιοίκησης. Παράλληλα, η κεντρική διοίκηση μεριμνά στην αντικειμενική και δίκαιη κατανομή σημαντικών πόρων στην Αυτοδιοίκηση, για την εξισορρόπηση των ανισοτήτων μεταξύ περιφερειών.
Ουσιαστικό ρόλο και λόγο απαιτείται να έχει η Αυτοδιοίκηση επί θεμάτων κοινωνικής πρόνοιας, υγείας, παιδείας, βιώσιμης ανάπτυξης, ένταξης μεταναστών, χωροταξικού σχεδιασμού.
9. Η θεσμική ισορροπία μεταξύ των εξουσιών
Η εμφάνιση για πρώτη φορά στη νεότερη πολιτική ιστορία ισχυρών μαζικών κομμάτων, μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και η αναγνώρισή τους από τη νέα συνταγματική τάξη ως θεμελιωδών υποκειμένων του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος, συνέβαλε στο να επιβληθούν μονολιθικά στη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων οι κομματικές πλειοψηφίες. Μέσω του ισχυρού κόμματος ενοποιήθηκαν και ταυτίστηκαν στόχοι και δράσεις κυβέρνησης και κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Το πολιτικό βάρος των κομματικών πλειοψηφιών υπήρξε πολλές φορές καταθλιπτικό, ακόμη και σε περιπτώσεις κοινωνικών και πολιτικών αδιεξόδων, η υπέρβαση των οποίων απαιτούσε μεγαλύτερη θεσμική ευελιξία και διαφορετικό πνεύμα στην αντιμετώπισή τους.
Επί πλέον, η Αναθεώρηση του Συντάγματος το 1985, πέραν άλλων επιτυχημένων λύσεων, επέφερε μια μονοσήμαντη ενίσχυση των εξουσιών της κυβέρνησης και ειδικότερα του πρωθυπουργού, καθιστώντας τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος συγκεντρωτική, λιγότερο διαφανή και κάποιες φορές λιγότερο δημοκρατική.
Είναι προφανές ότι, απαιτείται υπέρβαση των προβλημάτων αυτών.
Θέλουμε ένα πολιτικό σύστημα που λειτουργεί με διαφάνεια, είναι εφοδιασμένο με ισχυρούς μηχανισμούς εξισορρόπησης των εξουσιών μεταξύ τους και εδραιωμένο πάνω στην αυτονομία της πολιτικής.
Για την καλύτερη ισορροπία εντός και μεταξύ των εξουσιών, κρίνεται αναγκαία η αποκατάσταση του Προέδρου της Δημοκρατίας στο ρόλο του ρυθμιστή του πολιτεύματος, με την προσεκτική ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του.
Για την επιδίωξη του ίδιου σκοπού, κρίνεται σκόπιμο να εξεταστεί, στο πλαίσιο του δημοσίου διαλόγου, ο τρόπος εκλογής του, καθώς και η πιθανή αναδιάταξη της νομοθετικής εξουσίας, με τη λειτουργία δύο νομοθετικών σωμάτων - των οποίων ο συνολικός αριθμός των μελών δεν θα υπερβαίνει το σημερινό αριθμό βουλευτών, με επιδίωξη να ενισχυθούν οι εγγυήσεις ποιότητας και κύρους του νομοθετικού έργου, κυρίως, όμως, να αντιρροπηθεί η ασφυκτική συχνά ταύτιση κυβέρνησης και κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας (πχ. ιδιαίτερος ρόλος σε ορισμένες κρίσιμες μορφές του κοινοβουλευτικού ελέγχου, όπως οι εξεταστικές επιτροπές και η διαδικασία επιλογής υψηλόβαθμων δημοσίων λειτουργών).
Τέλος, προτείνεται η ενίσχυση των δικαιωμάτων της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας, ιδιαίτερα στον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας, της λογοδοσίας, της διαφάνειας και της αξιοκρατίας, χωρίς να υπονομεύεται η θέση της δημοκρατικά εκλεγμένης πλειοψηφίας.
10. Κατάργηση των συνταγματικών προνομίων των βουλευτών και των υπουργών ως προς την ποινική τους αντιμετώπιση
Ειδικότερα τροποποιείται το καθεστώς ασυλίας των βουλευτών και καταργείται η ειδική αποσβεστική προθεσμία για τα υπουργικά αδικήματα.
11. Η ενίσχυση της ανεξαρτησίας και της αποτελεσματικής λειτουργίας της Δικαιοσύνης
Προτείνεται η αλλαγή του τρόπου επιλογής της ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας.
Η επιλογή δικαστικών λειτουργών για την ηγεσία της Δικαιοσύνης δεν μπορεί να είναι αποκλειστικό προνόμιο της εκάστοτε κυβέρνησης.
Πρέπει να αποκτήσει πιο δημοκρατικά και διαφανή χαρακτηριστικά, που ενισχύουν τις εγγυήσεις ανεξαρτησίας της.
Προτείνεται, επί πλέον, να αλλάξει η επιθεώρηση, η αξιολόγηση και ο πειθαρχικός έλεγχος των δικαστικών λειτουργών.
Προς την κατεύθυνση αυτή, χρήσιμο θα ήταν να εξετασθεί η μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων αυτών σε επιτελικές και αυτοτελείς δικαστικές μονάδες.
12. Η επιλογή των Ανεξαρτήτων Αρχών.
Η επιλογή των προσώπων που στελεχώνουν τις Ανεξάρτητες Αρχές πρέπει να γίνεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, από κατάλογο υποψηφίων που συντάσσεται με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση.
13.Ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Καθιερώνεται Συνταγματικό Δικαστήριο για τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων, αλλά και για να αντιμετωπισθεί με τον πλέον πρόσφορο θεσμικά τρόπο το ζήτημα της απαγόρευσης της λειτουργίας κομμάτων που επιδιώκουν έμπρακτα την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Περαιτέρω, το Συνταγματικό Δικαστήριο θα αναλάβει τον έλεγχο του κύρους των εκλογών, τον έλεγχο του κύρους των δημοψηφισμάτων και τον έλεγχο συνταγματικότητας των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, για να μην επαναληφθούν αρνητικά φαινόμενα του πρόσφατου παρελθόντος.
14. Πρόωρη διάλυση της Βουλής.
Σε περίπτωση πρόωρης διάλυσης της Βουλής, σύμφωνα με το άρθρο 41 παρ.2, προκειμένου, δηλαδή, να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας, η θητεία της νέας Βουλής και της κυβέρνησης που θα προκύψει από αυτήν είναι για το υπόλοιπο της θητείας της προηγούμενης.
Με αυτό τον τρόπο ενισχύονται οι πιθανότητες εξάντλησης της τετραετίας, αντί των συχνών και κομματικά σκόπιμων εκλογικών αναμετρήσεων.
15. Βιώσιμη ανάπτυξη και η αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών
Προκειμένου να προστατέψουν το γενικό συμφέρον, το κράτος και η αυτοδιοίκηση πρέπει να προγραμματίζουν και να συντονίζουν την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα στη Χώρα, έχοντας ως θεμελιώδες κριτήριο στην άσκηση του έργου τους την επιδίωξη βιώσιμης ανάπτυξης. Να σχεδιάζουν τις μορφές οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας που αντιμετωπίζουν το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, αξιοποιώντας και προστατεύοντας το φυσικό και πολιτιστικό πλούτο της χώρας.
Στο πλαίσιο αυτό,
Στην έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης συγκαταλέγεται και η εξασφάλιση της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών καθώς και η καταπολέμηση των ανισοτήτων και της φτώχειας.
Τίποτα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανήκει αποκλειστικά σε κάποια γενεά.
Οι δημόσιες γαίες δεν πωλούνται, παρά μόνον παραχωρούνται με συγκεκριμένους κανόνες και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
16. Άσκηση εκλογικού δικαιώματος για τους εκλογείς του εξωτερικού.
Προτείνεται να αναθεωρηθούν οι προϋποθέσεις για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που διαμένουν ή απασχολούνται στην Ευρώπη, ώστε να διευκολυνθούν στην άσκηση του δικαιώματός τους, με επιστολική ψήφο ή άλλο πρόσφορο μέσο.