"Ο αρχιτέκτονας της νέας διαπλοκής κ. Παππάς είναι εξ ορισμού ακατάλληλος για να κάνει υποδείξεις στον οποιονδήποτε" αναφέρει σε ανακοίνωση που εξέδωσε η ΝΔ προκειμένου να απαντήσει στη συνέντευξη του Νίκου Παππά στο Αθηναϊκό Πρακτορείο.
"Ο αποτυχημένος “Υπουργός - καναλάρχης” κ. Παππάς και οι παρατρεχάμενοί του είχαν αρνηθεί να φέρουν τα “πόθεν έσχες” τους στη Βουλή οι υπερθεματιστές του αντισυνταγματικού διαγωνισμού - παρωδία που έστησε.
Τότε δεν τον ενοχλούσε διότι ήθελε να στήσει καναλάρχες με τα λεφτά της Τράπεζας Αττικής και εγγυήσεις από βοσκοτόπια.
Αυτό φαίνεται ότι είχαν απαιτήσει από τον κ. Παππά οι καναλάρχες που τον συναντούσαν μπαίνοντας από την πλαϊνή πόρτα του Μαξίμου.
Σήμερα παριστάνει τον αδέκαστο, αλλά δεν τον πιστεύει κανείς" αναφέρει την ανακοίνωσή της η ΝΔ.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατηγορεί το Νίκο Παππά ότι ανέλαβε να ελέγξει για λογαριασμό του ΣΥΡΙΖΑ το χώρο των Μ.Μ.Ε. και έσπασε τα μούτρα του αφήνοντας πίσω του μια ιστορία δυσωδίας και νέας διαπλοκής, που εξέθεσε τον ίδιο και το Κόμμα του και ταλαιπώρησε τη χώρα.
"Τον συμβουλεύουμε να αποδεχτεί το στραπάτσο του και να ξεπεράσει τις εμμονές του.
Η θέση της Νέας Δημοκρατίας είναι ξεκάθαρη: Οι ιδιοκτήτες καναλιών πρέπει να καταθέσουν “πόθεν έσχες”" καταλήγει η ανακοίνωση της ΝΔ.

Απαντώντας στην ανακοίνωση που εξέδωσε η ΝΔ, ο Νίκος Παππάς σημείωσε ότι καλωσορίζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη θέση ότι οι καναλάρχες πρέπει να καταθέτουν «πόθεν έσχες», καλώντας την να πάρει θέση και υπέρ της καταβολής τιμήματος από τα κανάλια, «κάτι για το οποίο δεν αξιώθηκε να εισπράξει επί 27 χρόνια».
Αναλυτικά η δήλωση του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκου Παππά έχει ως εξής:
«Καλωσορίζουμε τη ΝΔ στη θέση ότι οι καναλάρχες πρέπει να καταθέτουν “πόθεν έσχες“.
Οφείλει να πάρει θέση και υπέρ της καταβολής τιμήματος για άδειες, το οποίο δεν αξιώθηκαν να εισπράξουν επί 27 χρόνια.

Ο δε πανομοιότυπος επαναλαμβανόμενος λίβελος εναντίον μου και της κυβέρνησης είναι καλοδεχούμενος αν βοηθά τη ΝΔ να πάρει θέση υπέρ του δημοσίου συμφέροντος έστω και μία φορά».