Υπό το πρίσμα των δύσκολων συνθηκών που διαμορφώνονται για το χρέος αλλά και έπειτα από τον «πάγο» που έβαλαν οι Ευρωπαίοι στο QE, η κυβέρνηση επιμένει σε «καθαρή λύση» που θα αποκαθιστά το συντομότερο δυνατό την πρόσβαση της χώρας στις αγορές.
Δεν ισχυρίζεται κανείς ότι τα θεμελιώδη προβλήματα της ελληνικής οικονομίας έχουν επιλυθεί, ούτε ότι η κατάσταση δεν εξακολουθεί να είναι εύθραυστη, τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δ. Τζανακόπουλος, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών.
«Αυτό που πρέπει, όμως, σε κάθε περίπτωση να τονιστεί είναι ότι διαφαίνεται πως οι δυνατότητες είναι πολύ μεγάλες», σημείωσε για να υπογραμμίσει: «Πάρα πολλά εξαρτώνται, πλέον, από τις αποφάσεις που θα παρθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τόσο για την ενίσχυση της ανάπτυξης στην Ελλάδα, όσο και για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, που αποτελεί τον κύριο παράγοντα αβεβαιότητας, τόσο για τις αγορές χρήματος, όσο και για τους υπόλοιπους επενδυτές».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέφερε ότι «είναι χρέος της Ευρώπης, τόσο των δανειστών μας, όσο και των θεσμών, να πάρουν τώρα τις αναγκαίες αποφάσεις που θα εγγυώνται την αποκατάσταση της ευρωπαϊκής κανονικότητας στη χώρα μας». Αποφάσεις, «που θα οδηγήσουν σε μία σταθερή και δυναμική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αλλά και την άμεση επιστροφή μας στις αγορές χρήματος», επισήμανε.
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να εργάζεται για μία συνολική και καθαρή λύση, η οποία θα πρέπει να τηρεί τρεις βασικές αρχές, τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών.
Όπως εξήγησε ο κ. Τζανακόπουλος, αυτές οι αρχές είναι οι εξής:

1. Θα πρέπει να προσδιορίζει με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα ληφθούν για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος, ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας να μην υπερβαίνουν μεσοπρόθεσμα το 15% του ΑΕΠ.

2. Θα πρέπει αυτά τα μέτρα να δίνουν τη δυνατότητα σε όλους τους θεσμούς, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, να προχωρήσουν σε θετικές μελέτες βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

3. Θα πρέπει να προσδιορίζει συγκεκριμένες παρεμβάσεις που θα ενισχύουν την ανάπτυξη, πράγμα που το σύνολο των θεσμών αλλά και των κρατών μελών της Ευρωζώνης αναγνωρίζουν ως αναγκαίο.

 «Αν υπάρξουν υπάρξουν περαιτέρω διαφωνίες και ακριβώς επειδή εμείς δεν πρόκειται να πάρουμε ό,τι μας δώσουν, πάντοτε υπάρχει η δυνατότητα να συνεχιστεί η συζήτηση μέχρι και τη σύνοδο κορυφής μια εβδομάδα αργότερα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Τζανακόπουλος.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ