Ανάµεσα στις Συµπληγάδες βρίσκεται ο πρωθυπουργός λίγο πριν ξεκινήσει η τρίτη αξιολόγηση, καθώς από τη µια πλευρά έχει να αντιµετωπίσει τις γκάφες και τις αβλεψίες των υπουργών του και από την άλλη τις πιέσεις του ∆ΝΤ. Ο πρωθυπουργός ευελπιστούσε ότι µετά το καλοκαίρι, κατά το οποίο η τουριστική κίνηση στη χώρα ξεπέρασε κάθε προσδοκία, θα µπορούσε να προχωρήσει ανενόχλητος τις εκκρεµότητες της διαπραγµάτευσης, έτσι ώστε το τέλος της χρονιάς να έφερνε και το κλείσιµο της αξιολόγησης.

Η πετρελαιοκηλίδα που προκλήθηκε από τη βύθιση του «Αγία Ζώνη 2» ήρθε, ωστόσο, να ταράξει το ήρεµο κλίµα που υπήρχε µέχρι εκείνη τη στιγµή στο Μέγαρο Μαξίµου, καθώς από τα βρώµικα νερά του Σαρωνικού αναδείχθηκαν τα άλυτα προβλήµατα που υπάρχουν εδώ και χρόνια µε το λαθρεµπόριο καυσίµων. Ο χειρισµός του θέµατος από την πλευρά του Παναγιώτη Κουρουµπλή εξελίχθηκε για τον πρωθυπουργό σε Βατερλό, καθώς ο υπουργός έκανε καθηµερινά αντικρουόµενες δηλώσεις στον Τύπο, αντί να προχωρήσει σε καταµερισµό ευθυνών και να στείλει µήνυµα προς όλες τις πλευρές ότι η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να πατάξει το λαθρεµπόριο πετρελαίου. Μάλιστα, ενώ οι συνεργάτες του πρωθυπουργού αναγνωρίζουν ότι ο υπουργός είχε καταφέρει να έχει άριστες σχέσεις µε τον εφοπλιστικό κόσµο και παρά το γεγονός ότι ξέρουν τον ειδικό ρόλο που παίζει στα θέµατα της κεντροαριστεράς, δεν έκρυβαν τη δυσαρέσκειά τους για την τροπή που είχε πάρει η υπόθεση µε την πετρελαιοκηλίδα.

Ως µόνο ελαφρυντικό αναγνωρίζουν ότι στην πλάτη του υπουργού παίχτηκαν πολιτικά παιχνίδια από διάφορες πλευρές, µε αποτέλεσµα τα πρώτα εικοσιτετράωρα να µην έχει σαφή εικόνα του προβλήµατος. Οι πληροφορίες θέλουν, πάντως, τον πρωθυπουργό να αντιδρά έντονα, καθώς το πρόβληµα αντί να αντιµετωπιστεί µέρα µε τη µέρα γινόταν όλο και πιο περίπλοκο. Έτσι αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Εδωσε αµέσως εντολή στον υπουργό Επικρατείας ∆ηµήτρη Τζανακόπουλο να προχωρήσει τις επόµενες κινήσεις για την πάταξη του λαθρεµπορίου πετρελαίου, καθώς το θέµα αυτό είναι και στις βασικές δεσµεύσεις της κυβέρνησης. Για τον λόγο αυτό, µάλιστα, ο ∆ηµήτρης Τζανακόπουλος βρέθηκε την περασµένη Τρίτη στο υπουργείο Οικονοµικών µαζί µε τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, την Κατερίνα Παπανάτσιου και τον ∆ηµήτρη Λιάκο, ώστε το επόµενο διάστηµα να υπάρξουν κυβερνητικές εξαγγελίες γι' αυτό το θέµα.  

ΟΥΤΕ ΕΥΡΩ  

Το επόµενο θέµα που απασχολεί τον πρωθυπουργό έχει να κάνει µε τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Ευάγγελο Αποστόλου. Οι πληροφορίες λένε ότι, παρά το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας του αναγνωρίζει ότι καταφέρνει και διατηρεί έναν καλό δίαυλο επικοινωνίας µε τον αγροτικό κόσµο, του χρεώνει, ωστόσο, ότι δεν έχει εκταµιεύσει ούτε ένα ευρώ από τα 6 δισ. που αναλογούν στο υπουργείο του από το ΕΣΠΑ για τα προγράµµατα LEADER. Έτσι, εάν µέσα στο επόµενο χρονικό διάστηµα δεν κινητοποιήσει τους µηχανισµούς του υπουργείου του για να ξεκινήσουν οι διαδικασίες εκταµίευσης του ΕΣΠΑ, θα το πληρώσει µε την υπουργική του καρέκλα. Το υπουργείο Πολιτισµού εµφανίζεται να είναι µέσα στα προβλήµατα που αντιµετωπίζει ο πρωθυπουργός, αφού παρά την εργατικότητα της κας Κονιόρδου -οι φήµες τη θέλουν να κοιµάται στο υπουργείο, αφού εργάζεται µέχρι αργά το βράδυ-, η υπουργός φαίνεται ότι δεν έχει την πολιτική πυγµή που χρειάζεται, προκειµένου να δροµολογήσει θέµατα που σχετίζονται µε την επένδυση του Ελληνικού. Έτσι, εάν η Λυδία Κονιόρδου δεν δείξει ότι είναι έτοιµη να αντιµετωπίσει µε αποφασιστικότητα το θέµα αυτό, όλα δείχνουν ότι θα στραφεί και πάλι στην τέχνη αντί για την πολιτική. Το θέµα της Eldorado έφερε και πάλι στην επικαιρότητα το ζήτηµα του επικοινωνιακού επιτελείου, το οποίο φαίνεται ότι δεν µπορεί να βρει λύση µέχρι ο Θανάσης Καρτερός να αποδεχτεί τη θέση που του προτείνεται, να γίνει δηλαδή επικεφαλής του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού.  

ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ

Την ίδια στιγµή, πάντως, που ο πρωθυπουργός επιχειρεί να ελέγξει τα θέµατα που δηµιουργούν προβλήµατα στην καθηµερινότητα των πολιτών, εµφανίζεται και πάλι στο προσκήνιο το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο, το οποίο θέτει νέα αιτήµατα και νέους σκληρούς όρους. Ο νέος φόβος του Μεγάρου Μαξίµου είναι µήπως το ∆ΝΤ «στυλώσει» τα πόδια και τραβήξει τη διαπραγµάτευση σε µάκρος. Κορυφαίος κυβερνητικός παράγοντας, ξορκίζοντας το σενάριο αυτό, έλεγε µάλιστα ότι είναι απίθανο να µην επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των ελληνικών Αρχών για την οικονοµία, συµπληρώνοντας, ωστόσο, ότι στη χειρότερη περίπτωση «θα ακολουθηθεί η πορεία η οποία έχει συµφωνηθεί µε το ∆ΝΤ ήδη από τη δεύτερη αξιολόγηση». Οι πληροφορίες λένε ότι για µια ακόµη φορά η κυβέρνηση επιθυµεί το ∆ΝΤ να αποχωρήσει από το ελληνικό πρόγραµµα. Για την ώρα, πάντως, οι συνεργάτες του πρωθυπουργού εύχονται να µην επιβεβαιωθούν τα σενάρια που ήθελαν την Κριστίν Λαγκάρντ να επισκέπτεται στην Αθήνα µέχρι το τέλος Σεπτεµβρίου, καθώς µια τέτοια εξέλιξη θα ήταν ιδιαίτερα αρνητική για τα ελληνικά θέµατα. Η παρουσία της και µόνο στην Ελλάδα θα έστελνε ένα µήνυµα ότι το Ταµείο θέλει να παραµείνει στο ελληνικό πρόγραµµα. Προκειµένου, πάντως, να µη βρεθούν προ εκπλήξεων στο Μέγαρο Μαξίµου, πραγµατοποιούνται συσκέψεις όπου αναλύονται µε λεπτοµέρειες όλες οι απαιτήσεις του ∆ΝΤ, οι οποίες δεν είναι διόλου απλές. Το θέµα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών αναδεικνύεται ως το σοβαρότερο, ενώ εξίσου δύσκολο είναι και το ενδεχόµενο να απαιτήσουν τα αντίµετρα του 2019 να µετατεθούν για αργότερα εξαιτίας της απόκλισης των δηµοσιονοµικών του 2018. Παράλληλα, προκειµένου το Ταµείο να συµµετάσχει µε 1,6 δισ. ευρώ, η Κριστίν Λαγκάρντ αναµένεται να ζητήσει αποδείξεις πως το ελληνικό τραπεζικό σύστηµα είναι υγιές. «Αγκάθι» σε αυτήν τη διαδικασία παραµένει το γεγονός ότι τα «κόκκινα» δάνεια δεν µειώνονται σηµαντικά, πράγµα που µαρτυρά ότι πρέπει να επιταχυνθούν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασµοί.  

Ευελπιστούν σε αλλαγή κλίματος

Μεγάλες προσδοκίες γέννησαν στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης οι τελευταίες µετρήσεις που εµφανίστηκαν στον Τύπο και που δείχνουν να υπάρχει µείωση της ψαλίδας ανάµεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν∆. Στο Μαξίµου, αξιολογώντας τα στοιχεία από τα ευρήµατα των δηµοσκοπήσεων, λένε ότι µια σειρά από γεγονότα έπαιξαν ρόλο ώστε να αλλάξει σταδιακά το κλίµα. Η επίσκεψη Μακρόν καθώς επίσης και η παρουσία του πρωθυπουργού στη ∆ΕΘ, θεωρούν ότι έπαιξαν ιδιαίτερα σηµαντικό ρόλο για την αλλαγή του κλίµατος. Ακόµα, θεωρούν ότι η αντίδραση της Ν∆ είναι ενδεικτική του κλίµατος που φαίνεται να δηµιουργείται στην κοινωνία και έχει να κάνει µε το ότι οι ψηφοφόροι εµφανίζονται να αντιδρούν θετικά στις κινήσεις της κυβέρνησης. Ιδιαίτερο βάρος έδιναν τα στελέχη της κυβέρνησης στη δηµοσκόπηση της Κάπα Research, όπου σε ερώτηση για τις προοπτικές της χώρας η πλειονότητα των πολιτών, σε ποσοστό 58%, πιστεύει ότι η Ελλάδα µπορεί να τα καταφέρει και να βγει από την κρίση, ποσοστό βελτιωµένο κατά 4,5% από την προηγούµενη δηµοσκόπηση της ίδιας εταιρείας τον Ιούνιο του 2017, ενώ στην ίδια εταιρεία η διαφορά στην πρόθεση ψήφου φαίνεται να µειώνεται στις 6,1 µονάδες, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει 16,3% και η Ν∆ 22,4%. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη µέτρηση της εταιρείας ALCO, έξι στους δέκα ερωτώµενους τάσσονται υπέρ των µέτρων στήριξης της εργασίας που λαµβάνει η κυβέρνηση και 65% υπέρ των µέτρων στήριξης της επιχειρηµατικότητας που παρουσίασε ο Αλέξης Τσίπρας στη ∆ΕΘ. Επίσης, ένας στους δύο τάσσεται υπέρ της επανακρατικοποίησης του ΟΑΣΘ. Στην ίδια δηµοσκόπηση το 56% των πολιτών αξιολογεί θετικά την επίσκεψη του Γάλλου προέδρου και κρίνει ότι ήταν θετική για τα ελληνικά συµφέροντα. Η υπεροχή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στα ζητήµατα κοινωνικής προστασίας αναδεικνύεται και από τη δηµοσκόπηση της CommonView. Σύµφωνα µε την έρευνα, η κυβέρνηση µε κορµό τον ΣΥΡΙΖΑ µπορεί να διαχειριστεί καλύτερα τα θέµατα του κοινωνικού κράτους µε ποσοστό 39,6% έναντι 30,7% µιας κυβέρνησης µε κορµό τη Ν∆, ενώ η κυβέρνηση µε κορµό τον ΣΥΡΙΖΑ µπορεί να διαχειριστεί καλύτερα τα θέµατα των «Εργασιακών σχέσεων-Ανεργίας» µε ποσοστό 34,5% έναντι 24,3% µιας κυβέρνησης µε κορµό τη Ν∆. Στις διαµαρτυρίες της Ν∆, µάλιστα, για το ότι η συγκεκριµένη εταιρεία δεν συµπεριλαµβάνεται στη ΣΕ∆ΕΑ -τον οργανισµό που ανήκουν οι περισσότερες εταιρείες µετρήσεων- τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ λένε ότι όταν τον Μάιο του 2017 η ίδια εταιρεία είχε δώσει διαφορά ανάµεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν∆ εννέα ποσοστιαίες µονάδες η αξιωµατική αντιπολίτευση δεν είχε πει λέξη, αντίθετα είχε εκµεταλλευτεί επικοινωνιακά τα ευρήµατα αυτά.