Τα τελευταία δύο χρόνια όλοι οι Έλληνες πολίτες γινόμαστε μάρτυρες μιας πρωτόγνωρης μεταβολής στην πολιτική ζωή της χώρας. Η έξαρση του εθνολαϊκισμού, η εργαλειοποίηση των θεσμών, η διγλωσσία μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού ακροατηρίου και η διάψευση των προσδοκιών που η κυβέρνηση καλλιέργησε οδηγεί σε μια κυνική και καχύποπτη θεώρηση της πολιτικής από τους συμπολίτες μας. Μια μεγάλη μερίδα αυτών αντιμετωπίζει την πολιτική ως τη ρίζα των προβλημάτων του, ως μια εχθρική άμορφη μάζα «ίδιων» που σκοπό έχει να καταδυναστεύει και να φτωχοποιεί τον απλό πολίτη.

Οι παραπάνω αλλαγές, τόσο στο ύφος και τις μεθόδους της διακυβέρνησης όσο και στις συνέπειές της, είναι αδιαμφισβήτητες. Όμως, την ίδια ώρα και για το ίδιο διάστημα, συντελείται και μια άλλη μεγάλη αλλαγή στην πολιτική: η μετεξέλιξη της Νέας Δημοκρατίας. Σταδιακά αλλά σταθερά, η Νέα Δημοκρατία μεταμορφώνεται σε ένα ανοιχτό κόμμα, με διαδικασίες, θεσμικά όργανά αλλά, κυρίως, με αμφίδρομα κανάλια επικοινωνίας προς την κοινωνία. Και αυτό δείχνει πως, σε πείσμα των πολιτών που αντιμετωπίζουν την πολιτική με καχυποψία, μια άλλη δυναμική τάξη δημοκρατικών πολιτών αναδύεται, που επιζητά να συμμετέχει και να συνεισφέρει στη λύση των προβλημάτων. Αυτοί ακριβώς είναι οι πολίτες που θα βγάλουν τη χώρα από την κρίση: Οι πολίτες που το καλοκαίρι του 2015 βγήκαν για πρώτη φορά στους δρόμους για να υπερασπιστούν το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Οι πολίτες που, χωρίς να έχουν σχέση με το κόμμα, στήθηκαν στις ουρές για να στηρίξουν τη μεταρρυθμιστική ατζέντα του Κυριάκου Μητσοτάκη τον Δεκέμβριο του 2015 και τον Ιανουάριο του 2016. Οι πολίτες που χωρίς να έχουν σχέση με την πολιτική και τα κόμματα δήλωσαν συμμετοχή στο μητρώο εμπειρογνωμόνων της ΝΔ, θέτοντας τις επιστημονικές και τις επαγγελματικές τους γνώσεις στην υπηρεσία της πολιτικής. Οι πολίτες που έκαναν αίτηση στο μητρώο στελεχών της Νέας Δημοκρατίας «Ανανέωση», επιλέγοντας το βιογραφικό για να σταδιοδρομήσουν στην πολιτική αντί για το ραντεβού σε πολιτικά γραφεία.

Το σημαντικότερο, όμως, για εμάς, είναι η εκπροσώπηση των νέων σε αυτό το κύμα αλλαγής. Με την επανίδρυση της ΟΝΝΕΔ, έναν χρόνο πριν, καταφέραμε να εγγράψουμε 32.000 μέλη. Για πολλούς από αυτούς η ΟΝΝΕΔ είναι η πρώτη τους επαφή με την πολιτική, αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να συμμετέχουν: με την κατάθεση υποψηφιοτήτων, με την κατάθεση ψηφισμάτων, με την υποβολή βιογραφικών για συμμετοχή στις γραμματείες και τους τομείς της οργάνωσης, η νέα γενιά δείχνει πως ψάχνει τρόπους συμμετοχής στην πολιτική.

Ευθύνη, λοιπόν, του κόμματος είναι να συντονιστεί με τις απαιτήσεις της κοινωνίας για υπεύθυνη, συμμετοχική χάραξη πολιτικής. Και παρότι το άνοιγμα του κόμματος από τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι άνευ προηγουμένου, γίνονται όλο και περισσότερες κινήσεις προσέγγισης της κοινωνίας.

Τα προσυνέδρια του κόμματος αποτελούν υπόδειγμα για τη λειτουργία ενός σύγχρονου, μαζικού κόμματος. Για πρώτη φορά, δεν μονοπωλούνται από τοπικούς κομματικούς παράγοντες, βουλευτές και πολιτευτές, αντιθέτως, οι αίθουσες είναι κατάμεστες από ανθρώπους που σχετίζονται με το αντικείμενο του εκάστοτε προσυνεδρίου ή θέλουν να ακούσουν, να πληροφορηθούν και να αντιπροτείνουν. Έχοντας παρακολουθήσει το πρώτο μισό του συνόλου των προσυνεδρίων, με χαρά δηλώνω ότι είναι μια εμπειρία υπεράνω των προσδοκιών της οργανωτικής επιτροπής. Ο κόσμος που προσέρχεται το κάνει γνωρίζοντας πως δεν θα ακούσει προετοιμασμένες, «ξύλινες» γενικολογίες από πολιτικούς, αλλά εμπεριστατωμένες εισηγήσεις από ειδικούς και αρμόδιους, και πως ο χρόνος δεν κατασπαταλάται σε διακηρύξεις αλλά σε διάλογο και ερωτήσεις.

Η Νέα Δημοκρατία είναι ένα λαμπρό παράδειγμα ενός κόμματος το οποίο εξελίσσεται για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των καιρών. Αλλά χωρίς τους πολίτες που συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια η αλλαγή δεν θα ήταν εφικτή. Αυτή η νέα πολιτική τάξη της υπευθυνότητας και της μετριοπάθειας είναι, κατά τη γνώμη μου, ο εγγυητής για ένα καλύτερο αύριο στη χώρα μας.