Πρωτοβουλίες για να αλλάξει την ατζέντα αναζητεί μετ’ επιτάσεως το Μέγαρο Μαξίμου, εκτιμώντας ότι το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης μπορεί να δημιουργήσει, εκτός των άλλων, ένα πιο συναινετικό κλίμα, κυρίως με τη Φώφη Γεννηματά και τον Σταύρο Θεοδωράκη. Η πραγματικότητα είναι πως από το καλοκαίρι του 2016 ο ΣΥΡΙΖΑ περιφέρει το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης, συγκροτώντας επιτροπές και κάνοντας κατά καιρούς συνεδριάσεις άνευ ουσιαστικού αποτελέσματος. Θυμίζουμε ότι τον πρώτο καιρό συμμετείχαν στις συνεδριάσεις πρόσωπα όπως ο ηθοποιός Γιώργος Κιμούλης, ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, Κώστας Αγοραστός, και ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος.

Οι άξονες

Βλέποντας, ωστόσο, πως ο χρόνος της παρούσας Βουλής οδεύει προς το τέλος της, ο κ. Τσίπρας αποφάσισε να ανοίξει επισήμως τη συζήτηση με βάση μια σειρά άξονες, που θεωρεί ότι κινούνται σε προοδευτική κατεύθυνση. Βεβαίως, η πολεμική ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί δεν είναι εύκολο να φέρει στο ίδιο τραπέζι τόσο τη ΝΔ όσο και το ΚΙΝΑΛ, στελέχη των οποίων επικαλούνται τις απειλές Πολάκη προκειμένου να εξηγήσουν την αρνητική τους προδιάθεση.

«Πώς είναι δυνατόν να συζητήσουμε με κάποιους που απειλούν ότι θα μας βάλουν φυλακή» λένε χαρακτηριστικά. Εστω και σε αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, εκτιμάται ότι εντός των επόμενων ημερών θα κατατεθούν από τουλάχιστον 50 βουλευτές, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα, οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ προς αναθεώρηση. Το ενδιαφέρον έγκειται κυρίως σε τομείς που σχετίζονται με τη λειτουργία του πολιτεύματος, την ενίσχυση της συμμετοχής του λαϊκού παράγοντα, τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους, τη διατήρηση του ρόλου του Δημοσίου σε τομείς όπως το ρεύμα και το νερό. Στα προαναφερθέντα ζητήματα πολύ δύσκολα θα διαμορφωθούν ευρύτερες πλειοψηφίες.

Αντιθέτως, το μόνο θέμα που φαίνεται να συγκεντρώνει καθολική αποδοχή από τα κόμματα σχετίζεται με τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, ο οποίος είναι πλέον κοινός τόπος πως θα αλλάξει. Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και με το ζήτημα της ασυλίας των βουλευτών. Μεγάλο βάρος θα πέσει στα ζητήματα που σχετίζονται με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον τρόπο εκλογής του και τις αρμοδιότητές τους, οι οποίες έχουν περιοριστεί αισθητά μετά την αναθεώρηση του 1986. Στον ΣΥΡΙΖΑ αξίζει να σημειωθεί ότι σκέφτονται να αποσυνδέσουν πλήρως τη διαδικασία της διάλυσης της Βουλής και της προκήρυξης εκλογών σε σχέση με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Επιπλέον, σκέφτονται να προτείνουν όρια στις θητείες των βουλευτών, αλλά και να θέσουν ως προϋπόθεση για να γίνει κάποιος πρωθυπουργός να είναι βουλευτής, εξαιρουμένων, φυσικά, των υπηρεσιακών πρωθυπουργών. Στην Κουμουνδούρου, θέλοντας προφανώς να εναρμονιστούν με το αίσθημα που υπήρχε στην κοινωνία, κυρίως τα προηγούμενα χρόνια, σε σχέση με τους πολιτικούς και το πολιτικό σύστημα, προσανατολίζονται σε επιλογές που θεωρητικά ενθαρρύνουν τη λαϊκή συμμετοχή μέσα από τα δημοψηφίσματα αλλά και τη λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία.

Ακανθώδες είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ζήτημα των σχέσεων της Πολιτείας με την Εκκλησία, δεδομένου ότι το μόνο που δεν θα ήθελε ο πρωθυπουργός παραμονές των εκλογών είναι να ανοίξει μέτωπο με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Ιερώνυμο. Γι’ αυτό και στον ΣΥΡΙΖΑ μιλούν για «ουδέτερες σχέσεις», πρόταση με την οποία διαφωνεί ο κ. Φίλης, ο οποίος κάνει λόγο για πλήρη διαχωρισμό.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 26/10/2018