Του Θανάση Φουσκίδη

Όλη η Ελλάδα είδε χθες το… γεμάτο έντονη συναισθηματική φόρτιση μήνυμα αποχώρησης του Αντώνη Σαμαρά από την ηγεσία της ΝΔ. Ο μέχρι και χθες αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ακόμη και την ύστατη στιγμή, δεν έδειξε την πολιτική γενναιότητα και ειλικρίνεια να μιλήσει στους πιστούς ψηφοφόρους του κόμματός του, αλλά και στο σύνολο της κοινωνίας γενικότερα, για τα τραγικά λάθη στα οποία υπέπεσε στο διάστημα της πρωθυπουργίας του (τα οποία έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία), καθώς και μετά την ήττα της 25ης Ιανουαρίου. Το χειρότερο δε, είναι ότι τα σημαντικότερα εξ αυτών συνέπεσαν χρονικά με την κρίσιμη περίοδο που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος.

Την «καυτή» εβδομάδα που πέρασε, αγνοώντας όσους του μιλούσαν για τις αρνητικές εντυπώσεις που καταγράφονταν δημοσκοπικά μετά από κάθε εμφάνισή του, επέμενε να «καπελώνει» κάθε άλλη πολιτική φωνή που υπερεθμάτιζε στην ανάγκη υπερψήφισης του «ΝΑΙ» με κορυφαίο παράδειγμα την περίπτωση της παρέμβασης του πολύ πιο δημοφιλούς από τον ίδιο στους κόλπους της κεντροδεξιάς βάσης, Κώστα Καραμανλή. Ακόμη όμως και πριν από την εξαγγελία της διεξαγωγής δημοψηφίσματος από τον πρωθυπουργό στάθηκε και πάλι μοιραίος για την χώρα και την παράταξη. Ενδεικτική ήταν η συμπεριφορά του το τελευταίο δίμηνο, οπότε και μετά την δημοσκοπική κατάρρευση της ΝΔ αποφάσισε να εγκαταλείψει την φαιδρή (και εκτός λογικής όπως αποδείχθηκε) ρητορική που είχε εισηγηθεί ο Χρύσανθος Λαζαρίδης περί αριστερής παρένθεσης, επιστράτευσε την επιχειρηματολογία της εθνικής συνεννόησης. 

Ωστόσο, τα πολιτικά συμπλέγματα και οι προσωπικές εμμονές που χαρακτήρισαν διαχρονικά την πολιτική του πορεία και από τις οποίες ουδέποτε κατάφερε να απαλλαγεί δεν του επέτρεψαν εκ νέου να λειτουργήσει με σοβαρότητα και σύνεση. Βλέπετε αν και είχε μια μοναδική ευκαιρία να υπενθυμίσει τον ρόλο της ΝΔ ως υπεύθυνης ευρωπαϊκής δύναμης και να εγκλωβίσει επικοινωνιακά τον Αλέξη Τσίπρα, θα έπρεπε είχε θέσει ο ίδιος εδώ και καιρό θέμα σύγκλησης του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών, προκειμένου να αναζητηθεί κοινός τόπος για την συμφωνία. Τελικά, γι' ακόμη μια φορά κατέδειξε πως δεν μπορούσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να κάνει το μεγάλο βήμα.

Ακόμη κι αν ο πρωθυπουργός αρνείτο, όπως ήταν και το πιθανότερο, η ΝΔ θα είχε αποκτήσει το ηθικό και επικοινωνιακό πλεονέκτημα σε μια ιδιαιτέρως κομβική συγκυρία, γεγονός που θα της παρείχε ευχέρεια χειρισμών και σίγουρα θα βελτίωνε την δυσάρεστη μετεκλογική της εικόνα. Η ατολμία αυτή, αποτέλεσε όπως αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων, βούτυρο στο ψωμί του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος μία ημέρα μετά το δημοψήφισμα συγκάλεσε ως θριαμβευτής το Συμβούλιο, παίζοντας ο ίδιος πια το χαρτί της εθνικής συνεννόησης και βγάζοντας την εικόνα του συναινετικού πολιτικού ηγέτη που συσπειρώνει γύρω του, μετά το 62% του ελληνικού λαού και τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Με τον τρόπο αυτό, του δόθηκε η ευκαιρία να ενισχύσει ακόμη περισσότερο το προφίλ του τόσο σε επίπεδο κοινωνίας, όσο και στο εσωτερικό του κόμματός του, όπλο ιδιαίτερα πολύτιμο στο ενδεχόμενο που εν τέλει συναφθεί μια (όπως όλα δείχνουν) ιδιαίτερα δύσκολα διαχειρίσιμη συμφωνία. 

Έτσι όπως ήλθαν τα πράγματα, ο Σαμαράς που… απαξιούσε ακόμη και να παραδώσει τυπικά την εξουσία στον Αλέξη Τσίπρα μετά τις εθνικές εκλογές, σπάζοντας μια πολύχρονη παράδοση πολιτικού πολιτισμού, εξελίχθηκε με τις διαδοχικές στρατηγικές αποτυχίες του, στον καλύτερο σύμμαχο του τελευταίου. Το μόνο που μένει, είναι να ευχηθούμε στα κορυφαία στελέχη της ΝΔ που κρατούν στα χέρια τους την παρακαταθήκη του Κωνσταντίνου Καραμανλή, να διαδαχθούν από τα λάθη του Αντώνη Σαμαρά και να αναλογιστούν, πως πολύ σύντομα, η Ελλάδα θα χρειαστεί και πάλι ισχυρή την ευρωπαϊκή παράταξη των μεγάλων εθνικών επιλογών…