Ξεκίνησε από μια γειτονιά της Θεσσαλονίκης για ν’ ανακαλύψει το δικό του μαγικό «πλανήτη» και να γίνει ευτυχισμένος. Ο Θανάσης Τσαλταμπάσης είναι σεμνός, χαμηλών τόνων, χωρίς το... περιτύλιγμα της σόουμπιζ, που δεν τον αφορά καθόλου.

Ο ίδιος έχει επιλέξει άλλο διαβατήριο για την τέχνη του. Αν και δύσκολα ανοίγεται, στην «ΟΝ time» αποκάλυψε πολλές πτυχές του χαρακτήρα του, μνήμες, σκέψεις, αγάπες, φόβους, όνειρα και σχέδια. Μας μίλησε για την Αλίκη Βουγιουκλάκη και πώς σημάδεψε τη ζωή του, τον Τσάρλι Τσάπλιν, που λατρεύει και τον ενσάρκωσε μοναδικά, τις «μαχαιριές» και τις παρενοχλήσεις στο θέατρο.

Αναφέρθηκε στις «αυλές» και στους κόλακες, τους «βασιλιάδες» και τους «αυλικούς», τους «άντρακλες» και τους «παντελονάτους» που εξαρχής πισωπάτησε, ακολουθώντας το δικό του δύσβατο μονοπάτι στην υποκριτική. Σε μια διαφορετική συνέντευξη, γεμάτη διαχρονικές ατάκες από το «Μικρό Πρίγκιπα», το σπουδαίο έργο του Αντουάν ντε Σεντ-Εξιπερί το οποίο παρουσιάζει σε όλη την Ελλάδα, ο Θανάσης Τσαλταμπάσης τα είπε ΟΛΑ.

Αναλυτικά η συνέντευξη στην On Time


Ας μιλήσουμε λοιπόν για το δικό σου «πλανήτη», με πολλές ατάκες από τον υπέροχο «Μικρό Πρίγκιπα», στον οποίο πρωταγωνιστείς, σε περιοδεία. Τον «πλανήτη» αυτόν που ονειρεύτηκες όταν, παιδάκι, έπαιζες στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, όπου γεννήθηκες και μεγάλωσες.

Από τα παιδικά μου χρόνια μόνο όμορφες αναμνήσεις έχω. Μεγάλωσα στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης, στα πανέμορφα Κάστρα, στον ορισμό της γειτονιάς. Πολύ παιχνίδι, πολλές σκανταλιές, βόλτες χωρίς κανέναν φόβο, φίλοι που οι περισσότεροι παραμένουν ακόμα. Η μητέρα μου ήταν κομμώτρια, με το κομμωτήριο κοντά στην κεντρική πλατεία που πάντα έσφυζε από ζωή. Δίπλα από το κομμωτήριο έμενε η γιαγιά μου και πιο δίπλα η θεία μου και η ξαδέρφη μου, βάλε και την αδερφή μου, περιτριγυριζόμουν από γυναίκες κι από γυναικείες ιστορίες! Είχα τρέλα με τα κόμικς, είχα άπειρα! Πάντα ήθελα να ζω με έναν τρόπο σε φανταστικούς, παραμυθένιους κόσμους. Ίσως γι’ αυτό η μοίρα με οδήγησε στο θέατρο! Φυσικά έπαιξε ρόλο και το ότι οι γονείς μου μας πήγαιναν τακτικά σε παραστάσεις, κυρίως του Κρατικού Θεάτρου, όπου θυμάμαι ότι ενώ δε καταλάβαινα σχεδόν ποτέ τι έβλεπα, εντούτοις κάτι με τραβούσε σαν μαγνήτης. Ο πατέρας μου πάντα ανοιχτόμυαλος, με «σημαία» το σεβασμό, το δίκαιο και την ελευθερία του ατόμου, και η μητέρα μου μοντέρνα και ανοιχτόμυαλη επίσης, ποτέ δεν στάθηκαν εμπόδιο στα «θέλω» μου αλλά και της αδερφής μου, που κι αυτή είναι καλλιτέχνης, μουσικός.

Δέχτηκες μπούλινγκ ως παιδί γιατί είσαι μικρόσωμος;

Η αλήθεια είναι πως τα παιδιά είναι σκληρά, πολλές φορές το λεγόμενο μπούλινγκ είναι σχεδόν βέβαιο στις μικρές ηλικίες. Υπήρχαν κάποιες φορές πειράγματα, όμως πάντα είχα μία δυνατή ασπίδα και δεν με επηρέαζαν. Επίσης από πολύ μικρός αυτοσαρκαζόμουν, οπότε δεν είχε και πολλή πλάκα για κάποιον να με κοροϊδέψει. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι κάθε χαρακτήρας μπορεί να το αντιμετωπίσει έτσι. Γι’ αυτό θέλει πολλή προσοχή, κυρίως από τους γονείς, στον τρόπο που μεγαλώνουν τα παιδιά τους. Να τα μάθουν να σέβονται το συνάνθρωπό τους και να μην τον πληγώνουν ούτε σωματικά ούτε λεκτικά.

Αρχικά αποφάσισες να σπουδάσεις μηχανολόγος μηχανικός, που ήταν η δουλειά του πατέρα σου. Πώς δέχτηκε την απόφασή σου;

Ο πατέρας μου (Θωμάς), όπως προείπα, είναι ένας άνθρωπος με τόσο ανοιχτό και ελεύθερο μυαλό που δεν ξέρω αν έχω ξανασυναντήσει ανάλογο έως τώρα σε άλλον άνθρωπο. Μηχανολόγος μηχανικός, με δική του μεγάλη, επιτυχημένη τεχνική εταιρεία, ποτέ δεν με πίεσε να ακολουθήσω τη δουλειά του. Εγώ από μόνος μου, λογικά σκεπτόμενος και με κλίση προς τις θετικές επιστήμες, αποφάσισα να σπουδάσω το ίδιο για τον απλούστατο λόγο ότι αν στο επόμενο μου βήμα, που ήταν ξεκάθαρα το θέατρο, δεν τα κατάφερνα, να είχα μία -εντός πολλών εισαγωγικών- πιο ασφαλή επιλογή. Για ελάχιστα μαθήματα δεν πήρα ποτέ το πτυχίο μου, αλλά δεν με νοιάζει καθόλου, ούτε εμένα ούτε την οικογένειά μου, εφόσον είμαι ευτυχής με τη ζωή μου και ζω από την υποκριτική.

Πότε γίνεται το «κλικ» μέσα σου και αποφασίζεις να έρθεις στην Αθήνα να κυνηγήσεις το όνειρό σου, την υποκριτική; Να βρεις το δικό σου «Τριαντάφυλλο» και να το εξημερώσεις, όπως λέει ο «Μικρός Πρίγκιπας».

Η πρώτη μεγάλη «ένεση» του μικροβίου της υποκριτικής ήρθε όταν ήμουν εννέα χρόνων και έπαιξα σε μία παράσταση στη γειτονιά μου, το «Ανέβα στη στέγη να φάμε το σύννεφο» του Γιάννη Ξανθούλη. Νομίζω ότι από τότε, άλλοτε ενσυνείδητα άλλοτε ασυνείδητα, ήξερα ότι θα γίνω ηθοποιός. Θυμάμαι ότι, ενώ ήμουν ένα ντροπαλό και μαζεμένο παιδί, όταν ανέβηκα στη σκηνή ένιωσα απίστευτα δυνατός! Ένιωσα ότι ήμουν μέρος ενός παραμυθιού, έβλεπα τόσα μάτια να με κοιτάζουν και ένιωθα ότι ήμουν ένας... Μικρός Πρίγκιπας! Θυμάμαι την πρώτη φορά που άκουσα γέλια από κάτω, χωρίς ακριβώς να συνειδητοποιώ γιατί γελάνε, ότι η καρδιά μου πετάρισε! Ε, δεν ήθελε και πολύ, ο ιός μπήκε στο αίμα μου!

Το μεγάλο «κλικ» όμως έγινε όταν, όντας φοιτητής στην Κοζάνη, έπαιξα σε έναν ερασιτεχνικό θίασο στο «Γλάρο» του Άντον Τσέχωφ. Η διαδικασία τού να μπω στα βαθιά ενός χαρακτήρα και να χτίσω με λεπτομέρεια έναν ρόλο τόσο πολυεπίπεδο, με έκανε να συνειδητοποιήσω τη μεγάλη μαγεία αυτής της τέχνης. Όταν έγινε η πρεμιέρα, είπα στον εαυτό μου: «Δεν χάνεις άλλο χρόνο, φύγε να σπουδάσεις θέατρο!». Και το έκανα.

Δεν ήσουν ο τύπος του ζεν πρεμιέ για να εντυπωσιάσεις με την παρουσία σου. Αυτό έγινε «τροχοπέδη» για να ακολουθήσεις τα όνειρά σου;

Το θέατρο δεν είναι μόντελινγκ. Δεν αποτελεί «τροχοπέδη» το διαφορετικό. Ίσα ίσα, το διαφορετικό είναι ακόμα μεγαλύτερο διαβατήριο. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι είναι η πιο φιλελεύθερη και αντιρατσιστική μορφή τέχνης!

Έπαιξες με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, στο «κύκνειο άσμα» της, τη «Μελωδία της Ευτυχίας». Τι θυμάσαι από εκείνην;

Στη «Μελωδία της Ευτυχίας» έκανα το γιο του πλοιάρχου, τον Φρίντριχ. Νομίζω ότι ήμουν η κρυφή συμπάθεια της Αλίκης, έτσι ένιωθα από την αύρα της απέναντί μου. Η μνήμη μου από τη «Μελωδία» έχει τη μορφή ενός όμορφου ονείρου. Είναι σαν να έγινε και να μην έγινε! Ήταν τόσο μεγεθυμένο στο μυαλό μου, μια και ήμουν στα μέσα της εφηβείας και επειδή μέχρι να προλάβω να το συνειδητοποιήσω πέθανε, η ανάμνηση είναι σαν ένα όνειρο. Θυμάμαι ότι ήταν μια πολύ δυναμική γυναίκα και φρόντιζε με πολλή αγάπη εμάς τα παιδιά. Επίσης θυμάμαι ότι το κοινό παραληρούσε όταν έβγαινε στη σκηνή. Πέντε λεπτά την χειροκροτούσαν και μετά έλεγε την πρώτη ατάκα.

Με μία ατάκα «Ο Τζακ πήδηξε» σε ένα σποτ γνωστής εταιρείας τηλεφωνίας έγινες γρήγορα γνωστός. Πώς ένιωσες όταν ξαφνικά σε χαιρετούσαν όλοι στο δρόμο;

Όσο ήμουν φοιτητής στην Κοζάνη, έκανα μία πολύ επιτυχημένη εκπομπή σε περιφερειακό σταθμό, οπότε είχα μάθει να ζω ως αναγνωρίσιμος. Έτσι αυτό που μου συνέβη με τη διαφήμιση, ναι μεν ήταν πιο μεγάλο, αφού έγινα γνωστός σε όλη την Ελλάδα, αλλά ήταν σχετικά εύκολα διαχειρίσιμο σε σχέση με κάποιον που του συμβαίνει για πρώτη φορά. Το ευχαριστήθηκα όμως και ακόμα ευχαριστιέμαι την αναγνωρισιμότητά μου. Ο κόσμος μού μιλάει πολύ ωραία και νιώθω παντού οικογενειακά. Φυσικά υπάρχουν και οι περιπτώσεις αγένειας που με φέρνουν σε δύσκολη θέση, αλλά έχω μάθει και ζω με αυτές.

Στο χώρο της σόουμπιζ βλέπεις περισσότερους σπουδαίους ή περισσότερα «νούμερα»;

Η λέξη σόουμπιζ δεν με αφορά καν, εγώ είμαι ηθοποιός. Παντού υπάρχουν «νούμερα» και «σωστοί». Επιλέγω να ασχολούμαι με αυτούς που θεωρώ σωστούς. Αν ήθελα νούμερα, θα συνέχιζα το πανεπιστήμιο (γέλια)!

Κάποια από τα όνειρα σου έγιναν πράξη. Έπαιξες στο θέατρο και έκανες ταινία έναν από τους πιο αγαπημένους και δύσκολους ήρωες του βωβού κινηματογράφου: τον Τσάρλι Τσάπλιν. Δεν σε φόβισε; Δεν πήρες μεγάλο ρίσκο;

Οτιδήποτε έχει να κάνει με τη δουλειά μου δεν το φοβάμαι. Αλίμονο αν αντιμετώπιζα με φόβο τα όνειρα και τις επιλογές μου. Ο Τσάρλι Τσάπλιν ήταν μία από τις αφορμές να αγαπήσω ως πιτσιρίκι τον κινηματογράφο και την κωμωδία. Όταν η συγκυρία το έφερε και έπαιξα τη ζωή του στο θέατρο, στην έρευνά μου για να τον υποδυθώ άνοιξε μπροστά μου ένας μεγάλος μαγικός κόσμος, αυτός του βωβού κινηματογράφου. Και μετά ήρθε η ιδέα του δικού μου κινηματογραφικού «Τσάρλι», ενός σύγχρονου Σαρλό που θα συνέδεε το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον. Στιγμή δεν σκέφτηκα το ρίσκο, όταν κάτι με εμπνέει, βουτάω χωρίς να με νοιάζει αν τα νερά θα είναι ρηχά ή βαθιά.

«Οι άνθρωποι δεν έχουν πια καιρό να γνωρίσουν τίποτα. Τα αγοράζουν όλα έτοιμα στα εμπορικά. Καθώς όμως δεν υπάρχουν εμπορικά που πουλάνε φίλους, οι άνθρωποι δεν έχουν πια φίλους». Όλα αυτά τα χρόνια που είσαι στο σανίδι έχεις εισπράξει φιλικές «μαχαιριές»;

Έχω φίλους από το δημοτικό, φίλους από το πανεπιστήμιο και άλλους εκτός χώρου. Οι εντός χώρου είναι λιγότεροι. Ένα επάγγελμα που έχει να κάνει με τα φώτα κρύβει δυστυχώς πολλές φορές δεύτερες σκέψεις. Όταν λοιπόν νιώθω δεύτερες σκέψεις, είναι δύσκολο να σε κάνω φίλο. «Μαχαιριές» έχω αντιληφθεί ότι έχουν προσπαθήσει να μου ρίξουν -ποτέ μπροστά μου γιατί συνήθως οι άνθρωποι αυτοί είναι θρασύδειλοι- αλλά, να σου πω την αλήθεια, δεν με νοιάζει. Το «όπλο» μου είναι η δύναμή μου επάνω στη σκηνή που την αποκτώ με πολύ κόπο και θυσίες κι εκεί καμιά «μαχαιριά» δεν πιάνει. Κάποιοι νομίζουν ότι οι καριέρες χτίζονται με δημόσιες σχέσεις και κακίες, εγώ έχω άλλο δρόμο. Άσε τους να τα ακονίζουν, στο τέλος στρέφονται εναντίον τους.

Η κωμωδία σε «διάλεξε» ή τη διάλεξες;

Ήταν κοινή συναινέσει η γνωριμία μας (γέλια)! Και με βρήκε και την βρήκα. Αλλά αυτή η σχέση θέλει συνεχή προσοχή και μελέτη για να εξελίσσεται, αλλιώς είναι μια φούσκα που επαναλαμβάνεται μέχρι να σκάσει. Ευτυχώς, οι άνθρωποι προχωρούν και είναι ελάχιστοι αυτοί που πιστεύουν πως επειδή είμαι κωμικός ηθοποιός πρέπει να λέω αστεία όλη μέρα. Εξάλλου, αυτό είναι και λάθος ορισμός της κωμωδίας. Είναι τελείως διαφορετικό να είσαι καλός κωμικός από το να είσαι ο αστείος της παρέας.

Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή σου που κρύφτηκες από όλους και έκλαψες με λυγμούς;

Ποτέ δεν κρύβω τα συναισθήματά μου. Αν θέλω να γελάσω, γελάω, αν θέλω να γίνω σνομπ, γίνομαι, αν θέλω να κλάψω, κλαίω. Όταν πήρα το βραβείο «Status», ας πούμε, πήγα να ευχαριστήσω κάποιους ανθρώπους, αλλά από την ένταση της στιγμής κόλλησε το μυαλό μου. Σε προσωπικό επίπεδο η μόνη φορά που έδειξα κάτι άλλο ήταν όταν η γιαγιά μου ήταν άρρωστη, λίγο πριν πεθάνει, και την συνάντησα, ήμουν με το χαμόγελο, ενώ έσφιγγα τα δόντια μου τόσο που όταν βγήκα από το δωμάτιο μάτωσαν και φυσικά έκλαψα.

Τον τελευταίο καιρό στο θέατρο έσπασε ένα «απόστημα» και ήρθαν στο φως σοβαρές καταγγελίες για άσχημες ως ακραίες συμπεριφορές στο θέατρο. Το περίμενες;

Νομίζω ότι η κοινωνία εξελίσσεται και σε αυτό το πλαίσιο θέλω να πιστεύω πως δεν ήταν κάτι της εποχής, αλλά ότι οποιαδήποτε κακή και «παλιά» συμπεριφορά θα πολεμάται από εδώ και πέρα. Χαίρομαι απίστευτα που η αδυναμία ενός ανθρώπου δεν θεωρείται πια κάτι κακό αλλά αντίθετα υποστηρίζεται από την πλειονότητα των ανθρώπων. Πήξαμε στους άντρακλες, στους παντελονάτους και στα αφεντικά. Ας μπει μία τελεία πια...

Έχεις δηλώσει: «Προτιμώ την ηρεμία, την ψυχραιμία και αυτό με ώθησε να αρχίσω να ψάχνομαι σε δουλειές που θα ήμουν ήρεμος». Αυτό σημαίνει ότι έζησες κάποια ακραία συμπεριφορά ή σεξουαλική παρενόχληση στο θέατρο;

Έζησα την έπαρση κάποιων ανθρώπων που, έχοντας κάποιο ανώτερο ιεραρχικά πόστο στη δουλειά, νόμιζαν πως ήταν θεοί. Φυσικά σε αυτό συντελούν και οι «αυλές». Δεν είναι άμοιροι ευθυνών οι κόλακες που τους περιτριγυρίζουν. Και επειδή δεν μου αρέσουν ούτε οι βασιλιάδες ούτε οι αυλικοί, αποφάσισα να πορεύομαι σε άλλα μονοπάτια, καιρό τώρα.

Πώς είσαι ως άνθρωπος; Υπάρχει κάτι που παλεύεις να ξεπεράσεις;

Είμαι ευγενικός, δοτικός, δίκαιος, αλτρουιστής, εργατικός, αγαπησιάρης, αλλά και εγωιστής, τελειομανής, πεισματάρης. Αυτό που θέλω να ξεπεράσω είναι η φοβία μου για τα αεροπλάνα (γέλια).

«Αλλά ήμουν πολύ νέος για να ξέρω να (το) αγαπώ», λέει ο «Μικρός Πρίγκιπας» για το «Τριαντάφυλλο» του. Εσύ έχεις βρει εδώ και χρόνια το δικό σου «Τριαντάφυλλο», τη σύντροφό σου Αγοραστή Αρβανίτη, η οποία παίζει και στην παράσταση αυτόν το ρόλο.

Έρωτας με την πρώτη ματιά;

Αχ, έρωτας με την πρώτη ματιά, ναι. Σε μια κοινή παρέα, με το που έπεσε το βλέμμα μου επάνω της, κατάλαβα ότι κάτι συνέβη μέσα μου. Την πολιόρκησα πολύ! Εδώ η δουλειά μου αποτέλεσε φρένο, γιατί έπρεπε να καταβάλω πολύ περισσότερη προσπάθεια για να την κάνω να αισθανθεί εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Νομίζω όμως ότι πια αυτό έχει κατακτηθεί και είμαστε ο ένας για τον άλλο. Αλληλοστηριζόμαστε και μοιραζόμαστε τις ίδιες χαρές αλλά και ανησυχίες, και αυτό μας δένει όλο και πιο πολύ.

Τι κρατάει τη σχέση σας ζωντανή;

Για μένα το σημαντικότερο είναι ο απόλυτος σεβασμός στην προσωπικότητα του άλλου. Και το μυστήριο που φροντίζουμε να διατηρούμε και δεν το θυσιάζουμε στο βωμό των καθημερινών προβλημάτων. Εκτός του ότι είναι μία πολύ όμορφη γυναίκα που μου αρέσει να βλέπω καθημερινά και δεν βαριέμαι ποτέ, είναι ένα βαθιά ευαίσθητο και δίκαιο άτομο και αυτό είναι που την βάζει ακόμα πιο ψηλά στα μάτια μου. Α, και μαγειρεύει και απίστευτα (γέλια)!

Έχεις δηλώσει ότι έχεις «πάθος» με τη μαμά σου. Δεν σε «τρώει» να παντρευτείς να δει και εγγονάκι;

Η μητέρα μου, η Φωτεινή, είναι όντως η μεγάλη μου αδυναμία. Ε, είμαστε και Βόρειοι, καταλαβαίνεις (γέλια)! Ευτυχώς δεν μου λέει ακόμα να πάρω ζακέτα... Είναι πολύ διακριτική στο κομμάτι αυτό και καλό θα ήταν όλες οι μανάδες και γενικά ο κόσμος να αρχίσει να είναι. Τα προσωπικά ενός ζευγαριού είναι για το ζευγάρι και μόνο.

Παίζεις θέατρο για μικρά παιδιά και περιοδεύεις με το «Μικρό Πρίγκιπα». Γιατί προτίμησες μια παιδική παράσταση;

Τα παιδιά είναι οι αυριανοί πολίτες και θέλω πολύ να συμβάλω, έστω και με ένα μικρό λιθαράκι, στο μέλλον μας. Ένα τόσο σπουδαίο έργο, αντιπολεμικό, αντιρατσιστικό, ύμνος στην αγάπη και στη φιλία, ένας τόσο διαχρονικός ήρωας όπως ο Μικρός Πρίγκιπας, αυτοί είναι οι λόγοι που κάνω φέτος θέατρο για παιδιά.

«Όλοι οι μεγάλοι ήταν παιδιά πρώτα... Αλλά λίγοι το θυμούνται», λέει ο ήρωάς σου. Ποια είναι η τελευταία τρέλα που έκανες που δείχνει ότι ακόμα έχεις μείνει παιδί;

Ένα προτέρημα του επαγγέλματός μου είναι ότι σε κρατάει παιδί. Παίζω θέατρο, παίζω ρόλο, παίζω σε ταινία, παίζω... παίζω... Δεν είναι τυχαίο το ρήμα. Δεν έχω σταματήσει να παίζω λοιπόν. Μπορεί αυτό το παιχνίδι να είναι λίγο πιο σύνθετο και δύσκολο, να έχει περισσότερους κανόνες, αλλά παραμένει παιχνίδι. Τρέλες κάνω συνέχεια. αλλά μόνο πάνω στη σκηνή. Έτσι ηρεμώ και δεν έχω ανάγκη να τις κάνω στη ζωή μου.

Σου λείπει κάτι; Τα καλλιτεχνικά σου σχέδια ποια είναι;

Αν μου λείπει κάτι είναι η διά ζώσης επαφή με τους γονείς μου και κάποιους πολύ καλούς φίλους μου στη Θεσσαλονίκη. Έχω ενάμιση χρόνο να τους δω λόγω του COVID-19 και μου έλειψαν πάρα πολύ. Επαγγελματικά έκανα μία ταινία-παράσταση για το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης που ήδη είναι «on demand» και μπορεί ο κόσμος να τη δει στο Διαδίκτυο. Το χειμώνα θα ξεκινήσω με το ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης τον «Κατά φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time